logo-print

Χαρακτηρισμός θυμάτων εμπορίας ανθρώπων: Διευκρινίσεις από την Εισαγγελία Αρείου Πάγου

Δεν αρκεί η γνωστή εισαγγελική εστιασμένη στον κατηγορούμενο ενασχόληση, αλλά χρειάζεται ειδική ενασχόληση και με το θύμα, ώστε να εξασφαλισθεί η δίκαιη καταδίκη του δράστη της σύγχρονης μορφής δουλεμπορίου (εγκύκλιος ΕισΑΠ 7/2022)

26/05/2022

27/05/2022

Η απόλυση υπό όρο στην ποινική νομοθεσία των ναρκωτικών

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΉΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΥΛΟΣ ΤΟΠΑΛΝΑΚΟΣ

Πολυκώδικας, 15η έκδ., 2023

Εγκύκλιο εξέδωσε η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου αναφορικά με το θέμα του χαρακτηρισμού προσώπων ως θυμάτων εμπορίας ανθρώπων (ΕισΑΠ 7/2022). Το ζήτημα τέθηκε από τον Εθνικό Εισηγητή για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Ανθρώπων και Πρόεδρο της Ομάδας Εργασίας για την προστασία των θυμάτων της εμπορίας ανθρώπων, ο οποίος εξέθεσε ότι οι περισσότερες εισαγγελικές διατάξεις χαρακτηρισμού προσώπων ως θυμάτων εμπορίας ανθρώπων είναι απορριπτικές, παρά τις θετικές εισηγήσεις των αρμοδίων υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ, ενώ οι λίγες θετικές εκδίδονται με περιορισμένη χρονική ισχύ, φαινόμενα που δεν φαίνεται να συμβιβάζονται με τον σκοπό, το πνεύμα και τις ρυθμίσεις της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την δράση κατά της Εμπορίας Ανθρώπων.

Η Εισαγγελία επεσήμανε, αρχικά, ότι σύμφωνα με την ως άνω Σύμβαση προβλέπεται ένα αρχικό - προσωρινό στάδιο αναγνώρισης του προσώπου ως θύματος εμπορίας ανθρώπων, κατά το οποίο αρκεί πιθανολόγηση και εκδίδεται προσωρινή απόφαση χαρακτηρισμού, ακολούθως δε κατά το οριστικό στάδιο αναγνώρισης διαπιστώνεται ότι το πρόσωπο είναι θύμα εμπορίας ανθρώπου και εκδίδεται οριστική απόφαση χαρακτηρισμού.

Στην εσωτερική έννομη τάξη, ο Ν. ν. 4251/2014 δεν προβλέπει δύο στάδια κατά την διαδικασία αναγνώρισης ενός προσώπου ως θύματος εμπορίας ανθρώπων, αλλά μόνο ένα.

Συνεπώς, ο εισαγγελικός λειτουργός αρκεί να πιθανολογήσει, ότι το ενώπιον του πρόσωπο εμπίπτει στην έννοια του θύματος εμπορίας ανθρώπων και δεν απαιτείται, ούτε να διαπιστώνεται με βεβαιότητα η ιδιότητα αυτή, ούτε να προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης σε βάρος του κάποιου από τα σχετικά αδικήματα.

Άλλωστε, ο χαρακτηρισμός αυτός μπορεί να γίνει, και πριν την άσκηση ποινικής δίωξης. Πράγματι, σύμφωνα με την §134 της Επεξηγηματικής Έκθεσης της Σύμβασης η διαδικασία αναγνώρισης ενός προσώπου ως θύματος εμπορίας ανθρώπων είναι ανεξάρτητη από οποιαδήποτε ποινική διαδικασία κατά των υπευθύνων της εμπορίας.

Η Εισαγγελία επεσήμανε, περαιτέρω, ότι ούτε η Σύμβαση, ούτε ο ανωτέρω νόμος προβλέπει ως απαραίτητη την κατάθεση αίτησης από τον ενδιαφερόμενο, για να εκδοθεί εισαγγελική διάταξη χαρακτηρισμού του ως θύματος εμπορίας ανθρώπων.

