logo-print

Επίπληξη σε Δήμο για την κοινοποίηση στοιχείων καταγγέλλοντος στον καταγγελλόμενο (ΑΠΔΠΧ 31/2024)

Η αναφορά του ονόματος και της διεύθυνσης του καταγγέλλοντος στο έγγραφο που απεστάλη προς τον καταγγελλόμενο τελέστηκε κατά παράβαση της διαφάνειας και της ελαχιστοποίησης

07/10/2024

10/10/2024

Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων και Ευθύνη για Αποζημίωση
CBWK 2024

Επιμέλεια: Δημήτρης Βέρρας

Μπορεί ο καταγγελλόμενος ενώπιον δημόσιας αρχής να λάβει γνώση των στοιχείων του προσώπου που τον κατήγγειλε και υπό ποιες προϋποθέσεις; Μπορεί η δημόσια αρχή να αποκαλύψει αυτοβούλως τα στοιχεία του καταγγέλλοντος, ακόμη και αν ο καταγγελλόμενος δεν τα έχει ζητήσει; Είναι νόμιμο και ασφαλές να αναγράφονται τα στοιχεία του καταγγέλλοντος στο έγγραφο της δημόσιας αρχής προς τον καταγγελλόμενο, ως το πρόσωπο στο οποίο το έγγραφο αυτό κοινοποιείται;

Τα ενδιαφέροντα αυτά ερωτήματα εξετάστηκαν από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στην απόφαση ΑΠΔΠΧ 31/2024, επί καταγγελίας για παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.

Σύμφωνα με την καταγγελία, ο καταγγέλλων διαμαρτυρήθηκε ενώπιον του Δήμου Μεταμόρφωσης για την καταπάτηση πεζοδρομίου λόγω ύπαρξης μηχανισμού εξώπορτας και ζήτησε να ενημερωθεί για τις ενέργειες του Δήμου.

Ο Δήμος Μεταμόρφωσης απέστειλε έγγραφο προς τον καταγγελλόμενο ιδιοκτήτη του ακινήτου, με το οποίο έταξε προθεσμία πέντε ημερολογιακών ημερών για απομάκρυνση του παράνομου μηχανισμού, επισημαίνοντας πως σε διαφορετική περίπτωση η υπόθεση θα διαβιβαστεί στη Νομική Υπηρεσία.

Παράλληλα και ακολουθώντας μια πρακτική που συναντάται συχνά σε αντίστοιχες διοικητικές διαδικασίες, έθεσε επί του εγγράφου τα στοιχεία (ονοματεπώνυμο και διεύθυνση) του καταγγέλλοντος, καθώς αυτός αποτελούσε πρόσωπο στο οποίο το επίμαχο έγγραφο θα κοινοποιείτο. Λαμβάνοντας το έγγραφο, ο καταγγέλλων διαπίστωσε την αποκάλυψη των στοιχείων του και διαμαρτυρήθηκε στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων για την παραβίαση των στοιχείων διεύθυνσής του, όπως αυτή τελέστηκε μέσω της κοινοποίησης αυτής στον ιδιοκτήτη του ακινήτου.

Οι ενέργειες της Αρχής και οι απόψεις του Δήμου

Η Αρχή ενημέρωσε τον καταγγελλόμενο Δήμο για την καταγγελία και ζήτησε την παροχή των απόψεών του σχετικά με τα αναφερόμενα σε αυτή. Ο Δήμος, μέσω του Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων του, επικαλέστηκε την απόφαση 73/2010 της Αρχής, σύμφωνα με την οποία «ο καταγγελλόμενος, ως υποκείμενο των δεδομένων που τον αφορούν, δηλαδή της υποβληθείσας σε δημόσια υπηρεσία καταγγελίας, έχει δικαίωμα πρόσβασης, όχι μόνο στο κείμενο της καταγγελίας αλλά και σε κάθε πληροφορία σχετική με την προέλευση (πηγή) των δεδομένων αυτών, ενώ τα στοιχεία ταυτοποίησης του καταγγέλλοντος, όπως το όνομα και η διεύθυνσή του, συνιστούν προέλευση των δεδομένων».

