logo-print

Αστική ευθύνη Δημοσίου από ενέργειες αστυνομικών οργάνων κατά τη διενέργεια σύλληψης (ΔΠΑ 6246/2023)

Η ασκηθείσα εξ αντικειμένου βία δεν υπερέβη το αναγκαίο μέτρο για την εξουδετέρωση του συλληφθέντος – Έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των ενεργειών των αστυνομικών και του θανάτου του συλληφθέντος

13/11/2023

17/11/2023

Η επιμέλεια του παιδιού κατά τον Αστικό Κώδικα

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΚΚΑΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας - Κατ΄ άρθρο Νομολογία -Δ έκδοση - XII & 1889

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, σε υπόθεση αστικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου από ενέργειες αστυνομικών οργάνων κατά τη διενέργεια σύλληψης, έκρινε πως η δράση των αστυνομικών κατά τη σύλληψη δράστη επ’ αυτοφώρω καταλαμβανόμενης εγκληματικής ενέργειας, ως σύνολο μερικότερων ενεργειών συγκροτουσών την επαγγελματική τους δραστηριότητα, υπήρξε σύννομη και η ασκηθείσα εξ αντικειμένου βία δεν υπερέβη το αναγκαίο μέτρο που απαιτείτο για την εξουδετέρωση του συλληφθέντος (ΔΠΑ 6246/2023).

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, στην περίπτωση που το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ. υποχρεωθούν σε επιδίκαση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης της οικογένειας του θύματος, κατά το άρθρο 932 εδ. γ Α.Κ., θα πρέπει η επικληθείσα παρανομία και ο θάνατος του προσώπου να συνδέονται αιτιωδώς. Η παροχή χρηματικής ικανοποίησης στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης έχει ως δικαιολογία τον ψυχικό πόνο που δοκίμασαν οι συγγενείς του θανατωθέντος για την απώλεια του προσφιλούς προσώπου και αποβλέπει στην κτήση περιουσιακών αγαθών δια των οποίων θα καταστεί δυνατή η ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφιση αυτών. Υπόχρεος για την πληρωμή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης είναι ο υπεύθυνος για την αδικοπραξία, που συνδέεται αιτιωδώς με το επελθόν αποτέλεσμα του θανάτου του προσφιλούς τους προσώπου, σε περίπτωση δε υπάρξεως περισσοτέρων υποχρέων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων Α.Κ. 926 και 927.

Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ισχύει, με την οποία θεσπίζεται δέσμευση των διοικητικών δικαστηρίων από τις αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων και τα αποφαινόμενα να μην απαγγελθεί κατηγορία αμετάκλητα βουλεύματα, αφορά μόνο τις δίκες με αντικείμενο την επιβολή διοικητικών κυρώσεων λόγω διάπραξης διοικητικών παραβάσεων που πληρούν τα κριτήρια Engel, και όχι κάθε δίκη που αφορά καταλογισμό χρηματικού ποσού κατ’ εφαρμογή διάταξης νόμου που θεσπίζει τη σχετική υποχρέωση δημόσιου δικαίου, αφού στις τελευταίες αυτές δίκες δεν εφαρμόζεται η αρχή ne bis in idem. Συνεπώς, η ανωτέρω ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 5 του Κ.Δ.Δ. δεν εφαρμόζεται στις δίκες που ανοίγονται με άσκηση αγωγής αποζημίωσης με βάση τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ.

Έχει κριθεί ότι η εφαρμογή του τεκμηρίου της αθωότητας δεν συνεπάγεται αποδεικτική δέσμευση του διοικητικού δικαστηρίου που οδηγεί υποχρεωτικά σε αποδεικτικό πόρισμα σύμφωνο με προηγούμενη αθωωτική ποινική απόφαση (ή απαλλακτικό βούλευμα) και κατ’ ανάγκη σε αποκλεισμό της αστικής αδικοπρακτικής ευθύνης του Δημοσίου ή του Ν.Π.Δ.Δ., όργανο του οποίου είναι το πρόσωπο που αθωώθηκε, και, συνακολούθως, σε κατ΄ ουσίαν απόρριψη της αγωγής. Ωστόσο, το διοικητικό δικαστήριο υποχρεούται να λάβει σοβαρά υπόψη και να συνεκτιμήσει την προηγηθείσα τελική απαλλακτική ποινική απόφαση (ή απαλλακτικό βούλευμα), κατά τη διαμόρφωση της κρίσης του.

Αν το δικαστήριο καταλήξει σε κρίση που αποκλίνει από τις ουσιαστικές κρίσεις του ποινικού δικαστηρίου, υποχρεούται να αιτιολογήσει τη διαφορετική κρίση του, κατά τρόπον ώστε να μην καταλείπονται αμφιβολίες ως προς τον σεβασμό του τεκμηρίου της αθωότητας που απορρέει από την τελική έκβαση της ποινικής δίκης.

Περαιτέρω, τα αστυνομικά όργανα που πραγματοποιούν σύλληψη δράστη για επ’ αυτοφώρω και καταλαμβανόμενο κακούργημα ή πλημμέλημα οφείλουν να ενεργούν με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και να μην καταφεύγουν στη χρήση υπερβολικής βίας.

Εν προκειμένω, το δικαστήριο έκρινε ότι η διαδικασία που ακολούθησαν τα αστυνομικά όργανα για να ακινητοποιήσουν τον δράστη ήταν η ολιγότερη επαχθής, εφόσον δεν μπορούσαν να ενεργήσουν διαφορετικά, συνεκτιμώντας και το περιεχόμενο του δοθέντος σήματος από την Άμεσο Δράση. Αποβλέποντες, αποκλειστικώς, στη σύλληψή του δεν είχαν πρόθεση να του προκαλέσουν σωματική κάκωση και βλάβη της υγείας του, δεδομένου ότι σωματικές βλάβες στο σώμα του συλληφθέντος από τις ενέργειες αυτών δεν αποτυπώθηκαν στις ιατροδικαστικές εκθέσεις.

Το δικαστήριο επεσήμανε και έλαβε ιδίως υπόψη του τον χρόνο άφιξης των αστυνομικών στον τόπο του επεισοδίου, που έγινε σε δεύτερο κατά τη χρονική διαδρομή στάδιο εκείνου, κατά το οποίο ο δράστης δέχτηκε επίθεση από άλλα πρόσωπα, τα οποία με αλλεπάλληλα λακτίσματα στην κρανιοεγκεφαλική χώρα, στα χέρια και τα πόδια του προκάλεσαν επικίνδυνες σωματικές βλάβες, οι οποίες ως εκ του τρόπου που επηνέχθησαν και του σημείου του σώματος που επλήγη μπορούσαν να προκαλέσουν κίνδυνο ζωής ή βαριάς σωματικής βλάβης στον παθόντα. Κρίθηκε, συνεπώς, ότι οι ενέργειες των αστυνομικών οργάνων κατά τη σύλληψη δεν συνδέονται αιτιωδώς με τον θάνατό του.

Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr

Διεθνής Εμπορική Διαιτησία Τόμος ΙΙ
Δίκαιο σημάτων Ερμηνεία Ν. 4679/2020 περί σημάτων

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΡΟΚΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΟ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

send