Η Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών για τις αλλαγές στον ΚΠολΔ και την άσκηση πειθαρχικής δίωξης κατά δικαστών
Η EAJ καλεί τις αρμόδιες ελληνικές αρχές να σταματήσουν την πρακτική της κίνησης πειθαρχικών διαδικασιών λόγω της ουσίας των αποφάσεων και να επανεξετάσουν τις προτεινόμενες τροποποιήσεις σχετικά με τις προθεσμίες στον ΚΠολΔ και τους αντίστοιχους πειθαρχικούς κανονισμούς
Η Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών (European Association of Judges - EAJ) ενημερώθηκε από την ελληνική Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, ότι στην Ελλάδα υπάρχουν τάσεις κατάχρησης των πειθαρχικών διαδικασιών κατά των δικαστών. Ενημερώθηκε, συγκεκριμένα, για τον πειθαρχικό έλεγχο που κίνησαν οι Πρόεδρος και Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου σε δύο περιπτώσεις κατά του αρμόδιου δικαστή και του εισαγγελέα όταν είχαν εφαρμοστεί περιοριστικοί όροι, αντί της κράτησης, και σε άλλη περίπτωση κατά των μελών μιας επιτροπής δικαστών που χορήγησαν ανασταλτικό αποτέλεσμα σε ένα ένδικο μέσο.
Περαιτέρω, ενόψει του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η EAJ πληροφορήθηκε από την ΕΑΝΔΑ για τα προβλήματα που αναμένουν να προκληθούν από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ορίζοντας νέες και συντομότερες προθεσμίες για την έκδοση δικαστικών αποφάσεων σε συνδυασμό με την αυθόρμητη κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας κατά του δικαστή που εκδίκασε την υπόθεση.
Κατόπιν των ανωτέρω, η EAJ δήλωσε τα ακόλουθα:
Η EAJ υπενθυμίζει ότι μια ορθή, δίκαιη και αποτελεσματική πειθαρχική διαδικασία είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της λειτουργίας και της λογοδοσίας του δικαστικού σώματος. Οι πειθαρχικές διαδικασίες είναι ευαίσθητες και εγκυμονούν δυνατότητες κατάχρησης και, κατ' αυτόν τον τρόπο, μπορούν να παραβιάσουν την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και το κράτος δικαίου, εάν δεν ρυθμίζονται και δεν εφαρμόζονται σωστά.
Τα προαναφερθέντα γεγονότα δεν ανταποκρίνονται στα ευρωπαϊκά πρότυπα και στο ευρωπαϊκό δίκαιο σχετικά με τη δικαστική εξουσία.
Η ερμηνεία του νόμου, η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών ή η στάθμιση των αποδεικτικών στοιχείων που διενεργούν οι δικαστές για την εκδίκαση των υποθέσεων δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως λόγος αστικής ή πειθαρχικής ευθύνης, εκτός από τις περιπτώσεις δόλου και βαριάς αμέλειας.
Οι νόμιμες προθεσμίες πρέπει να ορίζονται κατά τρόπο ώστε να μπορούν να τηρηθούν ρεαλιστικά, δεδομένων των διαθέσιμων πόρων και των υφιστάμενων διαδικαστικών κανόνων. Διαφορετικά, τα δικαστήρια καθίστανται υπεύθυνα για περιστάσεις πέραν του ελέγχου τους. Έτσι, η εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη μπορεί να μειωθεί.
Η ευθύνη για την επαρκή στελέχωση του συστήματος δικαιοσύνης και τη δημιουργία κατάλληλων δικονομικών κανόνων είναι καθήκον της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας του κράτους.
Εάν ένας δικαστής πρέπει να υπέχει πειθαρχική ευθύνη όταν υπερβαίνει μια προθεσμία, η υπαιτιότητά του πρέπει να διαπιστώνεται με δίκαιη διαδικασία, όπου πρέπει να εξετάζονται όλες οι περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης των άλλων. Ως εκ τούτου, οι πειθαρχικές διαδικασίες θα καταλήγουν τακτικά με αθώωση. Ωστόσο, το ενδεχόμενο μιας πειθαρχικής διαδικασίας ή μιας εκκρεμούς πειθαρχικής διαδικασίας θέτει απειλές για τους δικαστές, ακόμη και αν η αθώωση είναι πολύ πιθανή.
Η EAJ είναι πεπεισμένη ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα προκαλέσουν αδικαιολόγητη απειλή για τους δικαστές, θέτοντας, έτσι, σε κίνδυνο την ανεξαρτησία τους, η οποία τελικά μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού στη δικαιοσύνη και την αποτελεσματική λογοδοσία της.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, λοιπόν, η EAJ καλεί τις αρμόδιες ελληνικές αρχές να σταματήσουν την πρακτική της κίνησης πειθαρχικών διαδικασιών λόγω της ουσίας των αποφάσεων και να επανεξετάσουν την πρόταση τροποποίησης σχετικά με τις προθεσμίες στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και τους αντίστοιχους πειθαρχικούς κανονισμούς.
Πηγή: iaj-uim.org