logo-print

Παράλειψη προσκόμισης έκθεσης επίδοσης αγωγής στην τακτική διαδικασία (ΑΠ 503/2024)

Συνιστά τυπική παράλειψη που μπορεί να συμπληρωθεί και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης με κλήση του πληρεξούσιου δικηγόρου του διαδίκου από το δικαστήριο

20/12/2024

09/01/2025

Πολυκώδικας - Απρίλιος 2023

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Παροχή διόδου κατά ΑΚ 1012-1017, 3η έκδ., 2024

Με πρόσφατη απόφασή του ο Άρειος Πάγος έκρινε πως η παράλειψη κατάθεσης της έκθεσης επίδοσης της αγωγής, στο πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας, συνιστά τυπική παράλειψη, δυνάμενη να συμπληρωθεί και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, με κλήση του πληρεξούσιου δικηγόρου του διαδίκου (ΑΠ 503/2024).

Σύμφωνα με το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, με τις διατάξεις των άρθρων 215, 237, 238 ΚΠολΔ, που ορίζουν το πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, θεσπίζονται σύντομες σχετικά προθεσμίες ενέργειας τόσο των διαδίκων όσο και του δικαστηρίου. Ειδικά για την παράλειψη του ενάγοντος να επιδώσει την αγωγή στον εναγόμενο εντός των προθεσμιών του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ επιβάλλεται ως κύρωση να θεωρηθεί η αγωγή ως μη ασκηθείσα, δηλαδή ανυπόστατη.

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 227 του ΚΠολΔ, αν ο διάδικος παραλείψει, μέσα στην προθεσμία των 100 ημερών ή 130 ημερών, να καταθέσει το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής, μπορεί να συμπληρωθεί η έλλειψη της κατάθεσης αυτού, κατόπιν πρόσκλησης του δικαστή (δια του γραμματέως), η οποία γίνεται και τηλεφωνικώς, ο δε γραμματέας βεβαιώνει με σημείωση στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας τον χρόνο της ειδοποίησης. Έτσι, οι διάδικοι, οι οποίοι πρέπει να έχουν ήδη κατά την έγγραφη προδικασία υποβάλει τις προτάσεις τους (και πιθανώς δικόγραφο προσθήκης-αντίκρουσης σε αυτές), καθώς και να έχουν προσκομίσει τα αποδεικτικά τους έγγραφα, δεν υποχρεούνται να παραστούν κατά τη συζήτηση, χωρίς η απουσία τους αυτή να είναι δυνατό να επιφέρει δυσμενείς σε αυτούς δικονομικές συνέπειες. Έτσι, και υπό τη νέα τακτική διαδικασία προβλέπεται η συμπλήρωση των παραλείψεων με την εφαρμογή του άρθρου 227 ΚΠολΔ για όσες εκ των τυχόν ελλείψεων εξακολουθήσουν να θεωρούνται και υπό τη νέα τακτική διαδικασία τυπικές, όπως η ανωτέρω έκθεση επίδοση της αγωγής.

Η συμπλήρωση αυτή δεν αποκλείεται από τη μη αναφορά της συμπλήρωσης της έλλειψης αυτής, στο άρθρο 237 παρ. 1εδγ στο οποίο γίνεται μνεία της συμπλήρωσης με το άρθρο 227 της έλλειψης κατάθεσης των πληρεξούσιων εγγράφων, προς ειδική επισήμανση της ταχείας συμπλήρωσης αυτής με απλή πρόσκληση του άρθρου 227 ΚΠολΔ, και όχι με τη διαδικασία του άρθρου 105 ΚΠολΔ, με την οποία προβλέπεται η έκδοση απόφασης για τη συμπλήρωση της σχετικής έλλειψης. Σύμφωνα δε με το άρθρο 524 παρ. 1 ΚΠολΔ οι διατάξεις του άρθρου 227 ΚΠολΔ εφαρμόζονται και στη διαδικασία στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.

