logo-print

Δεκτή έφεση Ν. 3869/2010: Περίπτωση του δόλου στη μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη εντός της τριετίας που προηγείται της κατάθεσης της αρχικής αίτησης υπαγωγής

22/05/2023

25/05/2023

Η με αριθμό 3835/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δικάζοντος ως Δευτεροβάθμιο, με τη διαδικασία του Ν. 3869/2010, κάνει δεκτή την έφεση ν. 3869/2010, σε υπόθεση που χειρίστηκε το γραφείο μας και εξαφανίζει την απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που είχε απορρίψει πρωτοδίκως, την αίτηση εντολέως μας, με την αιτολογία της συνδρομής του δόλου λόγω μεταβίβασης περιουσιακού στοιχείου του αιτούντος.

Η απόφαση :

– αναφέρει περί του δόλου του οφειλέτη σε περίπτωση μεταβίβασης περιουσιακού στοιχεία εντός τριετίας από την κατάθεση της αρχικής αίτησης υπαγωγής :

“….Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν.3869/2010 «1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση “των οφειλών τους και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής».

Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 «Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών, οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας της παραγράφου 1 του άρθρου 4 είτε β) προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού, τέλη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης είτε γ) προέκυψαν από χορήγηση δανείων από Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του ν. 3586/2007, όπως ισχύουν (Α’ 151).»

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 «1. Για την έναρξη της διαδικασίας, ο οφειλέτης καταθέτει αίτηση στο γραμματέα του αρμόδιου δικαστηρίου, συνοδευόμενη από τα έγγραφα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η αίτηση του οφειλέτη πρέπει να αναφέρει: α) την περιουσιακή κατάσταση του ιδίου και του συζύγου και τα πάσης φύσεως εισοδήματά τους, β) τους πιστωτές του και τις απαιτήσεις τους, αναλυόμενες σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 4α του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, γ) τυχόν μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων του επί ακινήτων, στις οποίες ο οφειλέτης προέβη την τελευταία τριετία πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης […]».

Ως εκ τούτου, η μεταβίβαση ακινήτου εντός της τελευταίας τριετίας προ της καταθέσεως της αιτήσεως δε συνιστά εξ ορισμού λόγο απόρριψης της αιτήσεως – καθώς έχει κριθεί κατά πάγια νομολογία ότι οι λόγοι απόρριψης που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 2 απαριθμούνται περιοριστικά – ει μη μόνον εάν αποδειχθεί εκ των πιστωτικών ιδρυμάτων, δολιότητα του αιτούντος, ήτοι μεταβίβαση με σκοπό την απομείωση της περιουσίας και τη μη ικανοποίηση των πιστωτών του.

Στο άρθρο 1 του Ν. 3869/2010, αναφέρεται ρητά “την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής”, αλλά και από το σύνολο της μέχρι σήμερα νομολογίας, που έχει δεχτεί ότι “…Τέλος, όπως προκύπτει από την πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου 1 του ν. 3869/2010, σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής, το επιλαμβανόμενο της υπόθεσης δικαστήριο ερευνά την ύπαρξη του δόλου όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά, όπως είναι αυτονόητο και γι’ αυτό παραλείφθηκε στο νόμο, κατά πρόταση πιστωτή, ο οποίος πρέπει να προτείνει τον εν λόγω ισχυρισμό κατά τρόπο ορισμένο, ήτοι με σαφή έκθεση των γεγονότων που τον θεμελιώνουν (πρβλ. άρθρ. 262 παρ. 1 ΚΠολΔ), και να τον αποδείξει (ΑΠ 951/2015, ΑΠ 1226/2014)…”.

Σύσσωμη η νομολογία θεωρεί ότι για τη θεμελίωση της ένστασης περιέλευσης στην κατάσταση αυτή με δόλο (βλ. άρθρο 262ΚΠολΔ), επιβάλλεται στον πιστωτή να αναφέρει συγκεκριμένες ενέργειες του οφειλέτη, με στόχο την απόκρυψη της πραγματικής οικονομικής κατάστασης και των υποχρεώσεων του και τη συνέχιση ανάληψης υποχρεώσεων εκ μέρους του. Η μη θεμελίωση και απόδειξη αυτής της ένστασης, οδηγεί σε απόρριψη του σχετικού ισχυρισμού του πιστωτή. Η υποχρέωση της προβολής της ένστασης από τους πιστωτές σημαίνει, ότι αυτοί πρέπει να παραθέσουν όλα εκείνα τα πραγματικά περιστατικά (πράξεις, παραλείψεις οφειλέτη) και τους ισχυρισμούς που κατατείνουν να χαρακτηρίσουν ως δόλια την αδυναμία πληρωμών εκ μέρους του οφειλέτη. Διαφορετικά ο ισχυρισμός τους θα απορριφθεί και μάλιστα αυτεπαγγέλτως. Δεν αρκεί η πιθανολόγηση, αλλά πρέπει να υπάρχει βεβαιότητα ως προς την δολιότητα του οφειλέτη, λόγω της διαδικασίας εκουσίας δικαιοδοσίας που τηρείται.

