1. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4469/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν δεν προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα το ακριβές ύψος της απαίτησης, ο συντονιστής προσμετρά στα ποσοστά της απαρτίας και της πλειοψηφίας μέχρι το πέρας της διαδικασίας μόνο το μέρος της απαίτησης που δεν αμφισβητείται, εκτός εάν η απαίτηση προσδιοριστεί σε διαφορετικό ποσό από τον εμπειρογνώμονα κατά την επαλήθευση των αμφισβητούμενων απαιτήσεων. Ο πιστωτής που συνεχίζει να αμφισβητεί το ποσό της απαίτησής του στο τέλος της διαδικασίας δεν εμποδίζεται να επιδιώξει τη δικαστική αναγνώριση του ύψους της».
2. Μετά την περίπτωση δ΄ της παρ. 6 του άρθρου 12 του ν. 4469/2017 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής:
«ε) μη συμβαλλόμενοι πιστωτές αμφισβητούν το ποσό της απαίτησής τους, όπως αυτό προσδιορίστηκε από τον οφειλέτη, το συντονιστή ή τον εμπειρογνώμονα, προκύπτει ότι το αμφισβητούμενο μέρος της απαίτησης αντιστοιχεί σε ποσοστό επί του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη ικανό να ανατρέψει τη σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και αποδεικνύεται ενώπιον του δικαστηρίου η βασιμότητα της αξίωσης του πιστωτή, κατά το αμφισβητούμενο μέρος.».