logo-print

Τμήμα Ι - Απόφαση 616/2015 Επιτροπής Ανταγωνισμού - Κατά προτεραιότητα διερεύνηση υποθέσεων

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ:

04/03/2016

Κωδικοποιημένο
Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός
Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός

Η Ε.Α. στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περίπτωση ιδ΄ υποπερίπτωση αα΄ και περίπτωση ιε΄ του Ν. 3959/2011 (σημείωση 1), καθορίζει τα κριτήρια της κατά προτεραιότητας εξέτασης των υποθέσεων και των στρατηγικών στόχων της, και ποσοτικοποιεί, κατ’ εφαρμογή συστήματος μοριοδότησης, τα τεθέντα από αυτήν κριτήρια και καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του (σημ. 2).

Οι διατάξεις για την προτεραιοποίηση των υποθέσεων, οι οποίες ενισχύθηκαν με τη μεταρρύθμιση που επέφερε ο Ν. 3959/2011, αποσκοπούν ιδίως στην αποδοτικότερη διαχείριση των περιορισμένων ανθρώπινων πόρων της Ε. Α. και την εντεύθεν αποτελεσματικότερη λειτουργία και την πιο στοχευμένη δράση της προς τη διερεύνηση υποθέσεων βαρύνουσας σημασίας ή/και με εκτιμώμενο συστημικό αποτέλεσμα σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας. Συνάδουν, επίσης, με τις βέλτιστες ακολουθούμενες πρακτικές σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, όπως αυτές αποτυπώνονται και στις Συστάσεις του Δικτύου Ευρωπαϊκών Αρχών Ανταγωνισμού (European Competition Network) για τις δυνατότητες των αρχών να καθορίζουν τις προτεραιότητες δράσης τους, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του να απορρίπτουν καταγγελίες για λόγους προτεραιότητας (σημ. 3).

Ο καθορισμός προτεραιοτήτων από μία αρχή ανταγωνισμού συνέχεται με αυτή καθ’ εαυτή τη διοικητική δράση (σημ. 4), ότι δηλαδή μπορεί να δίδει προτεραιότητα σε συγκεκριμένες καταγγελίες, οι οποίες πράγματι χρειάζεται να διερευνηθούν, και να απορρίπτει άλλες χωρίς να έχει λάβει ειδικότερα μέτρα έρευνας, κατ’ ενάσκηση της διακριτικής της ευχέρειας (σημ. 5). Η δυνατότητα αυτή απορρέει από τις αρμοδιότητες, με τις οποίες έχει θεσμικά επιφορτισθεί, προκειμένου να διασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού και να προσδιορίζει τον προσανατολισμό της πολιτικής ανταγωνισμού (σημ. 6), ως προϋπόθεση για να είναι σε θέση να επιτελέσει το έργο της (σημ. 7). Στο πλαίσιο αυτό, κατά πάγια ενωσιακή νομολογία, η αρχή ανταγωνισμού έχει μεν υποχρέωση να εξετάζει προσεκτικά το σύνολο των πραγματικών και νομικών στοιχείων που γνωστοποιούν οι καταγγέλλοντες, αλλά δεν είναι υποχρεωμένη να διερευνά όλες τις καταγγελίες που της υποβάλλονται (σημ. 8). Συναφώς, οι καταγγέλλοντες δεν μπορούν να υποχρεώσουν την αρχή ανταγωνισμού να λάβει οριστική απόφαση αναφορικά με τη διαπίστωση ή μη παράβασης σε συγκεκριμένη υπόθεση, ούτε και η αρχή ανταγωνισμού είναι υποχρεωμένη να συνεχίζει τη διαδικασία διερεύνησης της υπόθεσης, άνευ ετέρου, μέχρι την έκδοση μιας τέτοιας οριστικής απόφασης (σημ. 9). Σε περίπτωση απόρριψης καταγγελίας, πρέπει να εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους η αρχή ανταγωνισμού, μετά από προσεκτική εξέταση των στοιχείων που της γνωστοποίησε ο καταγγέλλων, αποφάσισε να μην κινήσει ή να μην συνεχίσει τη διαδικασία έρευνας, στο πλαίσιο του δικαιώματος της να ορίζει διαφόρους βαθμούς προτεραιότητας κατά τη συνέχιση των υποθέσεων των οποίων έχει επιληφθεί (σημ. 10).