Περαιτέρω, «Σύμφωνα με το άρ. 1 παρ. 1 ν. 3869/2010, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού εμπίπτουν τα φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους. Κατά την έννοια, δε, της προαναφερόμενης διάταξης συντρέχει περίπτωση περιέλευσης σε δόλια αδυναμία πληρωμών, όταν ο οφειλέτης δε φροντίζει για τη διατήρηση του ενεργητικού του ή τη σωστή διαχείρισή του προκειμένου επαρκώς να εξυπηρετήσει τα χρέη του, όταν, αποκρύπτοντας εισοδήματα δεν ικανοποιεί τις υποχρεώσεις του και αφήνει αυτές να καταστούν μη αντιμετωπίσιμες, όταν προβαίνει σε καταδολιευτικές μεταβιβάσεις περιουσιακών του στοιχείων είτε σε ευτελείς τιμές, είτε με δωρεές, είτε με γονικές παροχές καθώς και όταν κατασπαταλά τα εισοδήματά του σε τυχερά παίγνια, σε χαρτοπαιξία κτλ.» (βλ. ΜΠρΑιγίου 32/2017, ΤΝΠ Nomos, ΜΠρΚαλαμάτας 61/2016, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ και ΜΠρΗλείας 440/2014 αδημ.).

Εξάλλου, γίνεται δεκτό ότι «Στη νομολογία, η εκ δόλου περιέλευση σε μόνιμη αδυναμία βρίσκει κατ’ εξοχήν εφαρμογή σε περιπτώσεις που ο οφειλέτης αποξενώνεται από περιουσιακά του στοιχεία, με αποτέλεσμα να μην επαρκεί η περιουσία του για την ικανοποίηση των πιστωτών. Η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων που αποσκοπεί στη μη ικανοποίηση των πιστωτών παρέχει έμμεση απόδειξη της πρόθεσης του οφειλέτη για αποφυγή των χρεών τους. Τούτο, δε, ισχύει όταν η μεταβίβαση προσλαμβάνει το χαρακτήρα χαριστικής προς συγγενικά πρόσωπα δικαιοπραξίας. Η μεταβίβαση ενός ακινήτου δεν είναι καθ’ εαυτή η αιτία της μόνιμης αδυναμίας, καθώς αρκεί για την τελευταία η έλλειψη ρευστότητας. Ωστόσο, η απομάκρυνση της περιουσίας ή η μη χρησιμοποίηση της αποκτηθείσας ρευστότητας για την αποπληρωμή χρεών ελέγχονται ως δόλιες. Δε στοιχειοθετείται, ωστόσο, ο δόλος όταν κατά το χρόνο της μεταβίβασης ο οφειλέτης δικαιολογημένα πίστευε ότι θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. […]Αν ο οφειλέτης διέθεσε, τουλάχιστον κατά το μεγαλύτερο μέρος του, το τίμημα για να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς τους δανειστές, η εν λόγω ρευστοποίηση δεν υποδηλώνει πρόκληση μόνιμης αδυναμίας. Δεν απαιτείται, τουλάχιστον καταρχήν, να έχει διαθέσει συμμέτρως στους πιστωτές το τίμημα.» (βλ. «Εφαρμογές Αστικού Δικαίου και Αστικού Δικονομικού Δικαίου», τ. 4, έτος 2015, «Η έννοια της δόλιας αδυναμίας πληρωμής στο Ν. 3869/2010», Δημήτρη Σπυράκου, δικηγόρου, σελ. 315)….“.

– Συνεπώς, η μεταβίβαση περιουσιακού στοιχείου δεν συνδέεται πάντοτε με την μόνιμη αδυναμία πληρωμών του οφειλέτη και δεν μπορεί χωρίς άλλο, να στηρίξει ένσταση δολιότητας, αλλά θα πρέπει να ερευνώνται και άλλοι παράγοντες και συγκεκριμένα, πρωταρχικά, η άμεση ΄έμμεση επίδραση και συμβολή της εκποιήσεως στην περιέλευση του οφειλέτη σε μόνιμη αδυναμία (π.χ. εκποίηση κεντρικού καταστήματος που του απέφερε σημαντικό μίσθωμα, το οποίο συνέβαλε σημαντικά στην εξυπηρέτηση των ληξιπρόθεσμων δόσεων και το οποίο στερήθηκε), καθώς και η πρόθεσή του να προκαλέσει την έλλειψη ρευστότητας, ακόμα οι λόγοι που ώθησαν τον οφειλέτη στην ενέργεια της εκποιήσεως, η αξία του ακινήτου σε σχέση με το ύψος των χρεών, το ρευστοποιήσιμο ή μη του περιουσιακού στοιχείου, η χαριστική ή μη μεταβίβαση και η διάθεση του προϊόντος της εκποιήσεως, η ύπαρξη άλλων αξιόλογων περιουσιακών στοιχείων που δεν μεταβιβάσθηκαν και μπορούν να αξιοποιηθούν για την εξυπηρέτηση των χρεών, ο χρόνος που έλαβε χώρα η μεταβίβαση, ιδίως σε σχέση με τη δυνατότητα εντάξεως του οφειλέτη στο νόμο και την εξυπηρέτηση ή μη κατά το χρονικό αυτό σημείο των χρεών κλπ…”

-Περαιτέρω, προκύπτει ευθέως ότι κάθε μεταβίβαση – αποξένωση περιουσιακού στοιχείου από την περιουσία του οφειλέτη δεν αποτελεί και απόδειξη και μάλιστα κατά αμάχητο τεκμήριο, της δολιότητας αυτού, όπως έχει αναπτυχθεί και στη μείζονα σκέψη της παρούσας

Την υπόθεση χειρίστηκαν οι Δικηγόροι Αθηνών,

Αρετή Ν. Περδικομάτη και Μιχαήλ Κούβαρης

Η απόφαση είναι διαθέσιμη στο michaliskouvaris.gr

ΜΙΧΑΗΛ ΚΟΥΒΑΡΗΣ

Ο Μιχάλης Κούβαρης είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και κάτοχος του Μεταπτυχιακού διπλώματος με τίτλο "MSC BUSINESS FOR LAWYERS" του ALBA GRADUATE...

Οι πρόσφατες τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικας και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής