Δικαστικοί Υπάλληλοι: Αίτηση για την ερμηνεία άρθρων του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων (Ν. 4798/2021)
Στην περίπτωση του Άρθρου 101 παρ. 3 που αφορά την κανονική άδεια νεοδιόριστων υπαλλήλων και στην περίπτωση του Άρθρου 104 παρ. 2 που αφορά τη γονική άδεια ανατροφής τέκνου
ΑΙΤΗΣΗ – ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΑΘΗΝΑΣ
Προς: την κ. Προϊσταμένη Διεύθυνσης Γραμματείας της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας
Κοινοποίηση:
- κ. Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας
- Ομοσπονδία Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδας
Σχετικά με την (παρ)ερμηνεία άρθρων του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων (Ν. 4798/2021)
Η παρούσα αίτηση – υπόμνημα αφορά την (παρ)ερμηνεία διατάξεων του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων (Ν. 4798/2021) από τη Διεύθυνση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας και συγκεκριμένα των Άρθρων 101 παρ. 3 και 104 παρ. 2.
Στην περίπτωση του Άρθρου 101 παρ. 3 που αφορά την κανονική άδεια νεοδιόριστων υπαλλήλων έχουμε αναλυτικά αναφερθεί στο με αρ. πρωτ. 11/6-12-2024 σημείωμά μας. Υπογραμμίζουμε ότι η αόριστη επίκληση εγκυκλίων που αφορούν τον υπόλοιπο Δημόσιο Τομέα δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον περιορισμό των ημερών αδείας που δικαιούνται οι νεοδιόριστοι υπάλληλοι. Επιπλέον, ακόμα και αυτές οι εγκύκλιοι που επικαλείται η Διεύθυνση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών δεν επιβεβαιώνουν ότι οι μήνες που προηγούνται της θεμελίωσης του δικαιώματος λήψης κανονικής άδειας εξαιρούνται από τον υπολογισμό των ημερών αδείας.
Όπως φαίνεται, η παρερμηνεία οφείλεται στο γεγονός ότι οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι κατά τον πρώτο χρόνο υπηρεσίας δικαιούνται είκοσι (20) ημέρες κανονικής άδειας, ενώ οι δικαστικοί υπάλληλοι έχουν δικαίωμα να λάβουν ήδη από τον πρώτο χρόνο είκοσι πέντε (25) ημέρες κανονικής άδειας.
Στην περίπτωση του Άρθρου 104 παρ. 2 που αφορά τη γονική άδεια ανατροφής τέκνου, από την Διεύθυνση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας τίθενται πρόσθετες προϋποθέσεις για τη χορήγησή της, οι οποίες δεν προβλέπονται από καμία διάταξη. Για μια ακόμη φορά αόριστα αναφερόμενες εγκύκλιοι και ερμηνευτικές διατάξεις χρησιμοποιούνται ως δικαιολογητική βάση.
Το Άρθρο 104 παρ. 2 του Ν. 4798/2021 ορίζει:
«Ο χρόνος εργασίας του γονέα δικαστικού υπαλλήλου μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως εφόσον έχει τέκνα ηλικίας έως δύο (2) ετών και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων (4) ετών. Ο γονέας δικαστικός υπάλληλος δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με αποδοχές για ανατροφή τέκνου, εφόσον δεν κάνει χρήση του κατά το πρώτο εδάφιο μειωμένου ωραρίου».
Ουδεμία σύνδεση με την άδεια λοχείας προκύπτει και ουδεμία υποχρέωση εργασίας του / της συζύγου προκειμένου να χορηγηθεί η άδεια, ούτε φυσικά κάποια μείωση – αναλογία της άδειας που έχει θεσμοθετηθεί για την προστασία της μητρότητας / πατρότητας και τη φροντίδα του τέκνου. Οι μόνοι περιορισμοί που ισχύουν είναι η τυχόν λήψη όμοιων διευκολύνσεων από τον / τη σύζυγο και η ηλικία του τέκνου.
Μάλιστα, η ΔΙΔΑΔ/Φ.69/215/οικ.14695/ 20-09-2022 και ΑΔΑ: 6Ζ6846ΜΤΛ6-5ΩΩ ερμηνευτική εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών που αφορά το δικαίωμα λήψης αυτής της άδειας από νεοδιοριζόμενους υπαλλήλους, η οποία εκδόθηκε κατόπιν της με αρ. 2367/2021 απόφασης του ΣτΕ σε επταμελή σύνθεση, αναφέρει:
«Σε περίπτωση διορισμού ή πρόσληψης υπαλλήλων που έχουν ήδη κατά το χρόνο του διορισμού ή της πρόσληψής τους τέκνο ηλικίας έως τεσσάρων (4) ετών, είναι επιτρεπτή η χορήγηση ολόκληρης της συνεχόμενης άδειας για ανατροφή τέκνου διάρκειας εννέα (9) μηνών, εφόσον αυτό είναι δυνατό με βάση την ηλικία του τέκνου. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η χορήγηση ολόκληρης της 9μηνης άδειας λόγω του ότι το τέκνο συμπληρώνει τα τέσσερα (4) έτη νωρίτερα, χορηγείται άδεια τόσης διάρκειας όση υπολείπεται μέχρι τη συμπλήρωση των τεσσάρων (4) ετών του τέκνου».
Συμπερασματικά:
1. Η επίκληση – χρήση εγκυκλίων και άλλων διατάξεων δεν μπορεί να είναι επιλεκτική με σκοπό να οδηγήσει σε συσταλτική ερμηνεία και την περιστολή του εργασιακού δικαιώματος, ούτε να παραβιάζει τις προβλέψεις του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων.
2. Η περικοπή ημερών κανονικής άδειας των νεοδιόριστων υπαλλήλων και οι περιορισμοί στην γονική άδεια ανατροφής τέκνου δεν προκύπτουν από καμία διάταξη του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων, αλλά ούτε και από τον Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων, καθώς πρόκειται για θέματα που ο κοινός νομοθέτης αντιμετωπίζει και στους δύο Κώδικες με όμοιο πνεύμα και τρόπο.
3. Σε κάθε περίπτωση, αιτούμαστε την έγγραφη αιτιολόγηση των παραπάνω αποφάσεων της Διεύθυνσης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας και επιφυλασσόμαστε για κάθε ενέργεια προς υπεράσπιση των δικαιωμάτων των συναδέλφων μας.