logo-print

Αγωγή ακύρωσης ιδιόγραφης διαθήκης λόγω πλαστότητας διαθέτιδος υπηκόου Βουλγαρίας (ΠΠρΗλείας 3/2023)

Ζητήματα διεθνούς δικαιοδοσίας, εφαρμοστέου δικαίου, τοπικής και υλικής αρμοδιότητας

01/03/2023

06/03/2023

Αθέτηση ρήτρας παρεκτάσεως αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας και αποζημιωτική ευθύνη - Σειρά Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 8

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ

Δίκαιο αναγκαστικής εκτελέσεως ΙΙ, 3η έκδ.

Επί ζητημάτων εφαρμοστέου δικαίου, τοπικής και υλικής αρμοδιότητας σε υπόθεση κληρονομικού δικαίου με στοιχείο αλλοδαπότητας έκρινε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ηλείας σε πρόσφατη απόφασή του (ΠΠρΗλείας 3/2023).

Πιο αναλυτικά, στο δικόγραφο της αγωγής αντικειμενικά σωρεύονται οι εξής αγωγές: (α) αγωγή περί κλήρου, (β) αναγνωριστική αγωγή κληρονομικού δικαιώματος επί ακινήτου, (γ) αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω του ότι είναι πλαστή, (δ) αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας δηλώσεων αποδοχής κληρονομίας, (ε) αρνητική αναγνωριστική αγωγή και (στ) αγωγή αναγνώρισης εγγραπτέου δικαιώματος και διόρθωσης κτηματολογικών εγγραφών.

Το δικαστήριο επεσήμανε ότι πρόκειται για υπόθεση με στοιχεία αλλοδαπότητας καθώς αμφότεροι οι ενάγοντες έχουν την βουλγαρική ιθαγένεια και κατοικούν μόνιμα στη Βουλγαρία. Η διεθνής δικαιοδοσία των Ελληνικών Δικαστηρίων προϋποθέτει σύνδεση της επίδικης διαφοράς με την Ελλάδα και οι βάσεις αυτής είναι ίδιες με την τοπική αρμοδιότητα, χωρίς η ιθαγένεια να συνιστά συνδετικό παράγοντα προσδιορισμού της διεθνούς δικαιοδοσίας τους (άρθρο 3 παρ.1 ΚΠολΔ).

Ως προς τις σωρευόμενες αγωγές περί κλήρου, αναγνωριστική κληρονομικού δικαιώματος, αναγνωριστική ακυρότητας διαθήκης λόγω πλαστότητας, αναγνωριστική ακυρότητας πράξεων αποδοχής κληρονομίας, το δικαστήριο έκρινε ότι η διεθνής δικαιοδοσία αυτού θεμελιώνεται στην αποκλειστική δωσιδικία της κληρονομίας κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ.1 ΚΠολΔ (γενική νόμιμη δωσιδικία κληρονομούμενου), καθώς με αυτές εισάγεται διαφορά κληρονομικού δικαίου, με αντικείμενο το κληρονομικό δικαίωμα του κληρονομούμενου επί της κληρονομίας, την αναγνώριση των εναγόντων ως κληρονόμων, την ανυπαρξία του κληρονομικού δικαιώματος του πρώτου εναγομένου και την ακυρότητα διαθήκης, δεδομένου του ότι η τελευταία κατοικία της κληρονομούμενης ήταν η Ελλάδα.

Επίσης, κατά το σκεπτικό του δικαστηρίου, όσον αφορά τη σωρευόμενη αρνητική αναγνωριστική αγωγή ψιλής κυριότητας και την αγωγή διόρθωσης κτηματολογικής εγγραφής, η διεθνής δικαιοδοσία του θεμελιώνεται στην αποκλειστική δωσιδικία του ακινήτου κατά τη διάταξη του άρθρου 29 ΚΠολΔ, καθώς με αυτές εισάγεται ως αντικείμενο δίκης εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο.

Περαιτέρω, αναφορικά με την καθ’ ύλην αρμοδιότητα, το δικαστήριο έκρινε ότι η σωρευόμενη αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω πλαστότητας παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται ενώπιόν του, αφού το αντικείμενο της δεν είναι δεκτικό χρηματικής αποτίμησης.

