logo-print

Άρθρο 67 - Νόμος 4514/2018 - Ορισμός των αρμόδιων αρχών και αρμοδιότητες (Άρθρα 67, 69 και παρ. 1 του άρθρου 72 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

03/01/2018

Υπό κωδικοποίηση
Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση
Δικαιοδοσία και Εκτέλεση επί διασυνοριακών ευρπωαϊκών οικογενειακών διαφορών

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αρμόδια για την εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, καθώς και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών και της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ πράξεων. Η Τράπεζα της Ελλάδος είναι αρμόδια για την εποπτεία της εφαρμογής της παραγράφου 2 του άρθρου 3, της παραγράφου 3 του άρθρου 9, των άρθρων 14, 16 έως 23, 29 της ενότητας Α΄ του άρθρου 34 εκτός των παραγράφων 2 και 3 της ενότητας αυτής, της ενότητας Β΄ του άρθρου 34 εκτός των παραγράφων 2 και 3 της ενότητας αυτής, της ενότητας Α΄ του άρθρου 35 εκτός των παραγράφων 2 έως 6 και της παραγράφου 8 της ενότητας αυτής, της ενότητας Β΄ του άρθρου 35 εκτός των παραγράφων 2, 3 και 6 της ενότητας αυτής, των άρθρων 39 έως 42, 93 και 96 του παρόντος, του άρθρου 42 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, καθώς και των πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων αυτών και των αντίστοιχων άρθρων της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ, προκειμένου περί πιστωτικών ιδρυμάτων που παρέχουν επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων στην Ελλάδα επιχειρήσεων τρίτων χωρών που είναι πιστωτικά ιδρύματα.

2. Στο πλαίσιο της κατά την προηγούμενη παράγραφο εποπτείας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά περίπτωση, έχουν όλες τις εξουσίες εποπτείας, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών ελέγχου και επιβολής επανορθωτικών μέτρων, που είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, σύμφωνα με τον παρόντα, τον Κανονισμό (ΕΕ) 600/2014, την Οδηγία 2014/65/ΕΕ, καθώς και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεων, ιδίως σε περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς.

3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά το λόγο της αρμοδιότητας τους, σύμφωνα με την παράγραφο 1, μπορεί να:

α) έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο ή άλλο στοιχείο, σε οποιαδήποτε μορφή, τα οποία θεωρεί ότι μπορεί να είναι συναφή με την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων της, και να λαμβάνει αντίγραφό τους,

β) απαιτεί πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο και, εφόσον είναι απαραίτητο, να καλεί και να θέτει ερωτήματα σε οποιοδήποτε πρόσωπο προκειμένου να αποκτήσει πληροφορίες,

γ) διενεργεί γενικούς ή ειδικούς, επιτόπιους ελέγχους ή έρευνες σε εποπτευόμενους, σύμφωνα με το νόμο αυτό, φορείς, ιδίως στις περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς. Οι παραπάνω έλεγχοι είναι δειγματοληπτικοί,

δ) απαιτεί πληροφορίες από τους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές και τις ελεγκτικές εταιρείες για τις οικονομικές καταστάσεις των Α.Ε.Π.Ε.Υ., των πιστωτικών ιδρυμάτων, των επιχειρήσεων τρίτων χωρών, των ρυθμιζόμενων αγορών, των παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων και των ΑΕΕΔ,

ε) παραπέμπει θέματα στις αρμόδιες αρχές με σκοπό την άσκηση ποινικής δίωξης,

στ) αναθέτει επαληθεύσεις και ελέγχους σε ορκωτούς ελεγκτές λογιστές, ελεγκτικές εταιρείες και άλλους εμπειρογνώμονες,

ζ) απαιτεί ή να ζητά πληροφορίες συμπεριλαμβανομένης κάθε σχετικής τεκμηρίωσης, από οποιοδήποτε πρόσωπο σχετικά με το μέγεθος και το σκοπό θέσης ή έκθεσης που δημιουργήθηκε μέσω παραγώγου επί εμπορευμάτων, και σχετικά με κάθε στοιχείο του ενεργητικού ή παθητικού στην υποκείμενη αγορά,

η) λαμβάνει κάθε μέτρο που μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι Α.Ε.Π.Ε.Υ., τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ρυθμιζόμενες αγορές και άλλα πρόσωπα για τα οποία ισχύει ο παρών νόμος ή ο Κανονισμός (ΕΕ) 600/2014 εξακολουθούν να συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας,