Εν προκειμένω, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε απαράδεκτο τον λόγο αναίρεσης, με τον οποίο μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση, με επίκληση ότι παρά το νόμο έλαβε υπόψη το εκπροθέσμως προσκομισθέν, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, και μετά από κλήση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, αποδεικτικό μέσο της έκθεσης επίδοσης της αγωγής.

Συγκεκριμένα, όπως επεσήμανε το δικαστήριο, η έκθεση επίδοσης αποτελεί διαδικαστικό έγγραφο της ένδικης δίκης, και όχι αποδεικτικό μέσο με την έννοια του άρθρου 339 ΚΠολΔ, στα οποία αναφέρεται ο αναιρετικός λόγος από τον αρ. 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ήτοι προς διάγνωση της ουσίας της διαφοράς. Ο αυτός παραπάνω λόγος αναίρεσης, αν ήθελε εκτιμηθεί ως λόγος αναίρεσης, από τον αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την έννοια της παραβίασης της διάταξης του άρθρου 237 παρ. 1εδ β του ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος, διότι η παράλειψη κατάθεσης της έκθεσης επίδοσης της αγωγής, μέσα στη συγκεκριμένη προθεσμία, συνιστά τυπική παράλειψη, δυνάμενη, κατ' άρθρ. 524 παρ. 1 και 227 ΚΠολΔ, να συμπληρωθεί και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, με κλήση του πληρεξούσιου δικηγόρου του διαδίκου.

