Δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων από εισαγγελική αρχή: Τι προβλέπει το νέο άρθρο του Ν. 4624/2019
Οι ισχύουσες ρυθμίσεις απηχoύν καταργημένο και παρωχημένο δίκαιο - Ως εκ τούτου επιβάλλεται η θέσπιση νέας ειδικής διάταξης με την οποία ρυθμίζεται η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από την εισαγγελική αρχή, προκειμένου να δημοσιοποιηθούν το ονοματεπώνυμο και η εικόνα του κατηγορουμένου ή καταδικασμένου
Σημαντική διάταξη σχετικά με τη δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων από την εισαγγελική αρχή, με προσθήκη στο Ν. 4624/2019, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων ο Ν. 5002/2022.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, από τις ρυθμίσεις του άρθρου 84 ν. 4624/2019 (Α’ 137) προκύπτει ότι καταργήθηκε ο ν. 2472/1997 (Α’ 50), εκτός από συγκεκριμένες διατάξεις, ανάμεσα στις οποίες και εκείνη του δευτέρου έως και του τελευταίου εδαφίου της περ. β’ του άρθρου 2 για την ανακοίνωση και δημοσιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με τις ποινικές διώξεις και τις καταδίκες για εγκλήματα τα οποία ορίζονται κατά παραπομπή από τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου, οι οποίες ομοίως διατηρήθηκαν σε ισχύ.
Η νομοτεχνική αυτή επιλογή δημιούργησε ερμηνευτική ασάφεια ώστε να υποστηρίζεται από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ότι οι διατάξεις του κεφαλαίου Δ’ του ν. 4624/2019 δεν εφαρμόζονται από τις εισαγγελικές και αστυνομικές αρχές (βλ. Γνωμ. 1/26.01.2021, αρ. πρωτ. 423), γεγονός το οποίο συνιστά παραβίαση του ενωσιακού δικαίου, το οποίο και επισημάνθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με προειδοποιητική επιστολή της προς την Ελληνική Δημοκρατία.
Από την επισκόπηση πρόσφατων εισαγγελικών διατάξεων για την ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων των κατηγορουμένων διαπιστώνεται ότι, εξαιτίας της ερμηνευτικής ασάφειας που προκαλείται από τη διατήρηση της εν λόγω διάταξης του ν. 2472/1997, εσφαλμένα γίνεται επίκληση των λοιπών καταργημένων διατάξεων του ν. 2472/1997, αντί της ευθείας εφαρμογής των διατάξεων του Δ’ κεφαλαίου του ν. 4624/2019, με τις οποίες εισάγεται νέο ειδικό δίκαιο κατ’ ενσωμάτωση της Οδηγίας (βλ. αιτ. σκ. 10, 11 Οδηγίας).
Τέλος, οι εθνικές διατάξεις με τις οποίες προβλέπεται η λήψη μέτρων για τον περιορισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να είναι διατυπωμένες με σαφήνεια και ακρίβεια στο πλαίσιο ενός «ποιοτικού νόμου» σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. αιτ. σκ. 33 της Οδηγίας).
Οι ισχύουσες ρυθμίσεις για την ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων των κατηγορουμένων, αφενός απηχoύν καταργημένο και παρωχημένο δίκαιο, αφετέρου, δεν συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις της νομολογίας των ευρωπαϊκών δικαστηρίων όπως έχουν ληφθεί υπόψη από τον ενωσιακό νομοθέτη στο πλαίσιο της Οδηγίας. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται η θέσπιση νέας ειδικής διάταξης με την οποία ρυθμίζεται η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από την εισαγγελική αρχή, προκειμένου να δημοσιοποιηθούν το ονοματεπώνυμο και η εικόνα του κατηγορουμένου ή καταδικασμένου με βάση τις προϋποθέσεις που θέτει η εθνική νομοθεσία με την οποία ενσωματώνεται το άρθρο 8 της Οδηγίας 2016/680.
Η νέα διάταξη, ως ειδική, εντάσσεται στο Κεφάλαιο Ε’ του ν. 4624/2019. Ειδικότερα, με τις προτεινόμενες διατάξεις αυστηροποιείται το νομικό πλαίσιο για την ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων των κατηγορουμένων και καταδικασθέντων με την συμπερίληψη όλων των κακουργημάτων, των πλημμελημάτων τα οποία τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δυο (2) ετών καθώς και όλων των πλημμελημάτων του δεκάτου ενάτου κεφαλαίου «Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής» του Ποινικού Κώδικα, ανεξαρτήτως του ελαχίστου ορίου των προβλεπόμενων ποινών.
Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων πρέπει να προορίζεται να εξυπηρετεί τον άνθρωπο, το δε δικαίωμα στον προστασία του δικαιώματος δεν είναι απόλυτο αλλά πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθμίζεται με τα άλλα θεμελιώδη δικαιώματα σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.
Η εν λόγω στάθμιση με βάση τους ειδικούς κανόνες επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων, τηρουμένων των προβλεπόμενων αρχών επεξεργασίας, ανατίθεται στον αρμόδιο εισαγγελικό λειτουργό, ο οποίος αποφασίζει την ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση των σχετικών προσωπικών δεδομένων των κατηγορουμένων ή καταδικασθέντων, μόνον εφόσον αυτή συνιστά απαραίτητο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία με δέουσα συνεκτίμηση των εννόμων συμφερόντων του ενδιαφερομένου (βλ. αιτιολογική σκέψη 26 Οδηγίας και υπ’ αρ. 128/2012 απόφαση Αρχής).