Όσον αφορά, όμως, την αγωγή περί κλήρου, για την οποία η καθ’ ύλην αρμοδιότητα προσδιορίζεται από την αξία του κληρονομικού μεριδίου του ενάγοντος ή των περισσότερων συνεναγόντων  κατά τον χρόνο που ασκείται η αγωγή, και τις λοιπές σωρευόμενες ως άνω υπό στοιχεία (β), (δ), (ε), (στ) αγωγές, οι οποίες είναι αποτιμητές σε χρήμα, κατ’ εκτίμηση της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς που εισάγουν, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα όχι του Μονομελούς Πρωτοδικείου, καθώς η αξία του κληρονομιαίου ακινήτου δεν υπερβαίνει το ποσό των 250.000,00 ευρώ.

Ωστόσο, το Δικαστήριο, λόγω της συνάφειας των σωρευομένων αγωγών (κατ’ άρθρο 31 §§ 2, 3 ΚΠολΔ, το οποίο καθιερώνει την ειδική δωσιδικία της συνάφειας, η οποία κάμπτει τη ρύθμιση του άρθρου 218 του ΚΠολΔ και διέπει τόσο την καθ’ ύλην όσο και την κατά τόπο αρμοδιότητα) αλλά και για την οικονομία της δίκης και προς αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, κράτησε ως ανώτερο και δίκασε και τις σωρευόμενες στην αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λοιπές αγωγές.

Περαιτέρω, εφαρμοστέο ουσιαστικό δίκαιο τυγχάνει: όσον αφορά την αγωγή περί κλήρου και την αναγνωριστική αγωγή κληρονομικού δικαιώματος,  κατά τη διάταξη του άρθρου 28 ΑΚ, το δίκαιο της ιθαγένειας που είχε η κληρονομούμενη όταν απεβίωσε, ήτοι το βουλγαρικό δίκαιο,  όσον αφορά την αρνητική αναγνωριστική αγωγή κυριότητας και την αγωγή διόρθωσης κτηματολογικών εγγραφών, κατά τη διάταξη του άρθρου 27 ΑΚ,  το δίκαιο της πολιτείας όπου βρίσκεται το ακίνητο, ήτοι το ελληνικό, ενώ όσον αφορά την αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω πλαστότητας και την αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας πράξεως αποδοχής κληρονομίας εφαρμοστέο δίκαιο τυγχάνει το ελληνικό, καθώς οι ενάγοντες αρνούνται την ίδια την υπόσταση της διαθήκης ως μονομερή αιτία θανάτου δικαιοπραξία, περιέχουσα δήλωση βουλήσεως, αποδίδοντας τη σύστασή της σε πλαστότητα, και, σε κάθε περίπτωση, κατά τη διάταξη του άρθρου 11 ΑΚ, περί του τύπου της δικαιοπραξίας. 

