1. Ενδεδειγμένη αρχή για την Ελλάδα για την εφαρμογή των περιπτώσεων β', γ', δ' και ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 59 είναι η αρμόδια αρχή, ή η αρχή που έχει καθορισθεί στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ.
2. Στην περίπτωση που τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα εκδίδονται από ίδρυμα ή οντότητα, όπως ορίζονται στις περιπτώσεις β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 που είναι θυγατρική και περιλαμβάνονται στον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ατομική ή σε ενοποιημένη βάση, η αρχή που είναι αρμόδια να προβαίνει στις διαπιστώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 59 είναι η ακόλουθη:
α) η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους - μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το ίδρυμα ή η οντότητα των περιπτώσεων β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 που εξέδωσε τα εν λόγω μέσα, σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 10, 12 έως 14 και 16 έως 28 του ν. 4261/2014 και τα άρθρα 9 έως 35 του ν. 3606/2007, είναι αρμόδια να προβαίνει στις διαπιστώσεις που αναφέρονται στην περίπτωση β) της παραγράφου 2 του άρθρου 59,
β) η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους - μέλους ενοποιημένης εποπτείας και η ενδεδειγμένη αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το ίδρυμα ή η οντότητα των περιπτώσεων β', γ' ή δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 που εξέδωσε τα εν λόγω μέσα, σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 10, 12 έως 14 και 16 έως 28 του ν. 4261/2014, είναι αρμόδιες να προβαίνουν στην κοινή διαπίστωση που λαμβάνει τη μορφή κοινής απόφασης και αναφέρεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 59.