θ) προβαίνει σε δημόσιες ανακοινώσεις,

ι) αναστέλλει την εμπορική προώθηση ή την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων ή δομημένων καταθέσεων όταν η Α.Ε.Π.Ε.Υ. ή το πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει αναπτύξει ή εφαρμόσει αποτελεσματική διαδικασία έγκρισης προϊόντων ή δεν συμμορφώνεται με άλλο τρόπο με την παράγραφο 3 του άρθρου 16 του παρόντος νόμου,

ια) αναστέλλει την εμπορική προώθηση ή την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων ή δομημένων καταθέσεων όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 40, 41 ή 42 του Kανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 600/2014,

ιβ) απαιτεί την απομάκρυνση φυσικού προσώπου από το διοικητικό συμβούλιο των Α.Ε.Π.Ε.Υ., των διαχειριστών αγοράς ή των πιστωτικών ιδρυμάτων. Προκειμένου περί πιστωτικών ιδρυμάτων, αυτή η εξουσία ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος είτε ύστερα από πρόταση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είτε με δική της πρωτοβουλία κατά το λόγο της αρμοδιότητάς τους, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 67,

ιγ) ζητά από οποιοδήποτε πρόσωπο να λαμβάνει μέτρα για τη μείωση του μεγέθους μιας θέσης ή έκθεσης.

4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί επιπροσθέτως να:

α) απαιτεί την αναστολή της διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικού μέσου,

β) διαγράφει η ίδια ή να απαιτεί τη διαγραφή χρηματοπιστωτικού μέσου από την διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή την απόσυρση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου από τη διαπραγμάτευση σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο διενέργειας συναλλαγών,

γ) περιορίζει τη δυνατότητα οποιουδήποτε προσώπου να διενεργεί συναλλαγές σε παράγωγο επί εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης ορίων στο μέγεθος της θέσης που μπορεί να κατέχει οποιοδήποτε πρόσωπο οποιαδήποτε στιγμή, σύμφωνα με το άρθρο 57 του παρόντος,

δ) απαιτεί τα υφιστάμενα αρχεία τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλα αρχεία διακίνησης δεδομένων που κατέχουν οι Α.Ε.Π.Ε.Υ., τα πιστωτικά ιδρύματα ή άλλα εποπτευόμενα πρόσωπα, που υπόκεινται στον παρόντα, στον Κανονισμό (ΕΕ) 600/2014 και την Οδηγία 2014/65/ΕΕ και να λαμβάνουν αντίγραφά τους,

ε) ζητά τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τη διαδικασία του στοιχείου ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 36 του ν. 4443/2016,

στ) απαγορεύει προσωρινά την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη, από φυσικά πρόσωπα που απασχολούνται ή συνεργάζονται με εποπτευόμενους φορείς,

ζ) απαιτεί την προσωρινή ή οριστική διακοπή κάθε πρακτικής ή συμπεριφοράς την οποία θεωρεί αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος, του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ, καθώς και των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 και να προλαμβάνει την επανάληψη της εν λόγω πρακτικής ή συμπεριφοράς,

η) ζητά, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα υφιστάμενα αρχεία κίνησης δεδομένων που τηρούνται από πάροχο τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών όταν υπάρχει εύλογη υπόνοια παράβασης των διατάξεων του παρόντος, του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, και εφόσον τα εν λόγω αρχεία σχετίζονται ή ενδέχεται να είναι σχετικά με τη διερεύνηση παραβάσεων των ως άνω διατάξεων,

θ) καλεί και να λαμβάνει ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο για την απόκτηση πληροφοριών, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του ν. 4443/2016.

5. Για την επίτευξη του σκοπού της εποπτείας της παραγράφου 1 η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να ελέγχει τα πιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων στην Ελλάδα επιχειρήσεων τρίτων χωρών που είναι πιστωτικά ιδρύματα, ως προς την εφαρμογή των διατάξεων για τις οποίες έχει αρμοδιότητα εποπτείας, ασκώντας, επιπλέον των αναφερομένων στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, και τις εξουσίες ελέγχου που της παρέχει ο ν. 4261/2014.

6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά περίπτωση, ασκούν τις εποπτικές τους αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών ελέγχου και επιβολής επανορθωτικών μέτρων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, καθώς και τις εξουσίες για την επιβολή κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 69:

α) άμεσα, 

β) σε συνεργασία με άλλες αρχές,

γ) με αίτηση προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές. 

7. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να υποβάλλουν οι εποπτευόμενοι φορείς, ο χρόνος και τρόπος υποβολής τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό τεχνικό θέμα, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 και των πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του Κανονισμού και της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο - 6η έκδοση
Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής
send