logo-print

Μισθώσεις από Δήμους - Μέρος Β

Νομική Φύση και τύπος

Όπως είδαμε σε προηγούμενο μέρος, για την κατάρτιση σύμβασης Μίσθωσης από Δήμο, προηγείται υποχρεωτικά Δημοπρασία - με διαγωνισμό.

Αυτή διεξάγεται κατά τις διατάξεις του π.δ. 270/1981 «Περί καθορισμού των οργάνων, της διαδικασίας και των όρων διενέργειας δημοπρασίας δι’ εκποίησιν ή εκμίσθωσιν πραγμάτων των δήμων και κοινοτήτων» (Α΄ 77), το οποίο εξακολουθείνα ισχύει, κατά την διάταξη του άρθρου 271 παρ. 1 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, δεδομένου ότι δεν είχε εκδοθεί το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 201 του ιδίου Κώδικα προεδρικό διάταγμα για την εκ νέου ρύθμιση των σχετικών ζητημάτων.

Όπως έχει δε κριθεί (βλ. ΣτΕ 2723/2019, 221/2018, 3476/2015, 3362/2000), με τις διατάξεις του εν λόγω π.δ/τος 270/1981 δεν θεσπίζεται, όσον αφορά τη σύναψη και εκτέλεση της συμβάσεως μισθώσεως, εξαιρετικό νομοθετικό καθεστώς, που να εξασφαλίζει στον αντισυμβαλλόμενο Δήμο, ως μισθωτή, υπερέχουσα θέση, μη προσιδιάζουσα σε σύμβαση ιδιωτικού δικαίου. Ούτε, άλλωστε, στη διακήρυξη του διαγωνισμού περιέχονται τέτοιες εξαιρετικές ρήτρες. Συνεπώς, η σύμβαση μισθώσεως ακινήτου, στη σύναψη της οποίας κατατείνει ο ένδικος διαγωνισμός, δεν έχει τον χαρακτήρα διοικητικής συμβάσεως. Ως εκ τούτου, οι εκδοθείσες στο πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας πράξεις, όπως η υπ’ αριθμ. 294/2018 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του αιτούντος Δήμου, με την οποία εγκρίθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, δεν έχουν τον χαρακτήρα εκτελεστών διοικητικών πράξεων. Το αυτό δε ισχύει και για τις προσβαλλόμενες αποφάσεις του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης και της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006, οι οποίες εκδόθηκαν στο πλαίσιο ασκήσεως ελέγχου επί της υπ’ αριθμ. 294/2018 αποφάσεως της Οικονομικής Επιτροπής (πρβλ. ΣτΕ 1000/2013, 2630/2006). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η διαφορά που γεννάται από την προσβολή των ανωτέρω αποφάσεων του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006 δεν είναι διοικητική διαφορά, αλλά διαφορά ιδιωτικού δικαίου, η επίλυση της οποίας ανήκει κατά το άρθρο 94 παρ.2 του Συντάγματος, στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.

Συναφώς, πρόκειται για μια ιδιωτική σύμβαση. Φέρει υποχρεωτικά τον έγγραφο τύπο.

ο έγγραφο αποτελεί συστατικό στοιχείο της μισθώσεως στην οποία μετέχει Δήμος και επιβάλλεται με ποινή ακυρότητας (άρθρ. 159 § 1, 174, 180 ΑΚ). Η παραπάνω ακυρότητα δεν θεραπεύεται με τη μεταγενέστερη εκπλήρωση της σύμβασης γιατί εδώ δεν υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη όπως στο Δημόσιο και στα άλλα νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, αφού οι οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης εξαιρεούνται ρητά σύμφωνα με την πρώτη ως άνω μείζονα σκέψη. Συνέπεια της ακυρότητας της σύμβασης είναι ότι αυτή δεν παράγει καμιά νομική ενέργεια και δεν δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ των συμβαλλομένων. Ειδικότερα σε περίπτωση άκυρης μισθωτικής σύμβασης ο μισθωτής δεν οφείλει την αντιπαροχή που φέρεται ότι έχει συμφωνηθεί (δηλ. το μίσθωμα), ούτε μπορεί να εναχθεί με βάση τη σύμβαση για καταβολή μισθωμάτων. Τα οφειλόμενα μισθώματα αναζητούνται με βάση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ενώ η απόδοση του μισθίου κατά την κρατούσα άποψη γίνεται με τη διαδικασία των μισθωτών διαφορών (ΑΠ 442/2000 Δ/νη 41/135 ΑΠ 62/1992 Δ/νη 34.1081). 

Δρ. Ευάγγελος Μαργαρίτης

Ο Δρ. Ευάγγελος Μαργαρίτης είναι Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω. Υπηρετεί στη Διεύθυνση Νομικών Υπηρεσιών Εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αθηνών Εταιρεία Ανάπτυξης και Αξιοποίησης Ακινήτων. Διατέλεσε Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Αστικού Δικαίου στη Νομική...

Νέος Οικοδομικός Κανονισμός Δ έκδοση Ν. 4067/2012
Επαγγελματικό ποδόσφαιρο, 2η έκδ., 2023

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

send