1. Η ανακοπή εκτέλεσης ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών η οποία αρχίζει:
(α) στις περ. α’, β’ και δ’της παρ. 2 του άρθρου 142, από την επίδοση, αλλιώς από την πλήρη γνώση της πράξης ταμειακής βεβαίωσης, της κατασχετήριας έκθεσης και της έκθεσης πλειστηριασμού, αντιστοίχως,
(β) στην περ. ε’ της παρ. 2 του άρθρου 142, από την επίδοση της γραπτής πρόσκλησης του αρμόδιου για τον πλειστηριασμό υπαλλήλου προς τους δανειστές για να λάβουν γνώση του πίνακα κατάταξης,
(γ) στην περ. α’της παρ. 3 του άρθρου 142, από την επίδοση της δήλωσης του τρίτου ή την περιέλευση της σχετικής έκθεσης του ειρηνοδίκη, στον προϊστάμενο της οικονομικής υπηρεσίας που επισπεύδει την εκτέλεση,
(δ) στην περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 142, από την περιέλευση στον σύνδικο του πίνακα των βεβαιωμένων υπέρ του Δημοσίου χρεών του οφειλέτη,
(ε) σε κάθε άλλη περίπτωση άσκησης ανακοπής εκτέλεσης, από την επίδοση, αλλιώς από την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης πράξης.
2. Στην περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 142, η ανακοπή ασκείται μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών, η οποία αρχίζει από την επίδοση του προγράμματος πλειστηριασμού.
3. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ασκηθεί ανακοπή εκτέλεσης αν έχουν περάσει έξι (6) μήνες από τη διενέργεια του πλειστηριασμού.