logo-print

Άρθρο 5 - Νόμος 2974/2001

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

27/07/2014

Η αστική ευθύνη του οδικού μεταφορέα κατά τη CMR
Δίκαιο Δημοσίων Συμβάσεων Δ έκδοση

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΙΔΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΑΙΚΟΣ

Αρθρο 5. Ο ναυτικός θα λαμβάνει αντίγραφο των αρχείων που τον αφορούν, τα οποία θα είναι θεωρημένα από τον πλοίαρχο, ή από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από τον πλοίαρχο και από τον ναυτικό.

2. Η αρμόδια αρχή θα καθορίζει τις διαδικασίες για την τήρηση τέτοιων αρχείων επί του πλοίου, περιλαμβανομένων και των διαστημάτων κατά τα οποία θα καταχωρούνται τα στοιχεία. Η αρμόδια αρχή θα καθιερώνει το έντυπο των αρχείων ωρών εργασίας ή ωρών ανάπαυσης των ναυτικών λαμβάνοντας υπόψη οποιεσδήποτε διαθέσιμες οδηγίες της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ή θα χρησιμοποιεί οποιοδήποτε πρότυπο έντυπο έχει προετοιμαστεί από την Οργάνωση. Το έντυπο θα καταρτίζεται στη γλώσσα ή τις γλώσσες που προβλέπονται από το Άρθρο 5 παράγραφος 8.

3. Αντίγραφα των σχετικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρονται σε αυτή τη Σύμβαση και των σχετικών συλλογικών συμβάσεων θα τηρούνται επί του πλοίου και θα είναι ευπρόσιτα στο πλήρωμα.

ΑΡΘΡΟ 9

Η αρμόδια αρχή θα εξετάζει και θεωρεί το αρχείο που αναφέρεται στο Αρθρο 8, σε κατάλληλα διαστήματα, ώστε να ελέγχεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις οι οποίες ρυθμίζουν τις ώρες εργασίας ή τις ώρες ανάπαυσης σε εφαρμογή αυτής της Σύμβασης.

ΑΡΘΡΟ 5

ΑΡΘΡΟ 10

Εφόσον τα αρχεία ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία υποδεικνύουν παράβαση των διατάξεων που ρυθμίζουν τις ώρες εργασίας ή τις ώρες ανάπαυσης, η αρμόδια αρχή θα απαιτεί τη λήψη μέτρων στα οποία περιλαμβάνεται, εφόσον είναι απαραίτητη, η αναθεώρηση της επάνδρωσης του πλοίου έτσι ώστε να αποφεύγονται παραβάσεις στο μέλλον.

1. Κάθε πλοίο στο οποίο έχει εφαρμογή αυτή η Σύμβαση θα είναι επαρκώς, ασφαλώς και αποτελεσματικές επανδρωμένο σύμφωνα με το έγγραφο ελαχίστης ασφαλούς επάνδρωσης ή ισοδυνάμου που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή.

2. Η αρμόδια αρχή όταν καθορίζει, εγκρίνει ή αναθεωρεί τα επίπεδα επάνδρωσης θα λαμβάνει υπόψη:

(α) την ανάγκη αποφυγής ή ελαχιστοποίησης, στο μέτρο του δυνατού, παρατεταμένων ωρών εργασίας, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής ανάπαυση και να περιορίζεται η κόπωση, και

(β) τα διεθνή όργανα που προσδιορίζονται στο Προοίμιο.

Κανένα πρόσωπο ηλικίας κάτω των 16 ετών δεν θα εργάζεται σε πλοίο.

ΜΕΡΟΣ IV. ΕΥΘΥΝΕΣ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΛΟΙΑΡΧΩΝ

Ο πλοιοκτήτης θα εξασφαλίζει ότι ο πλοίαρχος διαθέτει τα απαραίτητα μέσα με σκοπό τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή τη Σύμβαση, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την κατάλληλη επάνδρωση του πλοίου.

Ο πλοίαρχος θα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζει ότι τηρούνται οι απαιτήσεις περί ωρών εργασίας και ανάπαυσης που προκύπτουν από αυτή τη Σύμβαση.

Κάθε Μέλος το οποίο κυρώνει αυτή τη Σύμβαση θα είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή των διατάξεών της, με νόμους ή κανονισμούς, εκτός των περιπτώσεων όπου το αποτέλεσμα υφίσταται από συλλογικές συμβάσεις, διαιτητικές αποφάσεις ή δικαστικές αποφάσεις.