Ενόψει των ανωτέρω, σκοπός της παρούσας απόφασης είναι η ποσοτικοποίηση των κριτηρίων με βάση τα οποία θα διεξάγεται η κατάταξη των εκκρεμών υποθέσεων σε σειρά προτεραιότητας ως προς τη διερεύνηση τους από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού («Γ.Δ.Α.»), με άξονα το δημόσιο συμφέρον, και η συνακόλουθη επικαιροποίηση της προηγούμενης υπ’ αριθ. 539/VII/2012 απόφασης, με την οποία καθιερώθηκε το πρώτο Σύστημα Μοριοδότησης (σημ. 11).

Σημειώνεται ότι το εν λόγω Σύστημα Μοριοδότησης χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τον εσωτερικό χειρισμό των υποθέσεων από την Επιτροπή και τα αποτελέσματα της κατάταξης δεν δημοσιοποιούνται, ούτε κοινοποιούνται στον καταγγέλλοντα ή σε οποιονδήποτε τρίτο (άρθρο 14 παρ. 2, στοιχείο ιε΄ Ν. 3959/2011). Επομένως, τα εμπλεκόμενα μέρη δεν έχουν πρόσβαση στη διαδικασία αυτή, ούτε και στα επιμέρους έγγραφα στα οποία αποτυπώνεται.

Για την ποσοτικοποίηση των κριτηρίων της κατά προτεραιότητα εξέτασης των υποθέσεων κατ’ εφαρμογή συστήματος μοριοδότησης, του οποίου οι λεπτομέρειες εφαρμογής καθορίζονται κατ’ ενάσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ως Ανεξάρτητη Αρχή, λαμβάνει υπόψη ειδικότερα (βλ. αναλυτικά την ανωτέρω ενωσιακή νομολογία):

− Τις πιθανές επιπτώσεις στη λειτουργία του αποτελεσματικού ανταγωνισμού (συνεκτιμώντας, μεταξύ άλλων, τη φύση της πιθανολογούμενης παράβασης, τα προϊόντα ή/και τις υπηρεσίες στα οποία αυτή αφορά, καθώς και την εμβέλεια των εκάστοτε διερευνώμενων πρακτικών).

− Την αναγκαιότητα καθορισμού προγράμματος εργασιών βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, με στόχο η άσκηση των αρμοδιοτήτων της να γίνεται με αποτελεσματικότητα, αξιοπιστία και μεγαλύτερη ταχύτητα.

− Την ανάγκη στοχευμένης δράσης στη βάση προκαθορισμένων κριτηρίων προτεραιοτήτων, με απώτερο σκοπό την καλύτερη αντιμετώπιση των σημαντικών στρεβλώσεων στην αγορά, μέσω της συνεκτικής και αποτελεσματικής εφαρμογής των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού.

− Το ότι στο πλαίσιο των ανωτέρω δραστηριοτήτων η Ε.Α. δεν είναι υποχρεωμένη να προσδίδει τον ίδιο βαθμό προτεραιότητας στις καταγγελίες που λαμβάνει, αλλά μπορεί να προτάσσει το δημόσιο συμφέρον ως κριτήριο εξέτασης μίας υπόθεσης κατά προτεραιότητα.

− Το ότι ο αριθμός των υποβαλλόμενων καταγγελιών είναι πολύ μεγάλος, αλλά και το ότι η βαρύτητα και η σημασία τους για το δημόσιο συμφέρον διαφέρει.

− Το ότι οι ανθρώπινοι πόροι που διαθέτει ή μπορεί να διαθέσει η Ε.Α. είναι κατ’ ανάγκη περιορισμένοι και είναι, ως εκ τούτου, αντικειμενικά αδύνατο, αλλά και ατελέσφορο, αυτή να αναλώνεται στην έρευνα ήσσονος σημασίας υποθέσεων ή υποθέσεων στις οποίες η πιθανότητα στοιχειοθέτησης της παράβασης παρουσιάζεται, πρωτίστως λόγω της χαμηλής ποιότητας ή/και αποδεικτικής αξίας των στοιχείων του φακέλου, μειωμένη.

− Το ότι, για παρόμοιους λόγους, η εξακολούθηση διερεύνησης μιας υπόθεσης δεν είναι κατ’ αρχήν σκόπιμη, όταν η Ε.Α. δεν έχει αρμοδιότητα επιβολής κυρώσεων στη συγκεκριμένη αυτή υπόθεση λόγω παραγραφής.

