logo-print

Συμμετοχή συνταξιούχων σε δημόσιο διαγωνισμό για την ανάθεση εκπόνησης μελέτης και παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών και δίκαιο ΕΕ

Δικαστήριο ΕΕ: Μπορεί εθνικός νόμος να αποκλείει τη συμμετοχή συνταξιούχων σε δημόσιο διαγωνισμό;

15/04/2020

15/04/2020

H ένωση δικαίου

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Δικαιοδοσία και Εκτέλεση επί διασυνοριακών ευρπωαϊκών οικογενειακών διαφορών

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Με τη δημοσιευθείσα στις 2-04-2020 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφαίνεται ότι εθνική ρύθμιση που απαγορεύει στις δημόσιες αρχές να αναθέτουν την εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε συνταξιούχους είναι συμβατή  με τις διατάξεις της οδηγίας 2000/78/ΕΚ [οδηγία για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία], στο μέτρο που, αφενός, η ρύθμιση αυτή επιδιώκει θεμιτό σκοπό της πολιτικής στον τομέα της απασχολήσεως και της αγοράς εργασίας και, αφετέρου, τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού είναι πρόσφορα και αναγκαία.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΔΕΕ, μολονότι τέτοια ρύθμιση εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση λόγω ηλικίας του ενδιαφερομένου, εντούτοις οι σκοποί της πολιτικής στον τομέα της απασχολήσεως τους οποίους αυτή επιδιώκει πρέπει, κατ’ αρχήν, να θεωρηθούν ικανοί να δικαιολογήσουν αντικειμενικά και εύλογα τη διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας.

Ιστορικό της υπόθεσης

Στις 28 Δεκεμβρίου 2017, ο Δήμος Gesturi δημοσίευσε πρόσκληση προς εκδήλωση ενδιαφέροντος για την ανάθεση της εκπονήσεως μελέτης και της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών για το δημοτικό κέντρο ανακυκλώσεως.

Όσον αφορά τους όρους συμμετοχής, η εν λόγω πρόσκληση προς εκδήλωση ενδιαφέροντος περιείχε μια ρήτρα που απαιτούσε από τους υποψηφίους να πληρούν τους ακόλουθους όρους: «Πτυχίο γενικής ιατρικής και χειρουργικής – Εξειδίκευση στην υγιεινή – Αποδεδειγμένη διοικητική πείρα στη Servizio Sanitario Nazionale [Εθνική υπηρεσία υγείας, Ιταλία] τουλάχιστον πέντε ετών – Να μην είναι συνταξιούχος υπάλληλος του ιδιωτικού ή δημόσιου τομέα».

Μολονότι ο CO πληρούσε όλες τις επαγγελματικές προϋποθέσεις που διαλαμβάνονται στην εν λόγω πρόσκληση προς εκδήλωση ενδιαφέροντος, εντούτοις, δεν επετράπη σ’ αυτόν να μετάσχει στη διαδικασία λόγω του ότι είναι συνταξιούχος του δημόσιου τομέα.

Ο CO, εκτιμώντας ότι η ρήτρα που αποκλείει τους συνταξιούχους από τον κύκλο των υποψηφίων των οποίων η συμμετοχή είναι δυνητικώς επιτρεπτή συνιστά έμμεση δυσμενή διάκριση λόγω ηλικίας και πρέπει, ως εκ τούτου, να κριθεί παράνομη, και μάλιστα άκυρη, άσκησε προσφυγή κατά της επίμαχης στην κύρια δίκη προσκλήσεως προς εκδήλωση ενδιαφέροντος ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale per la Sardegna (περιφερειακού διοικητικού πρωτοδικείου Σαρδηνίας, Ιταλία).

Με την προσφυγή του, ο CO υποστηρίζει ότι η διάταξη της εθνικής νομοθεσίας που απαγορεύει στους δημόσιους φορείς να αναθέτουν την εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στους συνταξιούχους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα πρέπει να παραμείνει ανεφάρμοστη καθόσον είναι αντίθετη προς την οδηγία 2000/78/EK. Ο CO υποστηρίζει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική ρύθμιση εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση, η οποία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από κανέναν θεμιτό σκοπό.

Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η επίμαχη διάταξη του εθνικού δικαίου συμβιβάζεται με τα άρθρα 1 και 2 της οδηγίας 2000/78/EK. Σε περίπτωση κατά την οποία πρόκειται όντως περί έμμεσης δυσμενούς διακρίσεως, το εν λόγω δικαστήριο διατυπώνει αμφιβολίες ως προς την ύπαρξη πιθανής δικαιολογήσεως, κατά την έννοια του άρθρου 6 της εν λόγω οδηγίας. Συγκεκριμένα, κατά το εν λόγω δικαστήριο, θα ήταν απίθανο η εκπόνηση μελέτης και η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, καθήκοντα που παρουσιάζουν ορισμένη περιπλοκότητα και απαιτούν ορισμένη πείρα, να μπορούν να εκτελεσθούν από πρόσωπα που βρίσκονται στην αρχή της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους. Επομένως, κατά το ως άνω δικαστήριο, ένα μέτρο που αποκλείει τους συνταξιούχους από την ανάθεση της εκτελέσεως τέτοιων καθηκόντων είναι απρόσφορο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος συνίσταται στην προώθηση της ανανεώσεως του προσωπικού με την πρόσληψη νεότερων ατόμων.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunale amministrativo regionale per la Sardegna (αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να ρωτήσει, κατ’ ουσίαν, το Δικαστήριο αν η επίμαχη εθνική ρύθμιση που απαγορεύει στις δημόσιες αρχές να αναθέτουν την εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε συνταξιούχους είναι συμβατή με τη οδηγία 2000/78/EK.

Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Με την απόφασή του αυτή, καταρχάς, όσον αφορά το ζήτημα αν η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/78/ΕΚ, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι μια εθνική ρύθμιση που απαγορεύει, γενικώς, στους δημόσιους φορείς να αναθέτουν την εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε πρόσωπα που προέρχονται τόσο από τον ιδιωτικό τομέα όσο και από τον δημόσιο τομέα για τον λόγο ότι τα πρόσωπα αυτά είναι συνταξιούχοι, συνεπάγεται ότι τα πρόσωπα αυτά αποκλείονται από κάθε είδους πρόσληψη. Επομένως, μια τέτοια ρύθμιση επηρεάζει άμεσα τη διαμόρφωση της σχέσεως εργασίας και, κατά μείζονα λόγο, την εκ μέρους των ενδιαφερομένων άσκηση ορισμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων και πρέπει, ως εκ τούτου, να θεωρηθεί ότι θεσπίζει κανόνες σχετικά με τους όρους προσβάσεως στην απασχόληση, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ. Έτσι, η επίμαχη ιταλική ρύθμιση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/78/ΕΚ.

Δεύτερον, σχετικά με το ζήτημα αν η ως άνω ρύθμιση εισάγει διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η επίμαχη ιταλική ρύθμιση αναφερόμενη στη συνταξιοδότηση, στηρίζεται εμμέσως σε ένα κριτήριο που συνδέεται με την ηλικία, δεδομένου ότι η συνταξιοδότηση εξαρτάται από τη συμπλήρωση ορισμένου αριθμού ετών εργασίας και από την προϋπόθεση να έχει συμπληρωθεί ορισμένη ηλικία. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, εθνική ρύθμιση η οποία απαγορεύει στους συνταξιούχους να μετέχουν σε προσκλήσεις προς εκδήλωση ενδιαφέροντος για την ανάθεση, από τις δημόσιες αρχές, της εκπονήσεως μελετών και της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών επιβάλλει στους εν λόγω συνταξιούχους μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν της οποίας τυγχάνει το σύνολο των προσώπων που εξακολουθούν να ασκούν ακόμη επαγγελματική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, μια τέτοια ρύθμιση εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση λόγω ηλικίας του ενδιαφερομένου. Επομένως, η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ρύθμιση συνιστά διαφορετική μεταχείριση που βασίζεται εμμέσως στην ηλικία, κατά την έννοια των συνδυασμένων διατάξεων του άρθρου 1 και του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ.

Τρίτον, αναφορικά με το ζήτημα αν η εν λόγω διαφορετική μεταχείριση μπορεί να δικαιολογηθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, από τα στοιχεία της δικογραφίας ενώπιόν του προκύπτει ότι, η επίμαχη ιταλική ρύθμιση  επιδιώκει διττό σκοπό, ήτοι, αφενός, τη θέση σε εφαρμογή της αποτελεσματικής αναθεωρήσεως των δημόσιων δαπανών μέσω της μειώσεως των εξόδων λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, χωρίς να θίγεται η ουσία των παρεχομένων στους πολίτες υπηρεσιών, και, αφετέρου, τη διευκόλυνση της ανανεώσεως, από ηλικιακής απόψεως, του προσωπικού των δημόσιων αρχών, διά της ενισχύσεως της προσβάσεως νεότερων ατόμων στη δημοσιοϋπαλληλία.

