logo-print

Καθυστέρηση η πτήση; Τα δικαιώματα των επιβατών

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 295/91 (1) (εφεξής «ο κανονισμός») τέθηκε σε ισχύ στις 17 Φεβρουαρίου 2005. Ο κανονισμός καθορίζει ελάχιστο επίπεδο προτύπων ποιότητας για την προστασία των επιβατών, προσθέτοντας μια σημαντική συνιστώσα που αφορά τον πολίτη στην ελευθέρωση της αγοράς αερομεταφορών.

Το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού ορίζει ότι ο κανονισμός εφαρμόζεται σε επιβάτες που αναχωρούν από αερολιμένα κείμενο σε χώρα εκτός της ΕΕ (π.χ. σε τρίτη χώρα) με προορισμό την ΕΕ, εφόσον η πτήση εκτελείται από αερομεταφορέα που έχει αδειοδοτηθεί σε κράτος μέλος της ΕΕ (ενωσιακός αερομεταφορέας), εκτός αν λάβουν ανταλλάγματα ή αποζημίωση και τους παρασχεθεί βοήθεια στην εν λόγω τρίτη χώρα.

Ερώτημα τίθεται ενδεχομένως κατά πόσον επιβάτες που ταξιδεύουν προς την ΕΕ από αερολιμένα τρίτης χώρας είναι δικαιούχοι των δικαιωμάτων που απορρέουν από τον κανονισμό, εφόσον τους έχουν ήδη χορηγηθεί τα ακόλουθα δικαιώματα, σύμφωνα με τη νομοθεσία της τρίτης χώρας για τα δικαιώματα των επιβατών:

1)

Ανταλλάγματα (για παράδειγμα, ταξιδιωτικό κουπόνι) ή αποζημίωση (το ύψος της οποίας μπορεί να διαφέρει από το ύψος που προβλέπει ο κανονισμός), και

2)

Φροντίδα (όπως γεύματα, ποτά, διαμονή σε ξενοδοχείο και διευκολύνσεις επικοινωνίας).

Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερα σημαντική είναι η λέξη «και». Για παράδειγμα, αν στους επιβάτες έχει χορηγηθεί μόνο το ένα από τα δύο δικαιώματα (π.χ., ανταλλάγματα και αποζημίωση σύμφωνα με το σημείο 1), εξακολουθούν να μπορούν να διεκδικήσουν το άλλο (εν προκειμένω, φροντίδα, σύμφωνα με το σημείο 2).

Όταν αμφότερα τα εν λόγω δικαιώματα είχαν χορηγηθεί στο σημείο αναχώρησης, είτε σύμφωνα με την τοπική νομοθεσία ή σε εθελοντική βάση, οι επιβάτες δεν μπορούν να αξιώσουν περαιτέρω δικαιώματα δυνάμει του κανονισμού. Ωστόσο, το Δικαστήριο (20) έχει κρίνει ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι επιβάτης μπορεί να στερηθεί την προστασία που του παρέχει ο κανονισμός για τον λόγο και μόνο ότι μπορεί να επωφεληθεί από κάποια αποζημίωση στην τρίτη χώρα. Εν προκειμένω, ο πραγματικός αερομεταφορέας πρέπει να αποδεικνύει ότι η αποζημίωση που χορηγήθηκε στην τρίτη χώρα αντιστοιχεί στον σκοπό της αποζημίωσης που εγγυάται ο κανονισμός ή ότι οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται η αποζημίωση και η βοήθεια υπόκεινται και τα μέσα εφαρμογής τους είναι ισοδύναμα με εκείνα που προβλέπονται από τον κανονισμό.

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού, εφόσον η πτήση καθυστερήσει να αναχωρήσει, οι επιβάτες που θίγονται από την εν λόγω καθυστέρηση έχουν δικαίωμα «φροντίδας» βάσει του άρθρου 9, καθώς και επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου και πτήσης επιστροφής, βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α). Η βασική αρχή του άρθρου 6 παράγραφος 1 είναι ότι τα δικαιώματα εξαρτώνται από τη διάρκεια της καθυστέρησης και την απόσταση της πτήσης. Εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί ότι το δικαίωμα μεταφοράς με άλλη πτήση, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β), δεν εμπίπτει στο πλαίσιο του άρθρου 6 παράγραφος 1, διότι μπορεί να θεωρηθεί ότι ο αερομεταφορέας προσπαθεί καταρχάς να αντιμετωπίσει την αιτία της καθυστέρησης, ώστε να ελαχιστοποιήσει την ταλαιπωρία των επιβατών.

Στο άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού προβλέπεται το κείμενο της ειδοποίησης που πρέπει να αναρτάται κατά τον έλεγχο εισιτηρίων με ευδιάκριτο για τους επιβάτες τρόπο. Η ειδοποίηση αυτή πρέπει να αναρτάται σε φυσική ή ηλεκτρονική μορφή σε όσο το δυνατόν περισσότερες σχετικές γλώσσες. Αυτό πρέπει να γίνεται όχι μόνο στη θυρίδα ελέγχου εισιτηρίων στον αερολιμένα, αλλά και στα εκδοτήρια εισιτηρίων στον αερολιμένα και στον έλεγχο των εισιτηρίων μέσω του διαδικτύου.

