Στο άρθρο 476 ΚΠΔ: α) τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 με την προσθήκη της προϋπόθεσης έλλειψης εννόμου συμφέροντος για την κήρυξη απαραδέκτου του ενδίκου μέσου, β) τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 αναφορικά με τη δυνατότητα συμπλήρωσης τυπικών διατυπώσεων που δεν έχουν τηρηθεί, γ) στην παρ. 1 προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, δ) τροποποιείται η παρ. 2 ως προς τον ορισμό της έφεσης ως ενδίκου μέσου, ε) προστίθεται νέα παρ. 2Α και το άρθρο 476 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 476
Όταν το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο
1. Όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή δεν είχε έννομο συμφέρον ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από τον νόμο για την άσκησή του, καθώς και όταν έγινε νόμιμα παραίτηση από το ένδικο μέσο ή όταν τούτο ασκείται για δεύτερη φορά ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος ρητά προβλέπει ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει αυτόν που άσκησε το ένδικο μέσο ή τον συνήγορο αντίκλητό του, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο, εκτός εάν η διατύπωση που δεν έχει τηρηθεί για την άσκησή του είναι τυπική και μπορεί να συμπληρωθεί. Ο εισαγγελέας οφείλει να ειδοποιήσει αυτόν που άσκησε το ένδικο μέσο ή τον αντίκλητό του για να προσέλθει στο συμβούλιο και να εκθέσει τις απόψεις του ή να συμπληρώσει την τυπική διατύπωση που δεν έχει τηρηθεί, σαράντα οκτώ τουλάχιστον ώρες πριν από την εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστήριο (συμβούλιο). Αν ο αναιρεσείων κρατείται, δεν μετάγεται αλλά μπορεί να υποβάλλει υπόμνημα και να εκπροσωπηθεί από συνήγορο. Την ειδοποίηση ενεργεί ο γραμματέας της εισαγγελίας ή του συμβουλίου με οποιοδήποτε μέσο (εγγράφως ή με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονική αλληλογραφία ή προφορικά ή τηλεφωνικά), η οποία αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωσή του που επισυνάπτεται στη δικογραφία.
2. Κατά της απόφασης που απορρίπτει το ένδικο μέσο της έφεσης ως απαράδεκτο επιτρέπεται μόνο αναίρεση.
2Α. Ελλείψεις και σφάλματα της έκθεσης που συντάσσεται κατά τη δήλωση άσκησης ενδίκου μέσου ή της έκθεσης εγχείρισης που συντάσσεται κατά την κατάθεση του σχετικού δικογράφου, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 474, τα οποία αποδίδονται χωρίς αμφιβολία στα αρμόδια για τη σύνταξη της έκθεσης πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 474 και αφορούν στον τύπο ή στο περιεχόμενο της έκθεσης, δεν συνιστούν λόγους απαραδέκτου του ενδίκου μέσου.
3. Αν το ένδικο μέσο κηρυχθεί απαράδεκτο, τα αποτελέσματά του παύουν αυτοδικαίως κατά το άρθρο 469.».