Περαιτέρω και με δεδομένο πως υποκείμενο των δεδομένων που περιλαμβάνονται στην καταγγελία είναι και ο καταγγέλλων, αυτός «θα πρέπει να ενημερώνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο, κατά τον χρόνο υποβολής της καταγγελίας του, για τη δυνατότητα του καθ’ ου να έχει πρόσβαση στα στοιχεία αυτής, ενώ ο καταγγέλλων, ο οποίος δεν επιθυμεί να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του, θα πρέπει εξαρχής να επικαλείται και να αιτιολογεί εγγράφως τους σχετικούς λόγους, ώστε να εξετάζονται αρμοδίως από τη δημόσια υπηρεσία».  Στην προκείμενη περίπτωση, όπως ανέφερε ο Δήμος, ο καταγγέλλων «δεν επικαλέστηκε ορισμένο λόγο για τη μη χορήγηση των στοιχείων του στον καταγγελλόμενο, συνεπώς ο καταγγελλόμενος είναι νόμιμος αποδέκτης του κειμένου και των λοιπών στοιχείων της καταγγελίας».

Ακολούθως και παριστάμενος ενώπιον της Αρχής, ο Δήμος ισχυρίστηκε πως κατά τη διάρκεια της πανδημίας εκσυγχρόνισε το ηλεκτρονικό σύστημά του για την υποβολή καταγγελιών των πολιτών, «συμπεριλαμβάνοντας ενημέρωση του καταγγέλλοντος πολίτη για την ενδεχόμενη κοινοποίηση των στοιχείων του στο καταγγελλόμενο πρόσωπο και επισήμανση για την ανάγκη παράθεσης λόγων, αν και εφόσον ο καταγγέλλων πολίτης δεν επιθυμεί να λάβει χώρα η εν λόγω γνωστοποίηση».

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επίμαχη καταγγελία είχε υποβληθεί από τον καταγγέλλοντα σε χρόνο κατά τον οποίο (2017-2018) ο Δήμος «αν και δεν υπείχε σχετική υποχρέωση, καθ’ υπόδειξη του ΥΠΔ ενημέρωνε προφορικά τους καταγγέλλοντες για την ενδεχόμενη κοινοποίηση των στοιχείων τους στο καταγγελλόμενο πρόσωπο», ενώ μάλιστα «ο καταγγέλλων ουδέποτε επιφυλάχθηκε για τη χρήση των δεδομένων του, ούτε ανέφερε ή εξειδίκευσε τους λόγους για τους οποίους τυχόν αρνείτο την κοινοποίηση αυτών, καθώς συμπλήρωσε προς το Δήμο έντυπο “Αίτησης” και όχι “Καταγγελίας”».

Η απόφαση της Αρχής

Η Αρχή εξέτασε εισαγωγικώς το κατά πόσον η καταγγελθείσα ενέργεια του Δήμου συνιστά πράξη επεξεργασίας που εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων, αποφαινόμενη καταφατικά. Όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε, ο Δήμος «προέβη σε εξαγωγή του ονόματος και της διεύθυνσης του καταγγέλλοντος από σύστημα αρχειοθέτησης, κατά το άρθρο 4 στοιχ. 6 ΓΚΠΔ, και κοινοποίηση με διαβίβαση αυτών προς τον καταγγελλόμενο», κατά συνέπεια πραγματοποίησε μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.

Ακολούθως, η Αρχή ανέπτυξε τη μείζονα σκέψη της σχετικά με τους κανόνες που διέπουν την αποκάλυψη των στοιχείων του καταγγέλλοντος στον καταγγελλόμενο. Επικαλούμενη την απόφαση 73/2010, η Αρχή επεσήμανε πως ο πολίτης κατά του οποίου στρέφεται μια καταγγελία που έχει υποβληθεί σε δημόσια αρχή έχει «ως υποκείμενο των δεδομένων που τον αφορούν, δικαίωμα πρόσβασης, όχι μόνο στο κείμενο της καταγγελίας αλλά και σε κάθε πληροφορία σχετική με την προέλευση (πηγή) των δεδομένων αυτών, όπως το όνομα και η διεύθυνση του προσώπου που υπέβαλε την καταγγελία, καθώς στην έννοια της “προέλευσης” μπορεί να εμπίπτουν και τρίτα φυσικά πρόσωπα, τα οποία διέθεσαν τις σχετικές πληροφορίες».

Συναφώς και σύμφωνα με την ίδια απόφαση, «δεδομένου ότι ο καταγγέλλων είναι και εκείνος υποκείμενο προσωπικών δεδομένων που περιέχονται στην καταγγελία (των στοιχείων της ταυτότητας του φυσικού προσώπου, συντάκτη της καταγγελίας, και των στοιχείων επικοινωνίας του), η εκάστοτε δημόσια υπηρεσία, ήδη κατά το στάδιο της συλλογής των δεδομένων, έχει την υποχρέωση να τον ενημερώσει, μεταξύ άλλων, και για τους αποδέκτες των δεδομένων αυτών. Συνεπώς, είναι σκόπιμο, ήδη κατά την υποβολή καταγγελίας σε μια δημόσια υπηρεσία, η τελευταία να ενημερώνει τον καταγγέλλοντα ότι τόσο το κείμενο της καταγγελίας του όσο και το όνομά του, είναι δεδομένα που μπορεί να γνωστοποιηθούν στον καταγγελλόμενο, ιδίως εφόσον ο τελευταίος τα ζητήσει». 

