logo-print

Επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από φορολογικές αρχές - Εξάρτηση δικαστικής προσφυγής από την υποβολή διοικητικής ένστασης

Απόφαση του ΔΕΕ για την κατάρτιση καταλόγων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την αξιοποίησή τους ως αποδεικτικών μέσων (Peter Puškár, C-73/16)

04/10/2017

16/11/2017

Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση
Το εφαρμοστέο δίκαιο ως προς τις έννομες συνέπειες των δικαστικών αποφάσεων - Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 11

Μία ενδιαφέρουσα απόφαση (Peter Puškár, C‑73/16) αναφορικά με τη δυνατότητα επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων πολίτη κράτους-μέλους της ΕΕ από φορολογικές αρχές στα πλαίσια καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, αλλά και την εξάρτηση δικαστικής προσφυγής από προηγούμενη υποβολή διοικητικής ένστασης, εξέδωσε το δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Η απόφαση αφορά σε προσφυγή που άσκησε ο Ρeter Puškár κατά των φορολογικών αρχών της Σλοβακίας, ζητώντας να υποχρεωθούν να διαγράψουν το όνομά του από κατάλογο προσώπων χαρακτηριζόμενων ως «εικονικών προσώπων», τα οποία, σύμφωνα με τις αρχές, κατείχαν εικονικά διευθυντικές θέσεις.

Ο  Ρ. Puškár θεώρησε ότι η εγγραφή του ονόματός του στον επίμαχο κατάλογο είχε ως συνέπεια την προσβολή των δικαιωμάτων του προσωπικότητας και ζήτησε ανώτατο δικαστήριο της Σλοβακίας, να υποχρεώσει τη διεύθυνση οικονομικών, τις υπαγόμενες σε αυτήν φορολογικές υπηρεσίες καθώς και το γραφείο της φορολογικής διοίκησης για τη δίωξη του εγκλήματος να μην περιλάβουν το όνομά του στον επίμαχο κατάλογο ή οποιονδήποτε άλλο αντίστοιχο κατάλογο.

Το Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμες τις προσφυγές του Ρ. Puškár και δύο άλλων προσώπων εγγεγραμμένων στον επίμαχο κατάλογο είτε για δικονομικούς λόγους, δηλαδή για τον λόγο ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν εξαντλήσει τις διαδικασίες διοικητικής προσφυγής που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, είτε για ουσιαστικούς λόγους.

Τα ερωτήματα προς το Δικαστήριο της ΕΕ

Κατόπιν προσφυγών λόγω αντισυνταγματικότητας, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Σλοβακίας ανέπεμψε τις υποθέσεις για έκδοση νέων αποφάσεων, με το ανώτατο δικαστήριο να αποφασίζει να υποβάλει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

1) Έχει το άρθρο 47 παρ. 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, σύμφωνα με το οποίο κάθε πρόσωπο του οποίου παραβιάστηκαν τα δικαιώματα έχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, την έννοια ότι αντίκειται προς αυτό εθνική διάταξη που εξαρτά τη δυνατότητα ασκήσεως πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου από την προϋπόθεση ότι ο προσφεύγων, πριν κινήσει ένδικη διαδικασία προκειμένου να προστατεύσει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του, πρέπει να έχει εξαντλήσει τις διαδικασίες διοικητικής προσφυγής που προβλέπονται από τις διατάξεις ειδικού νόμου, όπως ο νόμος της Σλοβακίας περί διοικητικών προσφυγών;

2) Είναι δυνατόν να ερμηνευθεί το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, της κατοικίας και των επικοινωνιών, που κατοχυρώνεται από το άρθρο 7, και το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 του Χάρτη, σε περίπτωση φερόμενης προσβολής του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θεσπίζεται, όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως από την οδηγία 95/46/ΕΚ, ιδίως:

– με την υποχρέωση των κρατών μελών να προστατεύουν το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 1, παράγραφος 1), καθώς και,

– με την εξουσία των κρατών μελών να διατάσσουν την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν αυτή είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση έργου δημοσίου συμφέροντος (άρθρο 7, στοιχείο εʹ) ή για την επιδίωξη του εννόμου συμφέροντος του υπευθύνου της επεξεργασίας ή του τρίτου ή των τρίτων στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα,

– λαμβανομένων υπόψη, επίσης, των εξαιρετικών εξουσιών του κράτους μέλους να περιορίζει την εμβέλεια των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων (άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχεία εʹ και στʹ), όταν ο περιορισμός αυτός απαιτείται για τη διαφύλαξη σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικονομικού συμφέροντος κράτους μέλους ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων,

