logo-print

Πράξεις ή παραλείψεις της ημεδαπής φορολογικής Διοίκησης σε σχέση με τη Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού και τη Διαδικασία Συμβουλευτικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Διαιτησίας

ΣτΕ Β΄ Τμ. 3413/2017 επταμ.

Η φορολογική ενημερότητα

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ​

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΤΣΟΣ

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Πηγή: humanrightscaselaw.gr

ΣτΕ Β΄ Τμ. 3413/2017 επταμ.

Ένδικη προστασία – Παραδεκτό αιτήσεως ακυρώσεως – Πράξεις ή παραλείψεις της ημεδαπής φορολογικής Διοίκησης σε σχέση με τη Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού (ΔΑΔ) και τη Διαδικασία Συμβουλευτικής Επιτροπής των άρθρων 6 και 7 επ. της κυρωθείσας με το ν. 2216/1994 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Διαιτησίας, για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περίπτωση διόρθωσης των κερδών συνδεδεμένων επιχειρήσεων

(Α) Σύμφωνα με τις διατάξεις της ανωτέρω Σύμβασης και, ιδίως, των άρθρων 6, 7 και 8 αυτής,

(α) η ενδιαφερόμενη επιχείρηση που εδρεύει στην Ελλάδα και θεωρεί ότι δεν έχουν τηρηθεί οι αρχές του άρθρου 4 στην περίπτωσή της μπορεί, παράλληλα με την άσκηση ένδικης προσφυγής κατά της σχετικής καταλογιστικής πράξης της φορολογικής Διοίκησης, να της υποβάλει την υπόθεσή της, προκειμένου να πετύχει την υπαγωγή της σε ΔΑΔ,

(β) η αρμόδια αρχή της ελληνικής φορολογικής Διοίκησης, εφόσον θεωρεί την ένσταση της επιχείρησης prima facie βάσιμη (έστω και εν μέρει) και δεν μπορεί, συναφώς, να δώσει η ίδια ικανοποιητική λύση, υποχρεούται, κατ’ αρχήν (υπό την επιφύλαξη των οριζόμενων στο άρθρο 8), να επιχειρήσει να επιλύσει το ζήτημα μέσω φιλικού διακανονισμού με την αρμόδια αρχή του άλλου εμπλεκόμενου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

(γ) η εν λόγω υποχρέωση είναι υποχρέωση (λυσιτελούς) χρήσης ορισμένης διαδικασίας (ΔΑΔ) και όχι επίτευξης ορισμένου αποτελέσματος και, συνεπώς, στο πλαίσιο της ΔΑΔ, παράγεται μεν υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας της αρμόδιας ελληνικής αρχής με την αρμόδια αλλοδαπή αρχή, αλλά οι αρχές αυτές δεν υποχρεούνται να καταλήξουν σε συμφωνία / αμοιβαίο διακανονισμό, για την αποφυγή της διπλής φορολογίας,

(δ) η περάτωση της ΔΑΔ χωρίς θετικό αποτέλεσμα (συμφωνία των κρατών μελών) γεννά υποχρέωση των εμπλεκόμενων αρχών / κρατών μελών να κινήσουν (από κοινού) τη διαδικασία (εισαγωγής της υπόθεσης ενώπιον) της συμβουλευτικής επιτροπής, εντός της (κατ’ αρχήν διετούς) προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 7 και εφόσον πληρούνται οι όροι που θεσπίζουν τα άρθρα 7 και 8, και

(ε) επομένως, δεν προκύπτει τέτοια υποχρέωση είτε (i) ενόσω εκκρεμεί, για την ίδια υπόθεση, ένδικη προσφυγή της ενδιαφερόμενης επιχείρησης ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων της ημεδαπής (βλ. άρθρο 7 παρ. 1 εδάφιο γ της Σύμβασης, σύμφωνα με το οποίο η διετής προθεσμία αρχίζει να τρέχει μετά από την έκδοση “οριστικής”, ήτοι αμετάκλητης, απόφασης από το δικαστήριο του τελευταίου βαθμού δικαιοδοσίας) είτε (ii) εάν εκδοθεί απόφαση ελληνικού διοικητικού δικαστηρίου επί του βασίμου τέτοιας προσφυγής, δεδομένου ότι η αρμόδια αρχή της ημεδαπής φορολογικής Διοίκησης δεν μπορεί (σύμφωνα και με το άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος) να παρεκκλίνει από τα κριθέντα με την εν λόγω δικαστική απόφαση (βλ. άρθρο 7 παρ. 3 της Σύμβασης).  

(Β) Η προβλεπόμενη από το άρθρο 6 παρ. 2 της Σύμβασης διαδικασία (ΔΑΔ) ναι μεν ξεκινά κατόπιν αίτησης της ενδιαφερόμενης επιχείρησης, αλλά διενεργείται (αποκλειστικά) μεταξύ των αρμόδιων αρχών των εμπλεκόμενων κρατών μελών (ήτοι, χωρίς τη συμμετοχή του ενδιαφερόμενου φορολογούμενου, σε αντίθεση με τη διαδικασία ενώπιον της συμβουλευτικής επιτροπής, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 της Σύμβασης), τα οποία καταβάλλουν προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας, για την αποτροπή της  διπλής φορολόγησης ή του ενδεχόμενου αυτής, χωρίς, πάντως, να υποχρεούνται να φθάσουν σε τέτοια συμφωνία.

Η τυχόν άκαρπη (δίχως συμφωνία) κατάληξη της ΔΑΔ προκύπτει από την έλλειψη σύμπτωσης των θέσεων και της βούλησης των εμπλεκόμενων κρατών μελών και, επομένως, ενόψει και της έλλειψης υποχρέωσης των κρατών μελών για επίτευξη φιλικού διακανονισμού, δεν συνιστά μονομερή πράξη ή παράλειψη της αρμόδιας ελληνικής αρχής, δυνάμενη να προσβληθεί παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως.

Ειδικότερα, η μη υιοθέτηση εκ μέρους της αρμόδιας ελληνικής αρχής, στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 6 παρ. 2 της Σύμβασης, στάσης σύμφωνης προς τις θέσεις της αρμόδιας αλλοδαπής αρχής ή/και προς τις απόψεις της ενδιαφερόμενης επιχείρησης δεν στοιχειοθετεί παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας ούτε δημιουργεί για την ενδιαφερόμενη επιχείρηση νέα διαφορά, δυνάμενη να αχθεί παραδεκτώς ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας με αίτηση ακυρώσεως, καθόσον δεν επάγεται γι’ αυτήν αυτοτελείς βλαπτικές έννομες συνέπειες, σε σχέση με την οικεία καταλογιστική πράξη της ημεδαπής φορολογικής Διοίκησης, ικανές να της προσδώσουν εκτελεστό χαρακτήρα (πρβλ. ΣτΕ 2131/2016 επταμ.)

Τεχνητή νοημοσύνη, μεταφορές & ευθύνη των μεταφορέων στο Ελληνικό Δίκαιο
Τα υποκειμενικά και αντικειμενικά όρια της συμφωνίας περί διαιτησίας

ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