Απόσπασμα απόφασης

Στην προκείμενη περίπτωση, από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, προκύπτουν τα εξής: Οι 1ος, 4η, 5ος 6η και 7ος των αναιρεσιβλήτων καθώς και ο Α. Σ. του Α., με την από 19-12-2017 αγωγή τους, αφού εξέθεταν ότι την κληρονομία του αποβιώσαντος, στις 19-07-2007, Σ. Σ. του Ι. και της Σ., αποποιήθηκαν, οι πλησιέστεροι συγγενείς αυτού, καλούμενοι ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτού: α) της πρώτης τάξης και η σύζυγος αυτού, που συνέτρεχε με αυτούς, β) της δεύτερης τάξης, κλήθηκαν οι ίδιοι ως εξ αδιαθέτου συγγενείς του κληρονομούμενου της τρίτης τάξης, και, συγκεκριμένα, ως πρώτα εξαδέλφια αυτού από την πατρική γραμμή αυτού, οι 1ος, 4η, 5ος και 6η των αναιρεσιβλήτων, και ο Α. Σ. του Σ. και από τη μητρική γραμμή αυτού ο 7ος αναιρεσίβλητος, από το αναιρεσείον, Ελληνικό Δημόσιο, προς καταβολή ληξιπρόθεσμων και βεβαιωμένων χρεών, ζήτησαν: 1) να ακυρωθεί, λόγω ουσιώδους πλάνης, η πλασματική αποδοχή από τους ίδιους της ως άνω κληρονομίας, και 2) να αναγνωριστούν ως έγκυρες οι αναφερόμενες δηλώσεις αποποίησης της επαχθείσας σ' αυτούς ως άνω κληρονομίας, ως γενόμενες μέσα στην προθεσμία των τεσσάρων μηνών από την γνώση α) του θανάτου του ανωτέρω συγγενούς του και β) της ανωτέρω αποποίησης κληρονομίας των κληρονόμων των προγενέστερων τάξεων. Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλούμενη, με αριθμ. 511/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως κατ' ουσίαν αβάσιμη και επί της έφεσης των αναιρεσιβλήτων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία, αφού απορρίφθηκε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη η αγωγή κατά το αίτημα ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής, αναγνωρίστηκε ότι είναι έγκυρες οι αναφερόμενες δηλώσεις αποποίησης κληρονομίας των 1ου, 4ης, 5ου, 6η και 7ου των αναιρεσιβλήτων, και του Α. Σ. του Σ., στη θέση του οποίου μετά τον επισυμβάντα, στις 14-01-2019, ήτοι μετά την άσκηση της αγωγής, υπεισήλθαν οι 2η και 3η των αναιρεσιβλήτων. Ειδικότερα, με την προσβαλλόμενη απόφαση, μεταξύ άλλων, κρίθηκε ότι "... η κρινόμενη αγωγή, η οποία σημειωτέον δεν είναι ανυπόστατη - όπως αβάσιμα ισχυρίστηκε το εναγόμενο-εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο με τις προτάσεις του, επικαλούμενο ότι δήθεν δεν έχει επιδοθεί στον νόμιμο εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., αφού από την υπ' αριθμόν .../21-12-2017 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ε. Λ., που προσκόμισαν οι εκκαλούντες μετά από ειδοποίησή τους από την Γραμματέα του Δικαστηρίου προς συμπλήρωση τυπικών παραλείψεων (άρθρο 227 § 1 ΚΠολΔ), αποδεικνύεται ότι η κρινόμενη αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον νόμιμο εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., την οποία παρέλαβε η εξουσιοδοτηθείσα προς τούτο Μαρία Γραμματικάκη - Πάρεδρος του Ν.Σ.Κ..", ήτοι ότι με την επίδοση της αγωγής, στις 21-12-2017, στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ολοκληρώθηκε η άσκησης της ένδικης αγωγής, η οποία κατατέθηκε, στις 20-12-2017 στη γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μέσα στην προβλεπόμενη 30νθήμερη προθεσμία του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ. Επομένως, το Εφετείο, δεν παρέλειψε, παρά το νόμο, να κηρύξει ως ανυπόστατη την ένδικη αγωγή, διότι για την ολοκλήρωση των έννομων συνεπειών της άσκησης αυτής, ως αφορώσα την οριοθέτηση του κληρονομικού δικαιώματος των εναγόντων, αρκεί η επίδοση, μετά την 01-01-2017, είτε στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., όπως έλαβε χώρα στην προκείμενη περίπτωση, είτε στον Υπουργό Οικονομικών, και, συνεπώς, ο, από τον αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο το αναιρεσείον υποστηρίζει τα αντίθετα είναι αβάσιμος. [2] Ο, από τον αρ. 11β του άρθρου 559 ΚΠολΔ, δεύτερος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση, με επίκληση ότι παρά το νόμο έλαβε υπόψη το εκπροθέσμως προσκομισθέν, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, και μετά από κλήση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, αποδεικτικό μέσο της έκθεση επίδοσης της αγωγής, είναι απαράδεκτος. Και, τούτο, η έκθεση επίδοσης αποτελεί διαδικαστικό έγγραφο της ένδικης δίκης, και όχι αποδεικτικό μέσο με την έννοια του άρθρου 339 ΚΠολΔ, στα οποία αναφέρεται ο αναιρετικός λόγος από τον αρ. 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ήτοι προς διάγνωση της ουσίας της διαφοράς. Ο αυτός παραπάνω λόγος αναίρεσης, αν ήθελε εκτιμηθεί ως λόγος αναίρεσης, από τον αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την έννοια της παραβίασης της διάταξης του άρθρου 237 παρ. 1εδ β του ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος, διότι η παράλειψη κατάθεσης της έκθεσης επίδοσης της αγωγής, μέσα στη συγκεκριμένη προθεσμία, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, συνιστά τυπική παράλειψη, δυνάμενη, κατ' άρθρ. 524 παρ. 1 και 227 ΚΠολΔ, να συμπληρωθεί και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, με κλήση του πληρεξούσιου δικηγόρου του διαδίκου, όπως, κατά την προσβαλλόμενη απόφαση, επισυνέβη στην προκείμενη περίπτωση. Επομένως, το εφετείο δεν παράλειψε, παρά το νόμο, να κηρύξει ανυπόστατη την αγωγή.

Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr.

Δίκαιο πληροφορικής - E έκδοση
Δίκαιο πληροφορικής - E έκδοση
send