Το Μέλος θα:

(α) λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα, περιλαμβανομένης της πρόβλεψης κατάλληλων κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων αυτής της Σύμβασης,

(β) διαθέτει κατάλληλες υπηρεσίες επιθεώρησης που

θα εποπτεύουν την εφαρμογή των μέτρων που λήφθηκαν σε εκτέλεση αυτής της Σύμβασης και θα τις εφοδιάζει με τα απαραίτητα μέσα για το σκοπό αυτόν, και

(γ) κατόπιν διαβουλεύσεων με τις οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, θα καθιερώνει διαδικασίες για τη διερεύνηση καταγγελιών σχετικών με οποιαδήποτε θέματα περιέχονται σε αυτή τη Σύμβαση.

ΜΕΡΟΣ VI. ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 16

Αυτή η Σύμβαση αναθεωρεί τη Σύμβαση (Θαλάσσης) για τους Μισθούς, τις Ώρες Εργασίας και την Επάνδρωση (Αναθεωρητική) 1958, τη Σύμβαση (Θαλάσσης) για τους Μισθούς, τις Ώρες Εργασίας και την Επάνδρωση (Αναθεωρητική) 1949, τη Σύμβαση (Θαλάσσης) για τους Μισθούς, τις Ώρες Εργασίας και την Επάνδρωση, 1946 και τη Σύμβαση (Θαλάσσης) για τις Ωρες Εργασίας και την Επάνδρωση, 1936.

Από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ αυτής της Σύμβασης οι ανωτέρω αναφερόμενες Συμβάσεις θα παύσουν να είναι ανοικτές για επικύρωση.

ΑΡΘΡΟ 17

Οι επίσημες κυρώσεις αυτής της Σύμβασης θα ανακοινώνονται στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώριση.

ΑΡΘΡΟ 18

1. Αυτή η Σύμβαση θα δεσμεύει μόνο εκείνα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας των οποίων οι κυρώσεις έχουν καταχωρηθεί από τον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.

2. Αυτή η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία οι κυρώσεις πέντε Μελών, τρία εκ των οποίων διαθέτουν έκαστο στόλο ολικής χωρητικότητας τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου, έχουν καταχωρηθεί από τον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.

3. Ακολούθως, αυτή η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ για οποιοδήποτε Μέλος έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία έχει καταχωρηθεί η κύρωσή της.

ΑΡΘΡΟ 19

1. Κάθε Μέλος το οποίο έχει κυρώσει αυτή τη Σύμβαση μπορεί να την καταγγείλει μετά την παρέλευση δέκα ετών από την ημερομηνία κατά την οποία αρχικά ίσχυσε η Σύμβαση, με πράξη που θα κοινοποιείται στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώριση.

Η καταγγελία δεν θα καθίσταται ισχυρή πριν ένα έτος μετά την ημερομηνία κατά την οποία έχει καταχωρηθεί.

2. Κάθε Μέλος το οποίο έχει κυρώσει αυτή τη Σύμβαση και το οποίο, εντός του έτους που ακολουθεί την παρέλευση της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο περιόδου των δέκα ετών, δεν ασκεί το προβλεπόμενο από αυτό το Αρθρο δικαίωμα της καταγγελίας, θα δεσμεύεται για ακόμη μία περίοδο δέκα ετών και ακολούθως μπορεί να καταγγείλει αυτή τη Σύμβαση μετά την παρέλευση κάθε περιόδου δέκα ετών, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται σε αυτό το Αρθρο.

ΜΕΡΟΣ III. ΕΠΑΝΔΡΩΣΗ ΠΛΟΙΩΝ ΑΡΘΡΟ 11

ΑΡΘΡΟ 12

ΑΡΘΡΟ 13

ΜΕΡΟΣ V. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΡΘΡΟ 14

ΑΡΘΡΟ 15

ΑΡΘΡΟ 20

1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας θα ενημερώνει όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την καταχώρηση όλων των κυρώσεων και καταγγελιών που έχουν κοινοποιηθεί σε αυτόν από τα Μέλη της Οργάνωσης.

2. Μετά την πλήρωση των προβλεπόμενων από το Άρθρο 18 παράγραφος 2 προϋποθέσεων, ο Γενικός Διευθυντής θα εφιστά την προσοχή των Μελών της Οργάνωσης επί της ημερομηνίας έναρξης σε ισχύ της Σύμβασης.

Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας θα διαβιβάζει στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για καταχώρηση σύμφωνα με το Άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, πλήρη στοιχεία όλων των κυρώσεων και πράξεων καταγγελίας που έχουν καταχωρηθεί από τον Γενικό Διευθυντή, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων Άρθρων.

Κατά περιοδικά διαστήματα, όπως μπορεί να θεωρήσει απαραίτητο, το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας θα υποβάλλει στη Γενική Διάσκεψη έκθεση για την καταλληλότητα αυτής της Σύμβασης και θα εξετάζει το αν είναι επιθυμητή ή όχι η εισαγωγή στην ημερήσια διάταξη της Διάσκεψης του θέματος της ολικής ή μερικής αναθεώρησης της.

1. Σε περίπτωση κατά την οποία η Διάσκεψη υιοθετήσει νέα Σύμβαση που θα αναθεωρεί την παρούσα Σύμβαση εν μέρει ή εν όλω, τότε, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τη νέα Σύμβαση:

(α) η κύρωση από Μέλος της νέας αναθεωρητικής Σύμβασης θα συνεπάγεται ipso jure την άμεση καταγγελία αυτής της Σύμβασης, παρά τις διατάξεις του Άρθρου 19 ανωτέρω, εάν και όταν θα ισχύσει η νέα αναθεωρητική Σύμβαση,

(β) από την ημερομηνία που η νέα αναθεωρητική Σύμβαση τίθεται σε ισχύ, αυτή η Σύμβαση θα πάψει να είναι ανοικτή για κύρωση από Μέλη.

2. Αυτή η Σύμβαση σε κάθε περίπτωση θα παραμένει σε ισχύ με την παρούσα μορφή και περιεχόμενο της για εκείνα τα Μέλη τα οποία την έχουν κυρώσει αλλά δεν έχουν κυρώσει την αναθεωρητική Σύμβαση.

ΑΡΘΡΟ 24

Η αγγλική και γαλλική έκδοση του κειμένου αυτής της Σύμβασης είναι εξίσου αυθεντικές.

Το παραπάνω είναι το αυθεντικό κείμενο της Σύμβασης που δεόντως υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας κατά την ογδοη-κοστή τέταρτη Σύνοδο της που έλαβε χώρα στη Γενεύη και ολοκληρώθηκε την 22η Οκτωβρίου 1996.

Προς πίστωση αυτών θέσαμε τις υπογραφές μας σήμερα την εικοστή δεύτερη ημέρα του Οκτωβρίου 1996.

Ο Πρόεδρος της Συνδιάσκεψης

JAMES HUBBARD

Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας

MICHEL HANSENNE

ΑΡΘΡΟ 21

ΑΡΘΡΟ 22

ΑΡΘΡΟ 23

PROTOCOL OF 1996 TO THE MERCHANT SHIPPING (MINIMUM STANDARDS) CONVENTION, 1976

The General Conference of the International Labour Organization ,

Having been convened at Geneva by the Governing Body of the International Labour Office and having met in its Eighty - fourth Session on 8 October 1996, and

Noting the provisions of Article 2 of the Merchant Shipping (Minimum Standards) Convention, 1976 (referred to below as " the principal Convention), which states in part that: "Each Member which ratifies this Convention undretakes -(a) to have laws or regulations laying down, for ships registered in its territory (i) safety standards, including standards of competency, hours of work and manning, so as to ensure the safety of life on board ship;

(ii) appropriate social security measures; and

(iii) shipboard conditions of employment and shipboard living arrangements, in so far as these, in the opinion of the Member, are not covered by collective agreements or laid down by competent courts in a manner equally binding on the shipowners and seafarers concerned;

and to satisfy itself that the provisions of such laws and regulations are substantially equivalent to the Conventions or Articles of Conventions refered to in the Appendix to this Convention, in so far as the Member is not otherwise bound to give effect to the Conventions in question" , and Noting also the provisions of Article 4, paragraph 1, of the principal Convention, which states that:

"If a Member which has ratified this Convention and in whose port a ship calls in the normal course of its business or for operational reasons receives a complaint or obtains evidence that the ship does not conform to the standards of this Convention, after it has come into force, it may prepare a report addressed to the government of the country in which the ship is registered, with a copy to the Director - General of the International Labour Office, and may take measures necessary to rectify any conditions on board which are clearly hazardous to safety or health", and