Ως εκ τούτου, η υποβολή σχετικών αιτημάτων ανακοίνωσης ή δημοσιοποίησης από τις αρμόδιες αρχές και μόνον, εν όψει του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας, πρέπει να είναι αιτιολογημένη, ενώ η απόφαση των εισαγγελικών αρχών για την ανακοίνωση ή δημοσιοποίηση των εν λόγω προσωπικών δεδομένων πρέπει να μην λαμβάνει χαρακτήρα μιας τυπικής και αυτόματης ενέργειας.
Αναλυτικά η νέα διάταξη προβλέπει:
Άρθρο 84Α
Δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων από την εισαγγελική αρχή
1. Με διάταξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών ή του Εισαγγελέα Εφετών, εάν η υπόθεση εκκρεμεί στο Εφετείο, η Ελληνική Αστυνομία προβαίνει σε δημοσιοποίηση, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, των στοιχείων της ταυτότητας, της εικόνας και της ποινικής δίωξης κατηγορουμένου ή καταδικασθέντος για κακούργημα, για πλημμέλημα του Δεκάτου Ενάτου Κεφαλαίου, περί εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, (Α’ 95), καθώς και για πλημμέλημα το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών.
2. Η δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων της παρ. 1 αποσκοπεί αποκλειστικά:
α. στη διερεύνηση, ανίχνευση ή δίωξη των εγκλημάτων της παρ. 1,
β. στην εκτέλεση εντάλματος σύλληψης ή καταδικαστικής απόφασης του κατηγορούμενου ή καταδικασθέντος για τα εγκλήματα της παρ. 1.
3. Η αρμόδια εισαγγελική αρχή δύναται να εκδώσει ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη διάταξη, εφόσον η δημοσιοποίηση, εν όλω ή εν μέρει, των προσωπικών δεδομένων του κατηγορουμένου ή του καταδικασθέντος που αναφέρονται στην παρ. 1 είναι πρόσφορη για την επίτευξη των σκοπών της παρ. 2 και για την αποτροπή απειλής της δημόσιας ασφάλειας σε σχέση προς διερευνώμενο έγκλημα και δεν είναι δυνατή η επιλογή άλλων μέτρων λιγότερο επαχθών για τα θεμελιώδη δικαιώματα.
4. Η αίτηση υποβάλλεται από τις αρμόδιες αρχές της περ. ιδ’ του άρθρου 44. Σε περίπτωση διενέργειας προανάκρισης, η αίτηση υποβάλλεται από τον αρμόδιο ανακριτικό υπάλληλο, ενώ στην περίπτωση διενέργειας κύριας ανάκρισης από τον ανακριτή. Η διάταξη της εισαγγελικής αρχής, η οποία εκτελείται από την Ελληνική Αστυνομία, περιέχει: α) τα στοιχεία ταυτότητας του κατηγορουμένου ή καταδικασθέντος, β) την εικόνα του, γ) την ποινική δίωξη ή την καταδίκη, καθώς και την παράθεση των αναγκαίων πραγματικών περιστατικών, δ) τον σκοπό και τον στόχο της δημοσιοποίησης, ε) τον τρόπο και τα μέσα αυτής, στ) το χρονικό διάστημα διατήρησης της δημοσιοποίησης και κάθε αναπαραγωγής της, εντός του πλαισίου της παρ. 1.
5. Η δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων, τα οποία αφορούν στην ποινική δίωξη ή την καταδίκη, λαμβάνει χώρα με τρόπο σύμφωνο προς την υποχρέωση σεβασμού του τεκμηρίου της αθωότητας. Η ισχύς της διάταξης παύει αυτοδικαίως με την παρέλευση του ορισθέντος χρονικού διαστήματος και απαγορεύεται η διατήρηση των δημοσιοποιημένων προσωπικών δεδομένων, καθώς και κάθε αναπαραγωγής τους. Σε περίπτωση εκπλήρωσης του επιδιωκόμενου σκοπού και στόχου σε συντομότερο χρονικό διάστημα από αυτό της παρ. 1, η εισαγγελική αρχή ανακαλεί τη διάταξη με την έκδοση νεότερης, η οποία εκτελείται από την Ελληνική Αστυνομία.
6. Κατά της διάταξης της εισαγγελικής αρχής επιτρέπεται προσφυγή εντός δύο (2) ημερών από τη γνωστοποίηση στον κατηγορούμενο ή κατάδικο ενώπιον του Προϊστάμενου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών ή του Προϊστάμενου της Εισαγγελίας Εφετών, εάν η υπόθεση εκκρεμεί στο Εφετείο, ο οποίος αποφαίνεται εντός δύο (2) ημερών. Μέχρι να αποφανθεί ο αρμόδιος Εισαγγελέας, απαγορεύονται η εκτέλεση της διάταξης και η δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων.
7. Κατ’ εξαίρεση, στα κακουργήματα των άρθρων 187, περί εγκληματικής οργάνωσης, 187Α, περί τρομοκρατικών πράξεωντρομοκρατικής οργάνωσης, 187Β, περί αξιόποινης υποστήριξης και εκείνων του Δεκάτου Ενάτου Κεφαλαίου, περί εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής του Ποινικού Κώδικα, η εισαγγελική διάταξη εκτελείται αμέσως, επικυρώνεται δε από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, εφόσον αυτή έχει εκδοθεί από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Διαφορετικά, η ισχύς της σχετικής διάταξης παύει αυτοδικαίως με τη λήξη της προθεσμίας των είκοσι τεσσάρων (24) ωρών.