Συνέπειες κατάσχεσης: Ερμηνεία του άρθρου 997 παρ.6 ΚΠολΔ (ΓνωμΕισΑΠ 3/2025)
Απαντήσεις σε ερωτήματα του Προέδρου της Ομοσπονδίας Δικαστικών Επιμελητών Ελλάδος σχετικά με τη λήψη των προβλεπόμενων εγγράφων από δικαστικό επιμελητή που έχει εντολή να εκτελέσει την περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης
Γνωμοδότηση, κατόπιν υποβολής σχετικών ερωτημάτων από τον Πρόεδρο της Ομοσπονδίας Δικαστικών Επιμελητών Ελλάδος, σας σχετικά με την ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 997 παρ.6 ΚΠολΔ, ως αυτή ισχύει, εξέδωσε η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Τα ερωτήματα που υποβλήθηκαν ενώπιον της Εισαγγελίας είναι τα ακόλουθα:
α) Είναι επιτρεπτή η λήψη των προβλεπόμενων εγγράφων στο άρθρο 997 § 6 ΚΠολΔ από δικαστικό επιμελητή που έχει εντολή να εκτελέσει την περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης;
β) Είναι υποχρεωτική η συγκέντρωση των στοιχείων και εγγράφων που καταγράφονται στο άρθρο 995 § 4 προτελευταίο και τελευταίο εδάφιο ΚΠολΔ;
γ) Είναι υποχρεωμένες οι υπηρεσίες που αναγράφονται στο άρθρο 997 § 6 ΚΠολΔ να χορηγούν τα σχετικά έγγραφα στον δικαστικό επιμελητή του κατασχόντος, και του δικαστικού επιμελητή που έχει εντολή να εκτελέσει την περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης;
δ) Με ποια διαδικασία δύναται ο δικαστικός επιμελητής να χορηγήσει τη βεβαίωση των άρθρων 955 § 2 και 995 § 4 ΚΠολΔ σχετικά με την αδυναμία ορισμού συμβολαιογράφου του τόπου εκτέλεσης ή της Περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης;
Από την επισκόπηση και ανάλυση των διατάξεων των άρθρων 997 παρ. 6, 995 παρ.4 και 998 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αλλά και του συνόλου των συναφών διατάξεων που ρυθμίζουν τα περί αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών και ακινήτων, πλοίων ή αεροσκαφών (άρθρα 953-1054), σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 1, 22 και 25 του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών (Ν. 2318/1995), η Εισαγγελία κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:
1ον: Στην προδιαληφθείσα διάταξη του άρθρου 997 παρ.6 του ΚΠολΔ γίνεται μεν λόγος "για δικαστικό επιμελητή που επέβαλε την κατάσχεση”, χωρίς την πρόβλεψη της πιθανότητας να είναι διαφορετικός ο δικαστικός επιμελητής που επέβαλε την κατάσχεση από αυτόν που θα εκτελέσει την περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, ωστόσο, ο νομοθέτης δεν εννοεί μόνο τον stricto sencu (επιβαλόντα την κατάσχεση δικαστικό επιμελητή), αλλά και τον lato sencu (υπό ευρεία εννοία) ενεργούντα, διαλαμβάνοντας και μη εξαιρώντας από την πρόβλεψη, τον τελευταίο, δηλ. τον έχοντα εντολή εκτέλεσης της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης. Τούτο δύναται να συναχθεί από την ανάγνωση και ερμηνεία όλων των περί αναγκαστικής εκτέλεσης διατάξεων του ΚΠολΔ που διατρέχουν το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης και περιγράφουν πράξεις ή ενέργειες του δικαστικού επιμελητή ως κυριάρχου δημοσίου οργάνου κατά τα άρθρα 1παρ.1, 21 παρ.1, και 25 παρ.1 του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών, επί της συνόλης διαδρομής της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, στις οποίες αναφέρεται μονολεκτικά και δίχως διάκριση, η φράση "δικαστικός επιμελητής”, εννοώντας βεβαίως, τον εκάστοτε επιλαμβανόμενο δικαστικό επιμελητή, είτε πρόκειται για τον επιμελητή που επέβαλε την κατάσχεση είτε για τον έχοντα εντολή εκτέλεσης της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης.