Απόσπασμα απόφασης

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα είναι σαφές ότι στο δικόγραφο της υπό κρίση αγωγής αντικειμενικά σωρεύονται περισσότερες από μια αγωγές και συγκεκριμένα : α) αγωγή περί κλήρου ως προς τον πρώτο εναγόμενο, καθώς κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο αυτός κατακρατεί ως κληρονόμος τα αντικείμενα της κληρονομίας, β) αναγνωριστική αγωγή κληρονομικού δικαιώματος ως προς τον δεύτερο εναγόμενο, καθώς, κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, αυτός δεν κατακρατεί το επίδικο ακίνητο, αν ήθελε αυτό κριθεί ως αντικείμενο της κληρονομίας, ως κληρονόμος αλλά ως ειδικός διάδοχος αιτία γονικής παροχής του φερόμενου ως κληρονόμου του ακινήτου πρώτου εναγομένου, γ) αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω του ότι είναι πλαστή, δ) αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας των υπ’αριθμ. ./23.5.2014 και ./15.12.2015 δηλώσεων αποδοχής κληρονομίας, ε) αρνητική αναγνωριστική αγωγή ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν απέκτησε την ψιλή κυριότητα του ακινήτου, ο δε δεύτερος εναγόμενος δεν κατέστη ψιλός κύριος αυτού, δυνάμει της ανωτέρω γονικής παροχής, και στ) αγωγή αναγνώρισης εγγραπτέου δικαιώματος και διόρθωσης κτηματολογικών εγγραφών.  Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι πρόκειται για διαφορά που παρουσιάζει στοιχεία αλλοδαπότητας καθώς αμφότεροι οι ενάγοντες έχουν την βουλγαρική ιθαγένεια και κατοικούν μόνιμα στη Βουλγαρία. Κατά τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ΚΠολΔ, η διεθνής δικαιοδοσία των Ελληνικών Δικαστηρίων προϋποθέτει σύνδεση της επίδικης διαφοράς με την Ελλάδα και οι βάσεις αυτής (διεθνούς δικαιοδοσίας) είναι ίδιες με την τοπική αρμοδιότητα, χωρίς η ιθαγένεια να συνιστά συνδετικό παράγοντα προσδιορισμού της διεθνούς δικαιοδοσίας τους [ΑΠ 400/2009, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ]. Εν προκειμένω, ως προς τις σωρευόμενες αγωγές : αγωγή περί κλήρου, αναγνωριστική αγωγή κληρονομικού δικαιώματος, αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω πλαστότητας, αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας πράξεως αποδοχής κληρονομίας, η διεθνής δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου θεμελιώνεται στην αποκλειστική δωσιδικία της κληρονομίας κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ.1 ΚΠολΔ [γενική νόμιμη δωσιδικία κληρονομούμενου], καθώς με αυτές εισάγεται διαφορά κληρονομικού δικαίου, με αντικείμενο το κληρονομικό δικαίωμα του κληρονομούμενου επί της κληρονομίας, την αναγνώριση των εναγόντων ως κληρονόμων, την ανυπαρξία του κληρονομικού δικαιώματος του πρώτου εναγομένου και την ακυρότητα διαθήκης, δεδομένου του ότι η τελευταία κατοικία [πριν τον χρόνο θανάτου] της κληρονομούμενης, κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή, ήταν η Ελλάδα και συγκεκριμένα ο Πύργος Ηλείας [βλ. σχετ. ΕφΑθ 247/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ]. Σημειωτέον ότι ο Κανονισμός [ΕΕ] 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012 , σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, σύμφωνα με τον οποίο διεθνή δικαιοδοσία στις υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής έχουν τα δικαστήρια στα οποία ο θανών είχε τη συνήθη διαμονή του κατά τον χρόνο θανάτου του, τέθηκε σε εφαρμογή στις 17.8.2015 και κατά το άρθρο 83 αυτού εφαρμόζεται στην κληρονομική διαδοχή προσώπων που απεβίωσαν κατά ή μετά την 17.8.2015. Επίσης, όσον αφορά τη σωρευόμενη αρνητική αναγνωριστική αγωγή ψιλής κυριότητας και την αγωγή διόρθωσης κτηματολογικής εγγραφής, η διεθνής δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου θεμελιώνεται στην αποκλειστική δωσιδικία του ακινήτου κατά τη διάταξη του άρθρου 29 ΚΠολΔ, καθώς με αυτές εισάγεται ως αντικείμενο δίκης εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, το