Εξετάζοντας στη συνέχεια το πραγματικό της συγκεκριμένης υπόθεσης που ετέθη ενώπιόν της, η Αρχή διαπίστωσε πως η κοινοποίηση του ονόματος και της διεύθυνσης του καταγγέλλοντος στον καταγγελλόμενο ιδιοκτήτη του ακινήτου δεν έγινε κατόπιν άσκησης αιτήματος πρόσβασης από τον τελευταίο, αλλά με αυτεπάγγελτη ενέργεια του Δήμου. Κατά τούτο, η Αρχή εξέτασε τη νομιμότητα της ενέργειας αυτής ως πράξης επεξεργασίας δεδομένων.

Η νομιμότητα κρίθηκε, κατά την πάγια πρακτική της εποπτικής αρχής, στο επίπεδο της τήρησης των αρχών επεξεργασίας δεδομένων του άρθρου 5 ΓΚΠΔ, με την Αρχή να διαπιστώνει την παραβίαση δύο εκ των αρχών αυτών: της διαφάνειας και της ελαχιστοποίησης.

Ως προς τη διαφάνεια (άρθρο 5 παρ.1α’ ΓΚΠΔ), η Αρχή παρατήρησε πως ο Δήμος δεν τεκμηρίωσε επαρκώς τον ισχυρισμό του πως κατά τον χρόνο υποβολής της επίμαχης καταγγελίας ενημέρωνε τους καταγγέλλοντες προφορικά για το ενδεχόμενο κοινοποίησης των καταγγελιών τους, κατά συνέπεια δεν απέδειξε, με βάση της υποχρέωση λογοδοσίας του άρθρου 5 παρ.2 ΓΚΠΔ, την τήρηση της αρχής της διαφάνειας με την παροχή κατάλληλης ενημέρωσης προς τον καταγγέλλοντα.

Ως προς την ελαχιστοποίηση (άρθρο 5 παρ.1γ’ ΓΚΠΔ), η οποία όπως παρατηρήθηκε θα συνιστούσε υποχρέωση ακόμη και αν γινόταν δεκτό πως ο καταγγέλλων πράγματι είχε ενημερωθεί προφορικά, η Αρχή διαπίστωσε, λαμβάνοντας υπόψιν και την πολεοδομική φύση της καταγγελλόμενης παράβασης, πως δεν προέκυψε ο σκοπός εν όψει του οποίου κοινοποιήθηκαν τα στοιχεία του καταγγέλλοντος. Όπως παρατήρησε χαρακτηριστικά, τα στοιχεία αυτά δεν συνδέονταν με τον σκοπό του εγγράφου που συντάχθηκε και απεστάλη στον ιδιοκτήτη του ακινήτου, ήτοι την προειδοποίηση αυτού για την προθεσμία άρσης της πολεοδομικής παράβασης, της οποίας άλλωστε ο έλεγχος ανήκει στις αυτεπαγγέλτως ασκούμενες αρμοδιότητες του Δήμου.

Με βάση το ανωτέρω σκεπτικό, η Αρχή διαπίστωσε πως η επίμαχη κοινοποίηση των στοιχείων του καταγγέλλοντος αποτέλεσε «περιττή επεξεργασία, αντικείμενη στις αρχές της προσφορότητας, αναγκαιότητας και ελαχιστοποίησης της επεξεργασίας», ως εκ τούτου συνιστά παράβαση του άρθρου 5 παρ.1 στοιχ. γ΄΄ ΓΚΠΔ.

Για τις ως άνω διαπιστωθείσες παραβιάσεις των άρθρων 5 παρ.1α και 5 παρ.1γ’ ΓΚΠΔ, η Αρχή απηύθυνε επίπληξη στον Δήμο.

Το πλήρες κείμενο της ΑΠΔΠΧ 31/2024 είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο της Αρχής

Η επιμέλεια του παιδιού κατά τον Αστικό Κώδικα

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΚΚΑΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ο ρατσιστικός λόγος μίσους ως μορφή του ρατσιστικού εγκλήματος

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΉΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΣΚΑΛΗΣ

send