logo-print

Άρθρο 38 - Νόμος 4679/2020 - (Άρθρα 10 και 13 της Οδηγίας 2004/48/ΕΕ) Αξιώσεις επί προσβολής

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

20/03/2020

Δίκαιο σημάτων Ερμηνεία Ν. 4679/2020 περί σημάτων

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΡΟΚΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

Δίκαιο σημάτων Ερμηνεία Ν. 4679/2020 περί σημάτων

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΡΟΚΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

1. Όποιος, κατά παράβαση των άρθρων 7, 8 ή 10, χρησιμοποιεί ή κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο προσβάλλει σήμα που ανήκει σε άλλον μπορεί να εναχθεί για άρση της προσβολής και παράλειψή της στο μέλλον.

2. Με την αξίωση για την άρση της προσβολής ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει ιδίως:

α) την απόσυρση από το εμπόριο ή την κατάσχεση των εμπορευμάτων που κρίθηκε ότι προσβάλλουν το δικαίωμα επί του σήματος και, εφόσον απαιτείται, των υλικών που κυρίως χρησίμευσαν στη δημιουργία ή την κατασκευή των εν λόγω εμπορευμάτων,

β) την αφαίρεση του προσβάλλοντος σημείου ή, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατόν, την οριστική απομάκρυνση από το εμπόριο των εμπορευμάτων που φέρουν το προσβάλλον σημείο και

γ) την καταστροφή τους.

Το δικαστήριο διατάσσει την εκτέλεση των μέτρων αυτών με έξοδα του προσβάλλοντος το σήμα, εκτός αν συνηγορούν ειδικοί λόγοι για το αντίθετο.

3. Αν το δικαστήριο υποχρεώσει σε παράλειψη πράξης, απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή ύψους έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ υπέρ του δικαιούχου, καθώς και προσωπική κράτηση μέχρι ένα (1) έτος. Το ίδιο ισχύει και όταν η καταδίκη γίνεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Κατά τα λοιπά ισχύει το άρθρο 947 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

4. Τα δικαιώματα των παραγράφων 1 και 2 έχει ο δικαιούχος και κατά ενδιαμέσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτο για την προσβολή δικαιωμάτων.

5. Όποιος από δόλο ή βαρειά αμέλεια προσβάλλει ξένο σήμα υποχρεούται σε αποζημίωση και, αναλόγως με το είδος της προσβολής, μπορεί να εναχθεί και για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του δικαιούχου αυτής.

6. Η αποζημίωση μπορεί να υπολογιστεί ως κατ’ αποκοπή ποσό το οποίο θα είχε καταβάλει ο προσβάλλων για δικαιώματα ή λοιπές αμοιβές, αν είχε ζητήσει την άδεια χρήσης από τον δικαιούχο.

7. Το δικαστήριο κατά τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνει υπόψη του, ιδίως, τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες, καθώς και την απώλεια κερδών που υφίσταται ο δικαιούχος και τα οφέλη που αποκόμισε ο προσβάλλων το σήμα.

8. Αν δεν υπάρχει δόλος ή βαρειά αμέλεια του υπόχρεου, ο δικαιούχος μπορεί να αξιώσει είτε το ποσό, το οποίο ο υπόχρεος ωφελήθηκε από την εκμετάλλευση του σήματος χωρίς τη συγκατάθεσή του είτε την απόδοση του κέρδους που ο υπόχρεος αποκόμισε από την εκμετάλλευση αυτή.

9. Στην αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου υπάγονται οι διαφορές των παραγράφων 1 έως 8 ανεξάρτητα από τη αξία του αντικειμένου τους και δικάζονται κατά την τακτική διαδικασία. Η αξίωση για αποζημίωση παραγράφεται μετά πενταετία από το τέλος του έτους κατά το οποίο άρχισε η προσβολή.

10. Οι αξιώσεις των παραγράφων 1 έως 8 εισάγονται στο πολυμελές πρωτοδικείο, εφόσον σωρεύονται με άλλες αξιώσεις, ιδίως αξιώσεις για αθέμιτο ανταγωνισμό ή προσβολή διακριτικών γνωρισμάτων (άρθρα 1 και 13 του ν. 146/1914).

