1. Η απόφαση επί της αιτήσεως αποζημίωσης λαμβάνεται από την Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης.
2. Η αίτηση για την καταβολή της αποζημίωσης κατατίθεται στην Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης από το δικαιούμενο πρόσωπο ή από πληρεξούσιο του εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός έτους από το χρόνο γένεσης της αξίωσης, κατά το άρθρο 3 παράγραφος 2 του παρόντος.
Εάν ο αιτών έχει την κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος άλλου κράτους - μέλους, η αίτηση κατατίθεται στην αντίστοιχη Αρχή Συνδρομής του κράτους - μέλους, η οποία την αποστέλλει στην Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης κοινοποιεί το συντομότερο δυνατό στην Αρχή Συνδρομής του οικείου κράτους - μέλους και στον αιτούντα τα ακόλουθα στοιχεία: α) το πρόσωπο ή το αρμόδιο τμήμα που χειρίζεται την υπόθεση, β) απόδειξη παραλαβής της αίτησης, γ) κατά προσέγγιση προσδιορισμό του χρονικού διαστήματος εντός του οποίου αναμένεται να ληφθεί η απόφαση για την αίτηση.
3. Οι ανακριτικές, προανακριτικές και εισαγγελικές αρχές υποχρεούνται να ενημερώνουν με σαφήνεια τα θύματα εγκλημάτων βίας από πρόθεση σχετικά με το ενδεχόμενο δικαίωμά τους για υποβολή αίτησης αποζημίωσης, καθώς και για τις ειδικότερες διατυπώσεις άσκησής του. Για την ενημέρωση αυτή συντάσσεται έκθεση, σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 148 έως 153 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
4. Η Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης, για τη διακρίβωση της οικονομικής και εν γένει περιουσιακής κατάστασης του δράστη, ο οποίος φέρεται να μη διαθέτει τους αναγκαίους πόρους για την αποζημίωση του θύματος, δύναται να ζητήσει στοιχεία και πληροφορίες από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, τα υποθηκοφυλακεία και κάθε άλλη δημόσια αρχή.