Συναφώς, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο σκοπός της αποτελεσματικής μειώσεως των δημόσιων δαπανών, καθόσον η επίμαχη διάταξη περιλαμβάνεται, εντός ενός γενικού οικονομικού πλαισίου, μεταξύ των αναγκαίων μέτρων για τη μείωση των υπερβολικών ελλειμμάτων της ιταλικής δημόσιας διοίκησης και αποσκοπεί, ειδικότερα, στην αποφυγή της σωρεύσεως μισθών και συντάξεων προερχομένων από δημόσιους πόρους, μπορεί να επηρεάσει τη φύση ή την έκταση των μέτρων προστασίας της απασχολήσεως, αλλά δεν μπορεί να συνιστά, αφ’ εαυτού, θεμιτό σκοπό

Στη συνέχεια, το Δικαστήριο τονίζει ότι, ως προς τον σκοπό που συνίσταται στη διασφάλιση της ανανεώσεως, από ηλικιακής απόψεως, του εν ενεργεία προσωπικού, υπενθυμίζεται ότι η νομιμότητα ενός τέτοιου σκοπού γενικού συμφέροντος που άπτεται της πολιτικής στον τομέα της απασχόλησης δεν μπορεί ευλόγως να αμφισβητηθεί, δεδομένου ότι ο εν λόγω σκοπός συγκαταλέγεται στους σκοπούς που προβλέπει ρητά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, ΣΕΕ, η επίτευξη υψηλού επιπέδου απασχόλησης αποτελεί έναν από τους σκοπούς που επιδιώκει η Ένωση.

Επιπλέον, κατά το Δικαστήριο, είναι δικαιολογημένη, κατά παρέκκλιση από την αρχή της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων λόγω ηλικίας, η θέσπιση διαφορετικής μεταχειρίσεως σχετικά με τους όρους προσβάσεως στην απασχόληση, όταν ο επιδιωκόμενος σκοπός συνίσταται στη δημιουργία μιας ισόρροπης ηλικιακής διάρθρωσης μεταξύ νεαρής ηλικίας δημόσιων υπαλλήλων και μεγαλύτερης ηλικίας δημόσιων υπαλλήλων, με σκοπό την παροχή κινήτρων για την πρόσληψη και επαγγελματική προώθηση των νέων. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο καταλήγει ότι οι σκοποί της πολιτικής στον τομέα της απασχολήσεως τους οποίους επιδιώκει η επίμαχη εθνική ρύθμιση πρέπει, κατ’ αρχήν, να θεωρηθούν ικανοί να δικαιολογήσουν αντικειμενικά και εύλογα τη διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας.

Πρόσθετα, το Δικαστήριο παρέχει διευκρινίσεις ως προς το αν η επίμαχη εθνική διάταξη καθιστά δυνατή την επίτευξη των σκοπών της πολιτικής στον τομέα της απασχολήσεως τους οποίους επιδιώκει ο νομοθέτης, χωρίς ωστόσο να θίγει υπέρμετρα τα θεμιτά συμφέροντα των συνταξιούχων, οι οποίοι, εξαιτίας της διατάξεως αυτής, στερούνται της δυνατότητας επαναπροσλήψεως. 

Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι όσον αφορά τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος συνίσταται, γενικώς, στη διασφάλιση της ανανεώσεως, από ηλικιακής απόψεως, του ενεργού απασχολούμενου πληθυσμού, μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο σκοπός αυτός δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου, δεδομένου ότι μπορεί ευλόγως να μελετηθεί το ενδεχόμενο να μην προσλαμβάνονται συνταξιούχοι, που έχουν ολοκληρώσει την επαγγελματική τους ζωή και που λαμβάνουν σύνταξη γήρατος, προκειμένου να προωθηθεί η πλήρης απασχόληση του ενεργού πληθυσμού ή η παροχή κινήτρων για την πρόσβαση των νεότερων ατόμων στην αγορά εργασίας.

Το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο είναι το μόνο αρμόδιο για την εκτίμηση των επίμαχων, στην υπόθεση εν προκειμένω, πραγματικών περιστατικών και για την ερμηνεία της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας, να εξακριβώσει αν η απαγόρευση της συμμετοχής των συνταξιούχων στις προσκλήσεις προς εκδήλωση ενδιαφέροντος για την ανάθεση της εκπονήσεως μελετών και της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών είναι κατάλληλη για τη διασφάλιση της επιτεύξεως του προβαλλόμενου σκοπού και ανταποκρίνεται πράγματι στη μέριμνα για την υλοποίηση του ο εν λόγω σκοπού κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό.

Από το σύνολο των ανωτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η οδηγία 2000/78/EK, και ιδίως το άρθρο της 2, παράγραφος 2, το άρθρο της 3, παράγραφος 1, και το άρθρο της 6, παράγραφος 1, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση που απαγορεύει στις δημόσιες αρχές να αναθέτουν την εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε συνταξιούχους, στο μέτρο που, αφενός, η ρύθμιση αυτή επιδιώκει θεμιτό σκοπό της πολιτικής στον τομέα της απασχολήσεως και της αγοράς εργασίας και, αφετέρου, τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού είναι πρόσφορα και αναγκαία. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει αν αυτό πράγματι συμβαίνει στην υπόθεση εν προκειμένω.

Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA

H διατάραξη της κυριότητας

ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΤΣΕΛΑΚΗ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

send