Για τον εισαγγελικό χαρακτηρισμό βαρύνουσα σημασία έχει η υπάρχουσα εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας, που έχει έλθει σε επαφή με το θύμα, πολύ περισσότερο αν έχει ερευνήσει και αξιολογήσει τις συνθήκες εντοπισμού του, όπως η αστυνομία, η Επιθεώρηση Εργασίας, τα Τελωνεία, οι μεταναστευτικές αρχές και οι πρεσβείες ή τα προξενεία, αλλά και με σχετικά επιφορτισμένες ΜΚΟ.

Σε περίπτωση που το τυχόν υπάρχον αίτημα χαρακτηρισμού ή η σχετική αναφορά της αρμόδιας υπηρεσίας είναι ασαφής ή αόριστη, ο εισαγγελέας - ακριβώς ενόψει της ενδεχόμενης πολλαπλώς επιβαρυμένης κατάστασης του ενδιαφερομένου - δεν εκδίδει απορριπτική διάταξη, αλλά επιστρέφει την αλληλογραφία προς συμπλήρωση και, μόνο αν επανυποβληθεί απράκτως, τότε εκδίδει απορριπτική διάταξη. Τα ίδια ισχύουν και αν δεν τηρήθηκε η ορθή διαδικασία.

Μεταξύ άλλων, η Εισαγγελία τόνισε πως εισαγγελική διάταξη χαρακτηρισμού, εφόσον δεν προβλέπεται στον νόμο, δεν μπορεί να έχει προσωρινή ισχύ.

Στην περίπτωση εκκρεμούς σχετικής ποινικής διαδικασίας, μπορεί να προβλέψει επανεξέταση του χαρακτηρισμού, όταν η τελευταία περατωθεί αμετακλήτως, οπότε αν το δικ/ριο αποφανθεί, ότι το χαρακτηρισθέν θύμα δεν υπήρξε τέτοιο, τότε προδήλως θα ανακληθεί η αρχική διάταξη, ενώ επί καταδίκης ή ακόμα και απαλλαγής χωρίς να θίγεται η ιδιότητα του θύματος, είναι σαφές ότι η διάταξη θα συνεχίσει να ισχύει.

Τέλος, όσον αφορά στο ζήτημα της χορήγησης περιόδου αποκατάστασης και περίσκεψης, ούτε η Σύμβαση, ούτε ο νόμος προβλέπει σχετική αίτηση του θύματος εμπορίας, αλλά αυτή, ανεξαρτήτως ύπαρξης ή όχι σχετικής αίτησης, χορηγείται αυτεπαγγέλτως, εκτός αν υπάρχει ρητή παραίτηση από πλευράς του θύματος. Η ανωτέρω περίοδος μπορεί χορηγηθεί είτε μεταγενέστερα του εισαγγελικού χαρακτηρισμού, είτε ταυτόχρονα με την περί χαρακτηρισμού διάταξη, γεγονός μάλιστα που ενδείκνυται και φαίνεται να προκρίνει η διάταξη του άρ. 49§1 ν. 4251/ 14, είτε ακόμα και πριν τον εισαγγελικό χαρακτηρισμό.

Απόσπασμα γνωμοδότησης

Θεωρούμε σαφές ότι ο δικαιολογητικός λόγος της ανωτέρω διάταξης, όπως ρητά ορίζεται στην Σύμβαση, αλλά και στον νόμο, ισχύει για το ήδη χαρακτηρισθέν θύμα εμπορίας ανθρώπων (που συνεπώς ήδη απολαμβάνει την σχετική προστασία και αρωγή κατ’ άρ. 50 επόμ. ν. 4251/ 14), είτε αυτό υπάγεται είτε όχι στο άρ. 1 §2 Π.Δ. 233/ 03 και δεν νοείται μη χορήγηση περιόδου αποκατάστασης και περίσκεψης για συνεργασία ή όχι με τις αρμόδιες αρχές σε πρόσωπα, που έχουν υποστεί άμεση βλάβη στην σωματική τους ακεραιότητα ή στην προσωπική ή γενετήσια ελευθερία ή υφίστανται σοβαρό κίνδυνο ως προς τα αγαθά αυτά ή την ζωή τους, διότι ακριβώς αυτά τα ιδιαιτέρως επιβαρυμένα και ευάλωτα άτομα έχουν περισσότερη ανάγκη αποκατάστασης και περίσκεψης, ενώ στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη συνειδητής απόφασης συνεργαίας και ουσιώδους μαρτυρίας.

