logo-print

Η βιντεοσκόπηση ανηλίκου ως νόμιμο αποδεικτικό μέσο στην ποινική δίκη (ΑΠ 1136/2024)

Δύναται να προσαχθούν και να αναγνωσθούν ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου έγγραφα που άπτονται των προσωπικών ή και ευαίσθητων δεδομένων, προκειμένου να αναζητηθεί και ευρεθεί η ουσιαστική αλήθεια της υπόθεσης

29/04/2025

30/04/2025

Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ΙΙ
Κώδικας Ποινικής Δικονομίας -Ερμηνεία Κατ΄άρθρο - Τόμος Ι - Β έκδοση

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

Νόμιμη κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο η καταγραφή σε ήχο και εικόνα ανηλίκου τέκνου από τον γονέα που έχει την γονική μέριμνα και η προσκόμιση της καταγραφής αυτής στο ποινικό δικαστήριο ως αποδεικτικό μέσο (ΑΠ 1136/2024).

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, με τη διάταξη του άρθρου 177 παρ. 2 του ΚΠΔ θεσπίζεται, κατ' εξαίρεση της αρχής της ηθικής απόδειξης, η απαγόρευση αξιοποίησης αποδεικτικού μέσου, που έχει αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών και, επομένως, δεν λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο για την κήρυξη της ενοχής ή την επιβολή ποινής ή τη λήψη μέτρων καταναγκασμού, αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με τέτοιες πράξεις, όπως π.χ. μαγνητοταινία ή βιντεοσκόπηση που αποτυπώνει ιδιωτική συνομιλία ή φωτογράφηση μεταξύ του ενδιαφερομένου και τρίτου, χωρίς τη συναίνεση του τελευταίου. Η αξιόποινη αυτή πράξη, προβλέπεται και τιμωρείται από τη διάταξη του άρθρου 370Α' παρ. 2 του ΠΚ.

Ωστόσο, η προβλεπομένη απόλυτη απαγόρευση δικονομικής αξιοποίησης τέτοιων αποδεικτικών μέσων πρέπει να ελέγχεται από το επιλαμβανόμενο της εκδίκασης της υπόθεσης ποινικό δικαστήριο, αν είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1δ του Συντάγματος, που προστατεύουν το απόλυτο αγαθό της ανθρώπινης αξίας, για να μη τίθενται σε διακινδύνευση τα έννομα αγαθά της ζωής της τιμής και της ελευθερίας του ατόμου τα οποία απολαύουν απόλυτης συνταγματικής προστασίας.

Ο κανόνας αυτός της απαγόρευσης χρήσης αποδεικτικού μέσου παρανόμως κτηθέντος, που θεσπίζεται από την εν λόγω διάταξη και το άρθρο 19 §3 του Συντάγματος, κάμπτεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όχι μόνον υπέρ αλλά και εναντίον του κατηγορουμένου. Έτσι, υπό τον περιορισμό της αρχής της αναλογικότητας, μπορεί να συνεκτιμηθεί από το δικαστήριο ένα τέτοιο "παράνομο" αποδεικτικό μέσο, όταν αυτό αποτελεί το μοναδικό ενδεχομένως στοιχείο, στο οποίο ο παθών μπορεί να στηρίξει την καταγγελία του για να επιδιώξει την κατά το άρθρο 20 §1 Συντ. έννομη προστασία του ή όταν αυτό αποτελεί το μόνο προτεινόμενο από τον κατηγορούμενο αποδεικτικό μέσο προς απόδειξη της αθωότητάς του.

Περαιτέρω, το ανώτατο δικαστήριο επεσήμανε ότι οι διατάξεις των άρθρων 358-364 του ΚΠΔ είναι ειδικές σε σχέση με εκείνες του ν. 4624/2019 περί προστασίας προσωπικών δεδομένων και υπερισχύουν έναντι αυτών, όπως και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο του ν. 2472/1997.

Εν προκειμένω, λοιπόν, το δικαστήριο δέχθηκε ότι, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 54, 59 ν 4624/2019 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 177, 217, 251, 358, 362 ΚΠΔ, είναι δυνατόν να προσαχθούν και να αναγνωσθούν ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου έγγραφα που άπτονται των προσωπικών ή και ευαίσθητων δεδομένων, προκειμένου να αναζητηθεί και ευρεθεί η ουσιαστική αλήθεια της υπόθεσης.

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, το δικαστήριο της ουσίας αξιοποίησε παρανόμως κτηθέν αποδεικτικό μέσο και, ειδικότερα, αξιοποίησε δύο βιντεοσκοπημένες λήψεις που είχαν παραχθεί από τον υποστηρίζοντα την κατηγορία και περιείχαν λήψεις της ανήλικης θυγατέρας τους, οι δε λήψεις αυτές έγιναν χωρίς την συναίνεση της αναιρεσείουσας η οποία ασκούσε με τον υπερασπίζοντα την κατηγορία από κοινού την γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους και είχε την αποκλειστική επιμέλεια αυτού, σύμφωνα με την ισχύουσα τότε απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

Όπως, όμως, έκρινε το ανώτατο δικαστήριο, για να διαπιστωθεί ότι η καταγραφή σε ήχο και εικόνα του ανηλίκου τέκνου από τον γονέα που έχει την γονική μέριμνα, κατά το χρονικό διάστημα που ασκεί το δικαίωμα της επικοινωνίας, είναι παράνομη, θα πρέπει η απαγόρευση να πηγάζει είτε από το νόμο είτε από δικαστική απόφαση. Η αναιρεσείουσα – κατηγορουμένη, αν και ισχυρίζεται ότι έχει την αποκλειστική επιμέλεια, δεν ισχυρίζεται ότι στο πλαίσιο της αποκλειστικής επιμέλειας έχει απαγορευθεί με δικαστική απόφαση, στον ασκούντα το δικαίωμα της επικοινωνίας γονέα, κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας η καταγραφή της εικόνας και της φωνής του ανηλίκου τέκνου σε ηλεκτρονικά μέσα.

