1. Οι τακτικοί δικαστές του μεικτού ορκωτού δικαστηρίου αποφασίζουν χωρίς την σύμπραξη των ενόρκων: α) για την ταυτότητα του κατηγορουμένου· β) για το θέμα της αρμοδιότητας του δικαστηρίου που ανακύπτει προτού αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία· γ) για τη νομιμοποίηση της παράστασης του πολιτικώς ενάγοντος ή του αστικώς υπευθύνου· δ) για τις προϋποθέσεις της έγκυρης εισαγωγής στο ακροατήριο, καθώς και για τα διαδικαστικά ζητήματα που αφορούν τη διεξαγωγή της διαδικασίας στο ακροατήριο· ε) για τα παρεμπίπτοντα νομικά ζητήματα που εμφανίζονται και εξετάζονται στη διάρκεια της συζήτησης· στ) για την αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 471 παρ. 2 του Κώδικα· ζ) για τη σύμφωνα με το άρθρο 101 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα ανάκληση της αναστολής που χορηγήθηκε· και η) για τις κατά το άρθρο 71 αστικές απαιτήσεις του κατηγορουμένου που αθωώθηκε.
2. Μόνο οι τακτικοί δικαστές κηρύσσουν απαράδεκτη την ποινική δίωξη ή την παύουν οριστικά, αν ο σχετικός λόγος διαπιστώθηκε από αυτούς όταν άρχιζε η συνεδρίαση και πριν από την κλήρωση των ενόρκων.
3. Αίτηση για ακύρωση της διαδικασίας ή της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 341 ή 430 επιτρέπεται μόνο στην περίπτωση καταδίκης συναιτίου για συναφή πράξη σε βαθμό πλημμελήματος που τελέστηκε από αυτόν· η σχετική αίτηση εκδικάζεται από τους τακτικούς δικαστές.