Περαιτέρω, ούτε η Σύμβαση, ούτε ο νόμος προβλέπει σχετική αίτηση του θύματος εμπορίας για χορήγηση περιόδου αποκατάστασης και περίσκεψης, αλλά αυτή ανεξαρτήτως ύπαρξης ή όχι σχετικής αίτησης χορηγείται αυτεπαγγέλτως, εκτός αν υπάρχει ρητή παραίτηση από πλευράς του θύματος. Η ανωτέρω περίοδος μπορεί χορηγηθεί είτε μεταγενέστερα του εισαγγελικού χαρακτηρισμού ενός προσώπου ως θύματος εμπορίας ανθρώπων, είτε ταυτόχρονα με την περί χαρακτηρισμού διάταξη, γεγονός μάλιστα που ενδείκνυται και φαίνεται να προκρίνει η ανωτέρω διάταξη του άρ. 49§1 ν. 4251/ 14, είτε ακόμα και πριν τον εισαγγελικό χαρακτηρισμό σύμφωνα με την Σύμβαση (βλ. εδάφιο Γ.1.β' της παρούσης). Άλλωστε τι νόημα θα είχε η πρόβλεψη στην §3 του άνω άρ. 49 της απαγόρευσης απομάκρυνσης από την επικράτεια μετά την χορήγηση της περιόδου αποκατάστασης και περίσκεψης, αφού τα ήδη χαρακτηρισμένα θύματα εμπορίας κατά την Σύμβαση και τον νόμο σαφώς δεν απομακρύνονται απολαμβάνοντας ειδικής προστασίας και πολλαπλής αρωγής;

Εξάλλου και από την διάταξη της § 4 εδ. α' του άνω άρ. 49 σαφώς συνάγεται, ότι μόλις τυχόν διαπιστωθεί με βεβαιότητα το αβάσιμο της επίκλησης της ιδιότητας του θύματος εμπορίας, ανακαλείται όχι μόνο η διάταξη χορήγησης της περιόδου περίσκεψης, αλλά και ο εισαγγελικός χαρακτηρισμός του ενδιαφερομένου ως θύματος (βλ. και εδάφιο Β.2.β'.ν της παρούσης).

Δ. Θεωρούμε ότι στις σχετικά λίγες υποθέσεις εμπορίας ανθρώπων που πανελληνίως απασχολούν τους αρμόδιους εισαγγελικούς λειτουργούς, δεν αρκεί η γνωστή εισαγγελική εστιασμένη στον κατηγορούμενο ενασχόληση, αλλά χρειάζεται ειδική ενασχόληση και με το θύμα, ώστε εφόσον συντρέχει ενοχή να εξασφαλισθεί η δίκαιη καταδίκη του δράστη της σύγχρονης μορφής δουλεμπορίου. Η συστηματοποίηση των παραγγελλομένων άγει, αφενός μεν σε μη ιδιαίτερη επιβάρυνση των αρμοδίων εισαγγελικών λειτουργών, αφετέρου δε στην πλέον αποτελεσματική καταπολέμηση της ειδεχθούς για τον πολιτισμό μας εμπορίας ανθρώπων.

Η σημασία που της αποδίδει ο Έλληνας νομοθέτης καταδεικνύεται από την συμπερίληψή της στον κατ’ άρ. 8 Π.Κ κατάλογο των εγκλημάτων, για τα οποία ισχύει η αρχή της παγκόσμιας δικαιοσύνης.

Δείτε αναλυτικά την εγκύκλιο στο eisap.gr. 

Οι υποχρεώσεις διατροφής στο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΡΤΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΟ & ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ - ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Ένδικη προστασία για ακίνητο φερόμενο ως "άγνωστου" ιδιοκτήτη - Β έκδοση, Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 19 -

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΤΣΙΛΙΓΓΕΡΙΔΟΥ

send