11. Επί ταυτόσημου των σημάτων και των διακρινόμενων από αυτά προϊόντων ή υπηρεσιών ή επί σημάτων που διαφέρουν ως προς τα στοιχεία που δεν επηρεάζουν το διακριτικό τους χαρακτήρα, αρκεί η προσκόμιση του πιστοποιητικού καταχώρισης του προσβαλλόμενου σήματος για την πλήρη απόδειξη της προσβολής.

12. Ο εναγόμενος για προσβολή σήματος μπορεί να ασκήσει ανταγωγή με αίτημα την έκπτωση ή την ακυρότητα του σήματος στο οποίο στηρίζεται η αγωγή. Η ανταγωγή ασκείται με ιδιαίτερο δικόγραφο και βασίζεται μόνο στους λόγους έκπτωσης ή ακυρότητας που προβλέπει ο παρών. Τα πολιτικά δικαστήρια θεωρούν το σήμα ισχυρό, εκτός αν ο εναγόμενος αμφισβητήσει την ισχύ με ανταγωγή έκπτωσης ή ακυρότητας. Η έκπτωση ή η ακυρότητα σήματος δεν μπορεί να προβληθεί με αυτοτελή αναγνωριστική αγωγή. Με την επιφύλαξη της ένστασης απόδειξης χρήσης, η έκπτωση ή η ακυρότητα σήματος δεν μπορεί να προβληθεί κατ’ ένσταση. Οι διατάξεις για την ένσταση απόδειξης χρήσης εφαρμόζονται αναλόγως και επί ανταγωγής για την ακυρότητα σήματος. Αν η ανταγωγή ασκείται σε δίκη όπου ο δικαιούχος του σήματος δεν είναι διάδικος, ο αντενάγων υποχρεούται σε κοινοποίηση του δικογράφου στον δικαιούχο του σήματος, προκειμένου ο τελευταίος να παρέμβει στην ανοιχθείσα δίκη.

13. Η ανταγωγή έκπτωσης ή ακυρότητας σήματος είναι απαράδεκτη, αν ο αντενάγων δεν κοινοποιήσει αντίγραφο της ανταγωγής στο Μητρώο Σημάτων προς εγγραφή το αργότερο μέχρι την ημερομηνία συζήτησης της διαφοράς.

14. Όταν η απόφαση επί της ανταγωγής καταστεί τελεσίδικη, εγγράφεται στο Μητρώο Σημάτων. Το πολιτικό δικαστήριο που αποφαίνεται επί ανταγωγής για έκπτωση ή ακυρότητα σήματος διατάσσει την κοινοποίηση της απόφασης στο Μητρώο Σημάτων με έξοδα του ηττηθέντος διαδίκου. Η κοινοποίηση της απόφασης μπορεί να γίνει με επιμέλεια οποιουδήποτε διαδίκου.

15. Ο εναγόμενος, μετά την επίδοση από τον ενάγοντα της αγωγής προσβολής του σήματος, δικαιούται να προβάλει την έκπτωση ή την ακυρότητα του σήματος μόνο με ανταγωγή.

16. Αν έχει υποβληθεί αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας στη Διεύθυνση Σημάτων πριν από την επίδοση της αγωγής, το δικαστήριο, εφόσον δεν υπάρχουν ειδικοί λόγοι συνέχισης της δίκης, μπορεί να διατάξει την αναστολή της συζήτησης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων ή τελεσίδικης απόφασης από το δικαστήριο για την έκπτωση ή την ακυρότητα. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάσσει τα κατά την κρίση του ασφαλιστικά μέτρα για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή.

17. Η ανταγωγή έκπτωσης ή ακυρότητας απορρίπτεται ως απαράδεκτη, αν το ζήτημα έχει ήδη κριθεί με τελεσίδικη απόφαση σε υπόθεση με το ίδιο αντικείμενο, για τους ίδιους λόγους και μεταξύ των ιδίων διαδίκων.

Εργατικό Δίκαιο - Ατομικές εργασιακές σχέσεις - Ε έκδοση

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΕΡΔΕΛΗΣ

Επιδόσεις στο εξωτερικό Β έκδοση
send