2ον: Από την κατάστρωση της διάταξης του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 994 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το όλο πνεύμα του νομοθέτη, περαίνεται, ότι η συγκέντρωση των στοιχείων και των εγγράφων που καταγράφονται στην ως άνω διάταξη, είναι υποχρεωτική για τον επιλαμβανόμενο δικαστικό επιμελητή, για λόγους διαφάνειας, πληρότητας αλλά και οικονομίας χρόνου και δαπάνης κατά την επί του πλειστηριασμού διαδικασία, και, προσέτι, αποφυγής πιθανών εν τω μέλλοντι δικαστικών αγώνων, ένεκα ελλείψεων των στοιχείων των εκθέσεων, κ.λπ., οι οποίες, κατά το μείζον ή έλασσον, δημιουργούν έδαφος προβολής ενστάσεων περί εμφιλοχώρησης πιθανών ακυροτήτων σε θέματα της κατάσχεσης, κ.α.ο. Το συμπέρασμα τούτο εξάγεται και από το γεγονός, ότι η ίδια διάταξη (ακροτελεύτιο εδάφιο) εμπεριέχει πρόβλεψη που καθιερώνει ρητά υποχρέωση των αρμοδίων δημοσίων υπηρεσιών και συμβολαιογράφων να χορηγούν στον δικαστικό επιμελητή τα έγγραφα αυτά.
Η Εισαγγελία επεσήμανε, επικουρικώς, και άλλες διατάξεις προβλέπουν συναφή με την παρούσα υποχρέωση δημοσίων υπηρεσιών, όπως υποθηκοφυλακείων κτηματολογικών γραφείων, νηολογίων, ναυτικών υποθηκολογίων, μητρώων αεροσκαφών και διευθύνσεις συγκοινωνιών, να παρέχουν πρόσβαση επί των στοιχείων στους δικαστικούς επιμελητές και να επιτρέπουν αυτοπρόσωπη από αυτούς έρευνα στα δημόσια βιβλία που τηρούν προς εξεύρεση περιουσιακών στοιχείων οφειλετών εναντίον των οποίων έχουν εντολή να διενεργήσουν κατάσχεση ή άλλη πράξη εκτελέσεως.
Δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 997 ΚΠολΔ, καθόσον, εκεί προβλέπεται η δυνατότητα του δικαστικού επιμελητή να ζητήσει και λάβει από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. αντίγραφα των προ της κατασχέσεως μισθωτηρίων και από τις αρμόδιες πολεοδομίες τον φάκελο του ακινήτου, δηλ. αναφέρεται στη θέσπιση και θεμελίωση του εν λόγω δικαιώματος του προς άρση πάσης αμφισβήτησης του, και όχι στην δια των ανωτέρω διατάξεων προβλεπόμενη υποχρέωσή του, που είναι διάφορο θέμα.
3ον: Οι υπηρεσίες που αναγράφονται στο άρθρο 997 παρ. 6 ΚΠολΔ υποχρεούνται να χορηγούν τα σχετικά έγγραφα τόσο στον κατάσχοντα δικαστικό επιμελητή, όσο και στο δικαστικό επιμελητή που έχει εντολή να εκτελέσει την περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης.
4ον: Στις διατάξεις των άρθρων 955 παρ.2 και 995 παρ. 2και 4 γίνεται μεν λόγος, ότι στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, περιλαμβάνεται και η βεβαίωση του δικαστικού επιμελητή, σχετικά με την αδυναμία ορισμού συμβολαιογράφου του τόπου εκτέλεσης ή της Περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης, ωστόσο, δεν καθορίζεται και η διαδικασία κατά την οποία ο δικαστικός επιμελητής δύναται να χορηγήσει την ως άνω βεβαίωση αδυναμίας. Επ' αυτού θεωρείται ως προκρινόμενη λύση, να ακολουθηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στον Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών και δη στη διάταξη του άρθρου 1παρ.2 περ.γ’, δηλαδή η σύνταξη από μέρους του Επιμελητή αιτιολογημένης διαπιστωτικής έκθεσης από την οποία θα προκύπτει η κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ανακύψασα βάσει αποδεικτικών στοιχείων αδυναμία ορισμού συμβολαιογράφου και η καταχώριση της στην έκθεση, με επισύναψη της τελευταίας, στην συντασσόμενη για την περίπτωση και προβλεπόμενη στο νόμο οικεία βεβαίωση. Σε κάθε περίπτωση, επί υπάρξεως οιασδήποτε σοβαρής αμφισβήτησης ή αντίρρησης από μέρους των εμπλεκομένων στην εν λόγω διαδικασία προσώπων μη αποδεχομένων την διευθέτηση θέματος δια της ως άνω ταχείας οδού, ανοικτή παραμένει, η από τα άρθρα 998 παρ.4 εδ. τελευτ., και 959 παρ.7 ΚΠολΔ, ως ισχύουν, προβλεπομένη οδός της επίλυσης της διαφοράς από το δικαστήριο του τόπου εκτέλεσης, στο οποίο αυτοί μπορούν να προσφύγουν.
Δείτε αναλυτικά τη γνωμοδότηση στο eisap.gr.