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων 1510, 1511, 1512, 1513, 1514, 1518 και 1520 ΑΚ προκύπτει ότι τέτοιου είδους απαγόρευση δεν υφίσταται. Αντίθετα, προκύπτει ότι κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας ο έχων την αποκλειστική επιμέλεια πρέπει να σεβαστεί τα χρονικά όρια που τίθενται για την επικοινωνία και μην εμποδίζει την απρόσκοπτη επικοινωνία του γονέα που ασκεί το δικαίωμα αυτό και στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η ανάπτυξη της προσωπικής επικοινωνίας γονέα - τέκνου και με τη χρήση, χρησιμοποίηση και αποτύπωση των ιδιαίτερων στιγμών επικοινωνίας σε μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας , όπως είναι οι ψηφιακές βιντεοκάμερες και ηλεκτρονικές φωτογραφικές μηχανές. Επομένως, δεν προκύπτει ότι η λήψη εικόνας και ήχου - "βιντεοσκόπηση" του ανηλίκου τέκνου ήταν παράνομη. 

Απόσπασμα απόφασης

Με την ως άνω διάταξη του άρθρου 177 παρ. 2 του ΚΠΔ θεσπίζεται, κατ' εξαίρεση της αρχής της ηθικής απόδειξης, που καθιερώνει η διάταξη της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, η απαγόρευση της αξιοποιήσεως αποδεικτικού μέσου, που έχει αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών και επομένως δεν λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο για την κήρυξη της ενοχής ή την επιβολή ποινής ή τη λήψη μέτρων καταναγκασμού, αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με τέτοιες πράξεις, όπως π.χ. μαγνητοταινία ή βιντεοσκόπηση που αποτυπώνει ιδιωτική συνομιλία ή φωτογράφηση μεταξύ του ενδιαφερομένου και τρίτου, χωρίς τη συναίνεση του τελευταίου. Η αξιόποινη αυτή πράξη, προβλέπεται και τιμωρείται από τη διάταξη του άρθρου 370Α' παρ. 2 του ΠΚ, η οποία (διάταξη) θεσπίστηκε στα πλαίσια της γενικότερης προστασίας που παρέχεται στον άνθρωπο από τα άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9Α και 19 του Συντάγματος, για την προστασία και το σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και ειδικότερα το δικαίωμα για πληροφοριακή αυτοδιάθεση ως συνταγματικά προστατευόμενη αξία που απορρέει από τις διατάξεις των άρθρ. 2 παρ. 1 (ανθρώπινη αξιοπρέπεια), 5 παρ. 1 (δικαίωμα να αναπτύσσει καθένας ελεύθερα την προσωπικότητά του), 9 (κατοικία, ιδιωτική και οικογενειακή ζωή), 9 Α (δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων) και 19 (απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας) του Συντάγματος. Παρά δε τα αναφερόμενα στις διατάξεις των ως άνω άρθρων (370 Α' του Π.Κ. και 177 παρ. 2 ΚΠΔ ) και της θεσπισθείσης απολύτου απαγορεύσεως της χρήσεως ως αποδεικτικών μέσων μαγνητοταινιών ή μαγνητοφωνήσεων που αποκτήθηκαν παρανόμως, από πλευράς ποινικού δικονομικού δικαίου, η προβλεπομένη απόλυτη απαγόρευση δικονομικής αξιοποιήσεως τέτοιων αποδεικτικών μέσων, πρέπει να ελέγχεται από το επιλαμβανόμενο της εκδικάσεως της υποθέσεως ποινικό δικαστήριο, αν είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1δ του Συντάγματος, που προστατεύουν το απόλυτο αγαθό της ανθρώπινης αξίας, για να μη τίθενται σε διακινδύνευση τα έννομα αγαθά της ζωής της τιμής και της ελευθερίας του ατόμου τα οποία απολαύουν απόλυτης συνταγματικής προστασίας. Ωστόσο, ο κανόνας αυτός της απαγόρευσης χρήσης αποδεικτικού μέσου παρανόμως κτηθέντος, που θεσπίζεται από την εν λόγω διάταξη και το άρθρο 19 §3 του Συντάγματος, κάμπτεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όχι μόνον υπέρ αλλά και εναντίον του κατηγορουμένου. Έτσι, υπό τον περιορισμό της αρχής της αναλογικότητας (άρθρ. 25 §1 Συντ.) μπορεί να συνεκτιμηθεί από το δικαστήριο ένα τέτοιο "παράνομο" αποδεικτικό μέσο, όταν αυτό αποτελεί το μοναδικό ενδεχομένως στοιχείο, στο οποίο ο παθών μπορεί να στηρίξει την καταγγελία του για να επιδιώξει την κατά το άρθρο 20 §1 Συντ. έννομη προστασία του ή όταν αυτό αποτελεί το μόνο προτεινόμενο από τον κατηγορούμενο αποδεικτικό μέσο προς απόδειξη της αθωότητάς του. (ΑΠ 1367/2020, ΑΠ 277/2014, 1202/2011, 816/2006).

Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr

Αντίθεση στα χρηστά ήθη και αδικοπρακτική ευθύνη
Επιτομή Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, 3η έκδ., 2024
send