υπό την έννοια ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν, χωρίς τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου, να καταρτίζουν καταλόγους δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της φορολογικής διοικήσεως, με αποτέλεσμα η απόκτηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τίθενται στη διάθεση δημόσιας αρχής για τους σκοπούς της καταπολεμήσεως της φορολογικής απάτης να είναι από μόνη της μη ασφαλής;

3) Δύναται κατάλογος φορολογικής αρχής κράτους μέλους που περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του προσφεύγοντος, η μη πρόσβαση στα οποία διασφαλίζεται με κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη μη εξουσιοδοτημένη διάδοση ή πρόσβαση σύμφωνα με το άρθρο 17, παράγραφος 1, της προαναφερομένης οδηγίας 95/46/ΕΚ, τον οποίο ο προσφεύγων έχει αποκτήσει χωρίς τη νόμιμη συγκατάθεση της εν λόγω οικονομικής αρχής του κράτους μέλους, να θεωρηθεί παράνομο αποδεικτικό μέσο το οποίο δεν πρέπει να γίνει δεκτό από το εθνικό δικαστήριο σύμφωνα με την απαίτηση του δικαίου της Ένωσης περί δίκαιης δίκης που θεσπίζεται στο άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη;

4) Σε περίπτωση που η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε συγκεκριμένο τομέα είναι διαφορετική από την απάντηση που έχει δώσει επί του ίδιου ζητήματος το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνάδει με το προαναφερόμενο δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και δίκαιης δίκης (ιδίως με το ανωτέρω άρθρο 47 του Χάρτη) η διαδικασία που ακολουθεί ο εθνικός δικαστής και σύμφωνα με την οποία δίνεται προτεραιότητα, βάσει της αρχής της καλόπιστης συνεργασίας που θεσπίζει το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ και το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στη νομική ανάλυση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Οι απαντήσεις του Δικαστηρίου

Σύμφωνα με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

1) Το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έννοια ότι δεν (σημαντική σημείωση: στην ελληνική έκδοση της απόφασης έχει εκ παραδρομής παραλειφθεί το «δεν», αγγλικό κείμενο "does not preclude") αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ότι η άσκηση δικαστικής προσφυγής από πρόσωπο επικαλούμενο προσβολή του δικαιώματός του στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (οδηγία 95/46/ΕΚ) εξαρτάται από την προηγούμενη εξάντληση των διαδικασιών διοικητικής προσφυγής που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, υπό την προϋπόθεση ότι οι συγκεκριμένοι όροι κίνησης των εν λόγω διαδικασιών δεν επηρεάζουν δυσανάλογα το κατοχυρούμενο στη διάταξη αυτή δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας ενώπιον δικαστηρίου.

Η εξάντληση των διαδικασιών διοικητικής προσφυγής που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο πρέπει, μεταξύ άλλων, να μην καθυστερεί ουσιωδώς την άσκηση ενδίκου βοηθήματος, να αναστέλλει την απόσβεση των οικείων δικαιωμάτων και να μην προκαλεί υπερβολικά έξοδα.

2) Το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έννοια ότι απαγορεύει στα εθνικά δικαστήρια να απορρίπτουν, ως μέσο απόδειξης της παράβασης των προβλεπόμενων στην οδηγία 95/46 κανόνων προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, έναν κατάλογο, όπως είναι ο επίμαχος στην κύρια δίκη, τον οποίο προσκομίζει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και ο οποίος περιέχει προσωπικά δεδομένα που το αφορούν, στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο αυτό απέκτησε τον κατάλογο αυτό χωρίς τη νόμιμη συγκατάθεση του υπεύθυνου επεξεργασίας των οικείων δεδομένων, εκτός εάν η απόρριψη αυτή προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία και σέβεται τόσο το βασικό περιεχόμενο του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής όσο και την αρχή της αναλογικότητας.

3) Το άρθρο 7, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 95/46 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές κράτους μέλους με σκοπό την είσπραξη του φόρου και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όπως είναι η επεξεργασία η οποία πραγματοποιείται στην υπόθεση της κύριας δίκης μέσω της κατάρτισης του καταλόγου προσώπων χωρίς τη συγκατάθεση των ενδιαφερόμενων, εφόσον, αφενός, η εθνική νομοθεσία έχει αναθέσει στις εν λόγω αρχές έργο δημοσίου συμφέροντος κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η κατάρτιση του επίμαχου καταλόγου και η εγγραφή σε αυτόν του ονόματος των ενδιαφερόμενων προσώπων είναι όντως πρόσφορες και αναγκαίες για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών και υφίστανται επαρκείς ενδείξεις για να υποτεθεί ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ορθώς περιελήφθησαν στον κατάλογο αυτό και, αφετέρου, πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις της νόμιμης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τις οποίες θέτει η οδηγία 95/46.

Δείτε αναλυτικά την απόφαση εδώ.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο
Δίκαιο επιταγής - 6η έκδοση
send