Recalling the Discrimination (Employment and Occupation) Convention, 1958, Article 1, paragraph I, of which states that:

"For the purpose of this Convention the term discrimination includes(a) any distinction, exclusion or preference made on the basis of race, colour, sex, religion, political opinion, national extraction or social origin, whish has the effect of nullifying or impairing equality of opportunity or treatment in employment or occupation:

(b) such other distinction, exclusion or preference which has the effect of nullifying or impairing equality of opportunity or treatment in employment or occupation as may be determined by the Member concerned after consultation with representative employers' and workers' organizations, where such exist, and with other appropriate bodies" ; and

Recalling the entry into force of the United Nations Convention on the Law of the Sea, 1982, on 16 November 1994, and

Recalling the International Convention on Standards of Training, Certification and Watchkeeping for Seafarers, 1978, as amended in 1995, of the International Maritime Organization,

Having decided on the adoption of certain proposals with regard to the partial revision of the

principal Convention, which is the fourth item on the agenda of the session, and

Having determined that these proposals should take the form of aProtocol to the principal

Convention;

adopts, this twenty - second day of October one thousand nine hundred and ninety - six , the following Protocol, which may be cited as the Protocol of 1996 to the Merchant Shipping (Minimum Standards) Convention, 1976 :

Article 1

1. Each Member which ratifies this Protocol shall extend the list of Conventions appearing in the Appendix to the principal Convention to include the Conventions in Part A of the Supplementary Appendix and such Conventions listed in part Β of that Appendix as it accepts, if any, in accordance with Article 3 below.

2. Extension to the Convention listed in Part A of the Supplementary Appendix that is not yet in force shall take effect only when that Convention comes into force.

ΦΕΚ 293

Article 2

A Member may ratify this Protocol at the same time as or at any time after it ratifies the principal Convention, by communicating its formal ratification of the Protocol to the Director - General of the International Labour Office for registration.

Article 3

1. Each Member which ratifies this Protocol shall, where applicable, in a declaration accompanying the instrument of ratification, specify which Convention or Conventions listed in Part Β of the Supplementary Appendix it accepts.

2. A Member which has not accepted all of the Conventions listed in Part Β of the Supplementary Appendix may, by subsequent declaration communicated to the Director-General of the International Labour Office , specify which other Convention or Conventions it accepts.

Article 4

1. For the purposes of Article 1. paragraph 1 and Article 3 of this Protocol, the competent authority shall hold prior consultations w ith the representative organizations of shipowners and seafarers.

2. The competent authority shall, as soon as practicable, make available to the representative organizations of shipowners and seafares information as to ratifications, declarations and denunciations notified by the Director - General of the International Labour Office in conformity with Article 8, paragraph 1. below.

Article 5

For the purpose of this Protocol, the Repatriation of Seafarers Conv ention (Revised), 1987, shall, in the case of a Member which accepts that Convention, be regarded as a replecement of the Repatriation of Seamen Convention, 1926.

Article 6

1. This Protocol shall be binding only upon those Members of the International Labour Organization whose ratifications have been registered with the Director General of the International Labour Office.

2. This Protocol shall come into force 12 months after the date on which the ratifications of five Members, three of which each have at least one million gross tonnage of shipping, have been registered.

3. Thereafter, this Protocol shall come into force for any Member 12 months after the date on which its ratification has been registered.

Article 7

A Member which has ratified this Protocol may denounce it whenever the principal Convention is open to denunciation in accordance with its Article 7, by an act communicated to the Director -General of the International Labour Office for registration. Denunciation of this Protocol shall not take effect until one year after the date on which it is registered.

Article 8

1. The Director - General of the International Labour Office shall notify all Members of the International Labour Organization of the registration of all ratifications, declarations and acts of denunciation communicated by the Members of the Organization .

2. When the conditions provided for in Article 6, paragraph 2, above have been fulfilled the Director- General shall draw the attention of the Members of the Organization to the date upon which the Protocol shall come into force.

Article 9

The Director - General of the International Labour Office shall communicate to the Secretary-General of the United Nations, for registration in acordance with article 102 of the Charter of the United Nations, full particulars of all ratifications and acts of denunciation registered by the Director - General in accordance with the provisions of the preceding Articles.

Article 10

At such times as it may consider necessary, the Governing Body of the International Labour Office shall present to the General Conference a report on the working of this Protocol and shall examine the desirability of placing on the agenda of the Conference the question of its revision in whole or in part. *

Article 11

For the purposes of revising this Protocol and closing it to ratification, the provisions of Article 11 of the principal Convention shall apply mutatis muntandis.

