1. Η Εισαγγελική αρχή και ο ανακριτής δύνανται, κατά τη διάρκεια της έρευνας από την Επιτροπή οποιασδήποτε υποθέσεως, να ζητούν πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως. Μετά το πέρας της έρευνας και τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο, δύνανται να ζητούν στοιχεία για την υπόθεση αυτή ή την υποβολή ολόκληρου του φακέλου της υπόθεσης.
2. Η Επιτροπή δύναται να διαβιβάζει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως προς τις αρμόδιες αρχές, τις Εισαγγελικές Αρχές, την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, την αρμόδια Υπηρεσία του Λιμενικού Σώματος και τις Υπηρεσιακές Μονάδες της Ελληνικής Αστυνομίας, όπως οι τελευταίες προσδιορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται χρήσιμες για το ερευνητικό έργο των ανωτέρω φορέων και την εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους. Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται είτε με πρωτοβουλία της Επιτροπής, είτε ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα των ανωτέρω φορέων με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου.
3. Η Επιτροπή δύναται να ζητεί ενημέρωση για τα αποτελέσματα των ερευνών που διεξήχθησαν από τους ανωτέρω φορείς, πλην των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, με βάση τις διαβιβασθείσες πληροφορίες της παραγράφου 2, καθώς και κάθε πληροφορία που προβλέπεται από το άρθρο 7 του παρόντος νόμου.
4. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ανταλλάσσουν εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και αλληλοενημερώνονται για τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών. Με διμερή ή πολυμερή μνημόνια συνεργασίας δύνανται να εξειδικεύονται οι διαδικασίες και οι τεχνικές λεπτομέρειες της ως άνω ανταλλαγής πληροφοριών.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως μεταξύ της Επιτροπής, των αρμόδιων αρχών, των φορολογικών και τελωνειακών αρχών, καθώς και της ΥΠ.Ε.Ε., για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο.
6. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι διαδικασίες και το αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως μεταξύ της Επιτροπής και των αρμοδίων αρχών αφ' ενός και των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και της αρμόδιας Υπηρεσίας του Λιμενικού Σώματος αφ' ετέρου για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο.
7. Οι φορείς των παραγράφων 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου δύνανται να διενεργούν κοινούς ελέγχους για υποθέσεις κοινής αρμοδιότητας και ενδιαφέροντος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο.
8. Στις πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο περιλαμβάνονται και πληροφορίες που αποκτώνται από τους διαβιβάζοντες ή ανταλλάσσοντες αυτές φορείς, μέσω της διεθνούς συνεργασίας με αντίστοιχες αλλοδαπές αρχές ή φορείς, εφόσον αυτό επιτρέπεται από τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής της συνεργασίας.
9. Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων αυτού του νόμου, ως πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως νοούνται οι αφορώσες στην επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική συμπεριφορά νομικών ή φυσικών προσώπων, τα στοιχεία των συναλλαγών και δραστηριοτήτων τους, τα φορολογικά στοιχεία τους και πληροφορίες σχετιζόμενες με ποινικά αδικήματα και φορολογικές, τελωνειακές ή άλλες διοικητικές παραβάσεις.