Η παραβίαση υποχρέωσης για διατροφή στον νέο Ποινικό Κωδικά (ΑΠ 315/2023)
Ο εκτελεστός τίτλος αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης με τον νέο ΠΚ
Του ζητήματος της ύπαρξης εκτελεστού τίτλου για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παραβίασης της υποχρέωσης διατροφής υπό το πρίσμα του νέου Ποινικού Κώδικα επιλήφθηκε ο Άρειος Πάγος (ΑΠ 315/2023).
Κατά το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, από την αντιπαραβολή της διάταξης του άρθρου 358 ΠΚ όπως ίσχυε πριν το νέο ΠΚ και όπως ισχύει μετά τις αλλαγές, προκύπτει ότι η νεότερη διάταξη είναι ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο, αφού πλέον το αδίκημα της παραβίασης της υποχρέωσης διατροφής τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή, δηλαδή ηπιότερα σε σχέση με την προϊσχύσασα ποινική μεταχείριση του κατηγορουμένου, που προέβλεπε μόνο φυλάκιση έως ένα έτος, ενώ πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι, για την στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εν λόγω εγκλήματος προστέθηκε και το στοιχείο της ύπαρξης «εκτελεστού τίτλου».
Για τη στοιχειοθέτηση, λοιπόν, του ανωτέρω εγκλήματος απαιτείται η υποχρέωση για διατροφή να έχει αναγνωριστεί, έστω και προσωρινά, με εκτελεστό τίτλο. Εάν αυτός είναι δικαστική απόφαση, θα πρέπει επιπλέον η απόφαση αυτή να ισχύει καθόλο το χρονικό διάστημα της παραβίασης της υποχρέωσης, δηλαδή να μην έχει καταστεί εκ των υστέρων ανίσχυρη.
Περαιτέρω, η απόφαση του πολιτικού δικαστηρίου δεσμεύει το ποινικό δικαστήριο περί της υπάρξεως υποχρεώσεως διατροφής, πλην όμως τούτο ερευνά το κύρος και την ισχύ της αποφάσεως κατά το άρθρο 60 παρ. 1 ΚΠΔ, σε συνάρτηση με το χρόνο της παραβιάσεως της υποχρεώσεως διατροφής, όχι όμως και την ορθότητά της.
Εν προκειμένω, το ανώτατο δικαστήριο, κάνοντας δεκτό το σχετικό λόγο αναίρεσης για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ποινικής ουσιαστικής διάταξης, δέχθηκε ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε την επιεικέστερη ποινική διάταξη του άρθρου 358 του νέου ΠΚ, αφού έλαβε υπόψη του απόφαση πολιτικού δικαστηρίου, η οποία, ως αναγνωριστική, δεν συνιστά εκτελεστό τίτλο. Συνεπώς, ελλείπει το στοιχείο αυτό της αντικειμενικής υπόστασης του εν λόγω εγκλήματος.
Απόσπασμα απόφασης
Από την τελευταία λοιπόν διάταξη προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του ανωτέρω εγκλήματος απαιτείται: α) υποχρέωση διατροφής από τον νόμο, που ιδρύεται με βάση το δεσμό του γάμου μεταξύ των συζύγων, διαζευγμένων συζύγων, συγγενών εξ αίματος κατ’ ευθεία γραμμή ή αδελφών και θετών τέκνων, β) η υποχρέωση για διατροφή να έχει αναγνωριστεί, έστω και προσωρινά με εκτελεστό τίτλο και εάν αυτός είναι δικαστική απόφαση θα πρέπει, επί πλέον η απόφαση αυτή να ισχύει καθόλο το χρονικό διάστημα της παραβίασης της υποχρέωσης, δηλαδή να μην έχει καταστεί εκ των υστέρων ανίσχυρη, γ) δόλος, ήτοι δεδηλωμένη παράλειψη του φερόμενου ως υπόχρεου προς διατροφή από κακοβουλία, δηλαδή ενδιάθετη βούληση μη συμμορφώσεως του δράστη προς την υποχρέωση, οφειλόμενη σε κακεντρέχεια και κακή θέληση να στερηθεί ο δικαιούχος τα αναγκαία προς το ζην, παρότι είχε την οικονομική δυνατότητα να καταβάλει το χρηματικό ποσό που επιδικάσθηκε για την κάλυψη των αναγκών επιβιώσεως του δικαιουμένου προσώπου για το προσδιορισμένο χρονικό διάστημα και δεν αρκεί λησμοσύνη ή οικονομική αδυναμία, ενώ η οικονομική δυνατότητα του υπόχρεου κρίνεται σε σχέση με την οικονομική του κατάσταση και την επαγγελματική του δραστηριότητα. Αρκεί και ενδεχόμενος δόλος. Στο δόλο του δράστη περιλαμβάνεται και η γνώση της περί διατροφής υποχρεώσεως, βάσει όμως ήδη εκδοθείσας σε βάρος του δικαστικής αποφάσεως, χωρίς να απαιτείται και τυπική επίδοση σε αυτόν της αποφάσεως με δικαστικό επιμελητή και γνώση ότι ο δικαιούχος θα περιέλθει σε στερήσεις ή θα αναγκασθεί να δεχθεί τη βοήθεια άλλων για τη διατροφή του και δ) ο δικαιούχος να υποστεί πράγματι στερήσεις ή να αναγκασθεί να ζητήσει ή να δεχθεί βοήθεια άλλων. Οι στερήσεις αναφέρονται γενικά στη διατροφή σε όλη της την έκταση και όχι μόνο στα απολύτως αναγκαία μέσα συντήρησης. Ως «βοήθεια» νοείται η υλική βοήθεια άλλων, έστω και απώτερων υποχρέων προς διατροφή, συγγενών ή μη, φίλων κλπ ή κρατικής κοινωνικής πρόνοιας ή ιδρυμάτων (ΑΠ 572/2021, ΑΠ 914/2020). Περαιτέρω η παραβίαση της υποχρεώσεως προς διατροφή τελείται κατ’ εξακολούθηση για απέχοντα χρονικώς διαστήματα (μηνών) και αν η στέρηση αφορά περισσότερα από ένα πρόσωπα, όπως δύο ανήλικα τέκνα, πρόκειται για ισάριθμα εγκλήματα σε αληθινή συρροή, δηλαδή για αυτοτελή εγκλήματα (όσα και τα δικαιούχα πρόσωπα) που τελέσθηκε το καθένα κατ’ εξακολούθηση. Η απόφαση του πολιτικού δικαστηρίου δεσμεύει το ποινικό δικαστήριο περί της υπάρξεως υποχρεώσεως διατροφής, πλην όμως τούτο ερευνά το κύρος και την ισχύ της αποφάσεως κατά το άρθρο 60 παρ. 1 ΚΠΔ, σε συνάρτηση με το χρόνο της παραβιάσεως της υποχρεώσεως διατροφής, όχι όμως και την ορθότητά της (ΑΠ 1136/2020).
Πηγή: dikastis.blogspot.com