Article 12

The English and French versions of the text of this Protocol are equally authoritative.

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ 1996 ΣΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΛΟΙΩΝ, 1976

Η Γενική Διάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας,

ΕΧΟΝΤΑΣ συγκληθεί στη Γενεύη από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και έχοντας συνέλθει στην 84η Σύνοδό της την 8η Οκτωβρίου 1996, και

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ τις διατάξεις του άρθρου 2 της Σύμβασης περί ελαχίστων επιπέδων των Εμπορικών Πλοίων, 1976 (που αναφέρεται πιο κάτω ως «η κύρια Σύμβαση») που δηλώνει εν μέρει ότι:

«Κάθε Μέλος που κυρώνει αυτή τη Σύμβαση αναλαμβάνει:

(α) Να θεσπίσει νόμους ή κανονισμούς, για τα υπό την σημαία του πλοία επιβάλλοντας:

(ί) τα επίπεδα ασφαλείας στα οποία θα περιλαμβάνονται και επίπεδα ναυτικής ικανότητας, χρονικά όρια εργασίας και σύνθεσης πληρώματος, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια της ζωής επί του πλοίου,

(ίί) τα ενδεδειγμένα μέτρα κοινωνικής ασφάλισης των πληρωμάτων,

(iii) τους όρους εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου εφόσον τα θέματα αυτά κατά την κρίση του ενδιαφερόμενου Μέλους δεν καλύπτονται από τις συλλογικές συμβάσεις ή δεν προσδιορίζονται με αποφάσεις αρμόδιων δικαστήριων κατά τρόπο εξίσου δεσμευτικό για τους ενδιαφερόμενους πλοιοκτήτες και ναυτικούς.

Οι διατάξεις των νόμων και κανονισμών αυτών θα είναι ουσιωδώς ισοδύναμες των Συμβάσεων ή των άρθρων των απαριθμούμενων στο συνημμένο στην παρούσα Παράρτημα Διεθνών Συμβάσεων, εφόσον το Μέλος δεν δεσμεύεται κατ' άλλον τρόπο για την εφαρμογή των Συμβάσεων αυτών», και

ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ επίσης τις διατάξεις του Αρθρου 4 παρ. 1 της κύριας Σύμβασης που δηλώνει ότι:

«Αν Μέλος που έχει κυρώσει αυτή τη Σύμβαση και σε λιμένα του οποίου προσεγγίζει το πλοίο για κανονική εργασία ή ανεφοδιασμό δεχθεί καταγγελία ή έχει αποδείξεις ότι το πλοίο δεν πληροί τους κανόνες της παρούσας Σύμβασης, μετά την έναρξη ισχύος της, δύναται να συντάξει έκθεση προς την Κυβέρνηση της χώρας τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο και να κοινοποιήσει αντίγραφο στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα απαραίτητα για την αποκατάσταση στο πλοίο οποιασδήποτε έλλειψης από την οποία υφίστανται σαφώς κίνδυνοι για την ασφάλεια ή την υγεία των επιβαινόντων» και

ΕΝΘΥΜΟΥΜΕΝΗ τη Σύμβαση για τη Διάκριση στην Εργασία και την Αποσχόληση του 1958 Αρθρο 1 παρ. 1 που δηλώνει ότι:

«Για τους σκοπούς αυτής της Σύμβασης ο όρος «διάκριση» περιλαμβάνει:

(α) οποιαδήποτε διάκριση, εξαίρεση ή προτίμηση που γίνεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη θρησκεία, τις πολιτικές απόψεις, την εθνική καταγωγή ή την κοινωνική προέλευση που έχει αποτέλεσμα την κατάργηση ή μείωση της ισότητας ευκυίμιών ή μεταχείρισης στην απασχόληση ή την εργασία,

(β) άλλη διάκριση, εξαίρεση ή προτίμηση που έχει ως

αποτέλεσμα την κατάργηση ή μείωση της ισότητας ευκαιριών ή μεταχείρισης στην απασχόληση ή την εργασία όπως μπορεί να ορίζεται από το ενδιαφερόμενο Μέλος μετά από διαβουλεύσεις με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων όπου αυτές υπάρχουν, και με άλλα κατάλληλα όργανα» και