οποίο εν προκειμένω βρίσκεται στον Πύργο Ηλείας. Περαιτέρω, η σωρευόμενη αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω πλαστότητας παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, αφού το αντικείμενο της δεν είναι δεκτικό χρηματικής αποτίμησης. Όσον αφορά όμως την αγωγή περί κλήρου, για την οποία η καθ’ ύλην αρμοδιότητα προσδιορίζεται από την αξία του κληρονομικού μεριδίου του ενάγοντος ή των περισσότερων συνεναγόντων  (άρθρο 1884 του ΑΚ) κατά τον χρόνο που ασκείται η αγωγή (βλ. Ψούνη, Κληρονομικό Δίκαιο, §20 Η αγωγή περί κλήρου, σελ. 437), και τις λοιπές σωρευόμενες ως άνω υπό στοιχεία (β), (δ), (ε), (στ) αγωγές, οι οποίες είναι αποτιμητές σε χρήμα, κατ’ εκτίμηση της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς που εισάγουν, υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα όχι του παρόντος Δικαστηρίου αλλά του Μονομελούς Πρωτοδικείου, καθώς η αξία του κληρονομιαίου ακινήτου δεν υπερβαίνει το ποσό των 250.000,00 ευρώ (άρθρα 7,8, 14 §2 του ΚΠολΔ). Η ύπαρξη καθ’ ύλην αρμοδιότητας ως προς μια από τις σωρευόμενες κατά το άρθρο 218 ΚΠολΔ αξιώσεις δεν καθιδρύει αρμοδιότητα και για τις λοιπές (ΕφΑθ 6197/2009, ΕλλΔνη 2010. 512), καθώς εξετάζεται η υλική αρμοδιότητα αυτοτελώς και ξεχωριστά για κάθε αξίωση (ΠΠΘες 18605/2003, Αρμ 2004. 579).  Ωστόσο, το παρόν Δικαστήριο, λόγω της συνάφειας των σωρευομένων αγωγών (άρθρο 31 §§ 2, 3 ΚΠολΔ, το οποίο καθιερώνει την ειδική δωσιδικία της συνάφειας, η οποία κάμπτει τη ρύθμιση του άρθρου 218 του ΚΠολΔ και διέπει τόσο την καθ’ ύλην όσο και την κατά τόπο αρμοδιότητα, ΕφΠειρ 459/2016, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 317/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ) αλλά και για την οικονομίας της δίκης και προς αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, θα κρατήσει ως ανώτερο και θα δικάσει κατά την τακτική διαδικασία και τις σωρευόμενες στην αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λοιπές αγωγές (άρθρα 7, 8, 14 §2, 18, 31 §§ 3-2, 29§1, 30 §1 ΚΠολΔ, άρθρο 6 §2 περ.α Ν.2664/1998). Περαιτέρω, κατά τις ανωτέρω επισημάνσεις, εφαρμοστέο ουσιαστικό δίκαιο τυγχάνει : όσον αφορά την αγωγή περί κλήρου και την αναγνωριστική αγωγή κληρονομικού δικαιώματος,  κατά τη διάταξη του άρθρου 28 ΑΚ, το δίκαιο της ιθαγένειας που είχε η κληρονομούμενη όταν απεβίωσε, ήτοι το βουλγαρικό δίκαιο,  όσον αφορά την αρνητική αναγνωριστική αγωγή κυριότητας και την αγωγή διόρθωσης κτηματολογικών εγγραφών, κατά τη διάταξη του άρθρου 27 ΑΚ,  το δίκαιο της πολιτείας όπου βρίσκεται το ακίνητο, ήτοι το ελληνικό, ενώ όσον αφορά την αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας διαθήκης λόγω πλαστότητας και την αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας πράξεως αποδοχής κληρονομίας εφαρμοστέο δίκαιο τυγχάνει το ελληνικό, καθώς οι ενάγοντες αρνούνται την ίδια την υπόσταση της διαθήκης ως μονομερή αιτία θανάτου δικαιοπραξία, περιέχουσα δήλωση βουλήσεως, αποδίδοντας τη σύστασή της σε πλαστότητα, και σε κάθε περίπτωση κατά τη διάταξη του άρθρου 11 ΑΚ, περί του τύπου της δικαιοπραξίας [βλ. σχετ. και την από 05.10.1961 Σύμβαση της Χάγης «για τις συγκρούσεις νόμων που αφορούν τον τύπο διατάξεων διαθήκης», που κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν.1325/1983 και τέθηκε σε ισχύ από 02.8.1983, η οποία αυξάνει, συγκριτικά με την ΑΚ 11, τον αριθμό των δικαίων, ο τύπος ενός εκ των οποίων αρκεί να έχει τηρηθεί για να είναι έγκυρη η διαθήκη από πλευράς τυπικών προϋποθέσεων, μεταξύ των οποίων είναι ο τόπος που ο διαθέτης επιχείρησε να συντάξει τη διαθήκη, βλ. και ΑΠ 280/2010, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ]. 

Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr

Το δικαίωμα ιδιοκτησίας και η αναγκαστική απαλλοτρίωση -Κατ άρθρο ερμηνεία

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο
send