logo-print

Απαραδέκτως το πρώτον κατ' έφεση προβολή ισχυρισμού περί διακοπής της παραγραφής με επίδοση της αγωγής (ΣτΕ 1474/2025)

Άνευ νομικής επιρροής η δικονομική συμπεριφορά του εναγόμενου ν.π.δ.δ. το οποίο κατά τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου της ουσίας παρέστη και δεν προέβαλε ένσταση παραγραφής

25/08/2025

25/08/2025

Η αρχή της οικονομίας της δίκης στις διοικητικές διαφορές, 2025
Προσφορά 2025

Απαράδεκτη κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας η προβολή το πρώτον κατ’ έφεση του ισχυρισμού περί διακοπής της παραγραφής της ένδικης αξίωσης με την επίδοση, με επιμέλεια του ενάγοντος, αγωγής αποζημίωσης (ΣτΕ 1474/2025).

Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προέκυψε, αλλά ούτε και ο ενάγων πρόβαλε ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου, ότι είχε διακοπεί η παραγραφή με την επίδοση, με επιμέλεια αυτού, της αγωγής στο εναγόμενο ν.π.δ.δ. πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής, ήτοι  ο ενάγων δεν είχε προβάλει τον πραγματικό ισχυρισμό περί διακοπής της παραγραφής των ενδίκων αξιώσεων, ο οποίος είχε ουσιώδη επιρροή, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, στην έκβαση της δίκης.

Απαραδέκτως, λοιπόν, το πρώτον ενώπιον του διοικητικού εφετείου ο αναιρεσείων προέβαλε τον πραγματικό ισχυρισμό περί διακοπής της παραγραφής των ενδίκων αξιώσεων και προσκόμισε προς απόδειξη του ισχυρισμού αυτού την οικεία έκθεση επίδοσης, χωρίς να συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 96 του Κ.Δ.Δ., το οποίο είναι εφαρμοστέο στην ένδικη υπόθεση και ορθώς εφαρμόστηκε από το διοικητικό εφετείο, δεδομένου ότι η διακοπή της παραγραφής κατά το ουσιαστικό δίκαιο επέρχεται με την επίδοση της  αγωγής στο εναγόμενο πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής (και όχι με την κατάθεση της αγωγής στη γραμματεία του δικαστηρίου εντός του χρόνου της παραγραφής). 

Το ΣτΕ επεσήμανε ότι το διοικητικό πρωτοδικείο δεν είχε υποχρέωση κατά το άρθρο 139Α του Κ.Δ.Δ. να καλέσει τον ενάγοντα  ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο του να προσκομίσει την οικεία έκθεση από την οποία αποδεικνυόταν το γεγονός της επίδοσης της αγωγής. Και τούτο, διότι η παράλειψη του ενάγοντος να προβάλει προσηκόντως τον πραγματικό ισχυρισμό περί διακοπής της παραγραφής με επίκληση του πραγματικού περιστατικού της επίδοσης της αγωγής με επιμέλεια αυτού μέσα στον χρόνο της παραγραφής και να προσκομίσει εγκαίρως προς απόδειξη του  ισχυρισμού αυτού την οικεία έκθεση επίδοσης δεν συνιστά τυπική παράλειψη δυνάμενη να συμπληρωθεί κατά την έννοια του άρθρου 139Α του Κ.Δ.Δ., ούτε αφορά το παραδεκτό της άσκησης της αγωγής ή το υποστατό αυτής λόγω μη επίδοσής της εντός ορισμένης προθεσμίας, όπως το τελευταίο συμβαίνει στην πολιτική δίκη, αλλά αφορά την ίδια την αξίωση και τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της άσκησης της αγωγής και, συγκεκριμένα, τη διακοπή της παραγραφής της ένδικης αξίωσης, την οποία επιφέρει το πραγματικό περιστατικό της διενεργούμενης με επιμέλεια του ενάγοντος επίδοσης της αγωγής στο εναγόμενο Δημόσιο ή ν.π.δ.δ..

Επομένως, οι ως άνω δικονομικές διατάξεις (άρθρ. 139Α Κ.Δ.Δ.) εκ της φύσεώς τους είναι στενώς ερμηνευτέες και δεν επιδέχονται διασταλτική ερμηνεία ούτε ανάλογη εφαρμογή στην ένδικη περίπτωση.

Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο της ουσίας  δεν είχε υποχρέωση να εκδώσει κατ' άρθρ. 151 επ. Κ.Δ.Δ. προδικαστική απόφαση προκειμένου να προσκομισθεί η οικεία έκθεση επίδοσης, διότι τούτο ανήκε στην ευχέρειά του.

Τέλος, κατά την πλειοψηφούσα άποψη του δικαστηρίου, εφόσον ο ενάγων βαρύνεται δικονομικώς με την υποχρέωση να προτείνει με το δικόγραφο της αγωγής του όλα τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν τη διακοπή της παραγραφής και δεδομένου ότι η παραγραφή κατά νόμον (άρθρο 52 εδ. τρίτο του ν.δ. 496/1974) λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο της ουσίας, η δε αυτεπάγγελτη αυτή λήψη υπόψη δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ούτε στην ΕΣΔΑ, είναι άνευ νομικής επιρροής η δικονομική συμπεριφορά του αντιδίκου του, ήτοι του εναγόμενου ν.π.δ.δ. το οποίο κατά τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου της ουσίας παρέστη και δεν προέβαλε την ένσταση της παραγραφής.

Η εκ παραδρομής μη έγκαιρη και μη προσήκουσα υποβολή στο διοικητικό πρωτοδικείο από τον ενάγοντα της έκθεσης επίδοσης της αγωγής στο εναγόμενο ν.π.δ.δ. δεν συνιστά δικαιολογημένη μη προβολή πραγματικού ισχυρισμού και μη προσκόμιση προς απόδειξή του του σχετικού αποδεικτικού στοιχείου ώστε να είναι κατ' εξαίρεση  επιτρεπτή το πρώτον κατ’ έφεση κατ' άρθρ. 96 Κ.Δ.Δ.

Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr

Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 2025
Ζητήματα πολυπρόσωπης λογοδοσίας στον Αστικό Κώδικα, 2024
send