ΕΝΘΥΜΟΥΜΕΝΗ τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, τη 16η Νοεμβρίου 1994 και

ΕΝΘΥΜΟΥΜΕΝΗ τη Διεθνή Σύμβαση για τα Πρότυπα Εκπαίδευσης, Πιστοποίησης και Τήρησης Φυλακών για Ναυτικούς, 1978 του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού, όπως τροποποιήθηκε το 1995,

ΕΧΟΝΤΑΣ αποφασίσει την υιοθέτηση ορισμένων προτάσεων που αφορούν τη μερική αναθεώρηση της κύριας Σύμβασης, που είναι το τέταρτο θέμα στην ημερήσια διάταξη της Συνόδου, και

ΕΧΟΝΤΑΣ αποφασίσει ότι αυτές οι προτάσεις πρέπει να λάβουν τη μορφή Πρωτοκόλλου στην κύρια Σύμβαση,

ΥΙΟΘΕΤΕΙ, σήμερα, 22 Οκτωβρίου 1996, το ακόλουθο Πρωτόκολλο, που μπορεί να αναφέρεται ως Πρωτόκολλο 1996 στη Σύμβαση «Περί Ελαχίστων Επιπέδων των Εμπορικών Πλοίων, 1976»:

1. Κάθε Μέλος που κυρώνει αυτό το Πρωτόκολλο θα επεκτείνει τον κατάλογο των Συμβάσεων που εμφανίζονται στο Παράρτημα στην κύρια Σύμβαση για να περιλάβει τις Συμβάσεις του Μέρους Α' του Συμπληρωματικού Παραρτήματος και αυτές τις Συμβάσεις που περιέχονται στο Μέρος Β' αυτού του Παραρτήματος όπως αποδέχεται, αν υπάρχουν, σύμφωνα με το Αρθρο 3 πιο κάτω.

2. Η επέκταση στη Σύμβαση που περιέχεται στο Μέρος Α' του Συμπληρωματικού Παραρτήματος και που δεν είναι ακόμα σε ισχύ θα τεθεί σε ισχύ μόνο όταν αυτή η Σύμβαση τεθεί σε ισχύ.

Μέλος μπορεί να κυρώσει αυτό το Πρωτόκολλο ταυτόχρονα ή οποιαδήποτε στιγμή αφού κυρώσει την κύρια Σύμβαση, διαβιβάζοντας την επίσημη κύρωση του Πρωτοκόλλου στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώρηση.

1. Κάθε Μέλος που κυρώνει αυτό το Πρωτόκολλο θα ορίζει, όπου έχει εφαρμογή, με δήλωση που θα συνοδεύει το όργανο κύρωσης, ποια Σύμβαση ή Συμβάσεις που περιέχονται στο Μέρος Β' του Συμιιλι]μωματικού Παραρτήματος αποδέχεται.

2. Μέλος που δεν έχει αποδεχθεί όλες τις Συμβάσεις που περιέχονται στο Μέρος Β' του Συμπληρωματικού Παραρτήματος μπορεί, με μεταγενέστερη δήλωση που θα διαβιβάζεται στον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, να ορίζει ποια άλλη ΣύμβΓ"™. ή Σ βάσεις αποδέχεται.

Αρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

1. Για τους σκοπούς του Άρθρου 1 παράγραφος 1 και του Άρθρου 3 αυτού του Πρωτοκόλλου, η αρμόδια αρχή θα διεξάγει προηγουμένως διαβουλεύσεις με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις εφοπλιστών και ναυτικών.

2. Η αρμόδια αρχή, το συντομότερο δυνατόν, θα διαθέτει στις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών πληροφορίες σχετικά με τις κυρώσεις, τις δηλώσεις και τις καταγγελίες που ανακοινώνονται από τον Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, σύμφωνα με το Άρθρο 8 παράγραφος 1 πιο κάτω.

Άρθρο 5

Για τους σκοπούς αυτού του Πρωτοκόλλου, η Σύμβαση για την Παλιννόστηση των Ναυτικών (Αναθεωρημένη), 1987, θα θεωρείται στην περίπτωση Μέλους που αποδέχεται αυτή τη Σύμβαση, ως αντικατάσταση της Σύμβασης για την Παλιννόστηση των Ναυτικών, 1926.

Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας - 4η έκδοση

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΑ​

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΑΣ

H διατάραξη της κυριότητας

ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΤΣΕΛΑΚΗ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟ ΔΙΚΑΙΟ