Το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού επιβάλλει στους αερομεταφορείς την υποχρέωση να προσφέρουν στους επιβάτες την τριπλή επιλογή μεταξύ i) επιστροφής του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου (36) και, στην περίπτωση ανταποκρίσεων, πτήσης επιστροφής στον αερολιμένα αναχώρησης το νωρίτερο δυνατόν, ii) μεταφοράς στον τελικό τους προορισμό είτε με την ενωρίτερη δυνατή πτήση είτε iii) με άλλη πτήση σε μεταγενέστερη ημερομηνία που εξυπηρετεί τον επιβάτη και υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, εφόσον υπάρχει διαθεσιμότητα θέσεων. Ως γενική αρχή, όταν ο επιβάτης πληροφορείται τη ματαίωση της πτήσης και ενημερώνεται ορθά για τις διαθέσιμες επιλογές, πρέπει να προβεί μία φορά σε προσφερόμενη επιλογή, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μόλις ο επιβάτης επιλέξει μία από τις τρεις επιλογές που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) ή γ), ο αερομεταφορέας δεν έχει πλέον καμία υποχρέωση όσον αφορά τις άλλες δύο επιλογές. Ωστόσο, μπορεί να εξακολουθεί να ισχύει η υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 7.

Ο αερομεταφορέας πρέπει ταυτόχρονα να προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ της επιστροφής χρημάτων ή της μεταφοράς με άλλη πτήση. Όταν πρόκειται για πτήσεις με ανταπόκριση, ο αερομεταφορέας θα πρέπει να προσφέρει ταυτόχρονα την επιλογή μεταξύ επιστροφής του αντιτίμου και πτήσης επιστροφής στον αερολιμένα αναχώρησης και της μεταφοράς με άλλη πτήση. Ο αερομεταφορέας οφείλει να αναλαμβάνει τα έξοδα μεταφοράς με άλλη πτήση ή της πτήσης επιστροφής, και πρέπει να επιστρέφει το αντίτιμο για την πτήση που επιβάρυνε τον επιβάτη εφόσον ο αερομεταφορέας δεν συμμορφώνεται με την υποχρέωσή του να προσφέρει μεταφορά με άλλη πτήση ή πτήση επιστροφής υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς το νωρίτερο δυνατό. Εφόσον αερομεταφορέας δεν προσφέρει τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ επιστροφής χρημάτων ή μεταφοράς με άλλη πτήση και, στην περίπτωση πτήσεων με ανταπόκριση, της επιστροφής χρημάτων και πτήσης επιστροφής στον αερολιμένα αναχώρησης ή μεταφοράς με άλλη πτήση, αλλά αποφασίζει μονομερώς να επιστρέψει χρήματα στον επιβάτη, ο επιβάτης δικαιούται να λάβει επιπλέον επιστροφή, ίση με τη διαφορά του αντιτίμου από το νέο εισιτήριο υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς.

Ωστόσο, σε περίπτωση που ο αερομεταφορέας μπορεί να αποδείξει ότι, όταν ο επιβάτης αποδέχθηκε να κοινοποιήσει προσωπικά στοιχεία επικοινωνίας, επικοινώνησε με επιβάτη και επιχείρησε να παράσχει τη βοήθεια που ορίζει το άρθρο 8, αλλά ο επιβάτης παρ’ όλα αυτά είχε κάνει τους δικούς του διακανονισμούς για την παροχή βοήθειας και τη μεταφορά με άλλη πτήση, τότε ο αερομεταφορέας μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν ευθύνεται για τυχόν επιπλέον δαπάνες που επιβάρυναν τον επιβάτη και μπορεί να αποφασίσει να μην επιστρέψει τη χρηματική διαφορά.

Σε περίπτωση ματαίωσης οφείλεται αποζημίωση, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού και εκτός εάν η ματαίωση δεν προκλήθηκε από έκτακτες περιστάσεις που δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3.

Η αποζημίωση είνα ύψους:

α) 250 ευρώ για όλες τις πτήσεις έως και 1500 χιλιομέτρων·

β) 400 ευρώ για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων και όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3500 χιλιομέτρων·

γ) 600 ευρώ για όλες τις πτήσεις που δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α) ή β).

Μπορεί να μειωθεί όμως κατά 50%.

Δρ. Ευάγγελος Μαργαρίτης

Ο Δρ. Ευάγγελος Μαργαρίτης είναι Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω. Υπηρετεί στη Διεύθυνση Νομικών Υπηρεσιών Εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αθηνών Εταιρεία Ανάπτυξης και Αξιοποίησης Ακινήτων. Διατέλεσε Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Αστικού Δικαίου στη Νομική...

Η αστική ευθύνη του οδικού μεταφορέα κατά τη CMR
ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ: Τα ομολογιακά δάνεια μετά τον ν. 4548/2018