− Το ότι η εξέταση μίας καταγγελίας δεν είναι επίσης σκόπιμη, όταν η Ε.Α. έχει ήδη διαπιστώσει την πιθανολογούμενη παράβαση και έχει επιβάλλει σχετικές κυρώσεις, έστω και για διαφορετική χρονική περίοδο, και εφόσον τα υπό εξέταση πραγματικά περιστατικά παρέχουν στην Ε.Α. δικαιολογημένα τη δυνατότητα να θεωρήσει ότι οι συμπεριφορές των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων έχουν παύσει ή μεταβάλλονται προς μια κατεύθυνση που επιλύει τα ζητήματα ανταγωνισμού που ανακύπτουν.

− Τη δυνατότητα ελέγχου των αποτελεσμάτων δράσης της και την αξιολόγηση του έργου της, με τρόπο που θα ενισχύει τη διαφάνεια και το δημόσιο έλεγχο, ώστε να είναι δυνατή η συνεχής βελτίωση της (άρθρο 22 του Ν. 3959/2011).

Σημειώσεις επί του άρθρου

Σημείωση 1: Βλ. και το άρθρο 36 παρ. 3 και 5 του Ν. 3959/2011 σχετικά με την προτεραιοποίηση των καταγγελιών

Σημείωση 2: Ακολούθως, βάσει του άρθρου 15 παρ. 1 του Ν. 3959/2011, ο Πρόεδρος της Ε.Α. ύστερα από εισήγηση της ΓΔΑ εισάγει από τις εκκρεμείς υποθέσεις, όσες από αυτές πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 14 παρ. 2 περίπτωση ιδ΄ υποπερίπτωση αα΄, ενώ η ΓΔΑ διερευνά τις υποθέσεις σύμφωνα με την σειρά κατάταξης που προκύπτει κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 14 παρ. 2 περίπτωση ιε΄.

Σημείωση 3: Βλ. σχετικά http://ec.europa.eu/competition/ecn/recommendation priority 09122013 en.pdf

Σημείωση 4: Βλ. αναλ. ΓενΔΕΕ, υποθ. Τ−24/90 Automec κατά Επιτροπής, σκ. 77, υποθ. Τ−219/99 British Airways κατά Επιτροπής, σκ. 68, καθώς και ΔΕΕ υποθ. C−119/97 Ρ Union française de l’express (Ufex) κ.ά κατά Επιτροπής, σκ. 88.

Σημείωση 5:  Βλ. αναλ. ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−189/95, Τ−36/96 και Τ−123/96 SGA κατά Επιτροπής, σκ. 40 (και νομολογία στην οποία παραπέμπει). Σχετικά με την ευρεία διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού να καθορίζει την προτεραιότητα των υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιον της και να διαθέτει για κάθε μία το χρόνο που αυτή εκτιμά αναγκαίο, βλ. καιΣτΕ 2660/2015

Σημείωση 6: Βλ. αναλ. ενδεικτικά ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−77/95 Union française de l’express (Ufex) κ.ά κατά Επιτροπής, σκ. 39, ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−342/11 CEEES κατά Επιτροπής, σκ. 59 και ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−427/08, CEAHR κατά Επιτροπής, σκ. 27 (και νομολογία στην οποία παραπέμπουν)

Σημείωση 7:  Βλ. αναλ. ΓενΔΕΕ, υποθ. Τ−201/11 Si.mobil telekomunikacijske storitve d.d. κατά Επιτροπής, σκ. 81, απόφαση Ευρωπαϊκής Επιτροπής AT.36957 Glaxo Wellcome (27.05.2014), σκ. 19 επ. (και νομολογία στην οποία παραπέμπουν). Σχετικά με τη δυνατότητα των εθνικών αρχών ανταγωνισμού να απορρίπτουν καταγγελίες για λόγους προτεραιότητας, βλ. και Γεν− ΔΕΕ, υποθ. Τ−355/13 easyJet Airline Co. Ltd κατά Επιτροπής, σκ. 33−34.

Σημείωση 8: Βλ. ενδεικτικά ΓενΔΕΕ, υποθ. Τ−24/90 Automec κατά Επιτροπής, σκ. 79, υποθ. και υποθ. Τ−575/93 Koelman κατά Επιτροπής, σκ. 39, η οποία επιβεβαιώθηκε από το ΔΕΕ στην υποθ. C−59/96 Ρ Koelman κατά Επιτροπής, καθώς και ΔΕΕ υποθ. C−119/97P, Union française de l’express (Ufex) κ.ά κατά Επιτροπής, σκ, 86. Βλ. επίσης ενδεικτικά L. Ο. Blanco, EC Competition Law Procedure, 2nd ed. 2013, σελ. 556 με παραπομπές σε σχετική νομολογία.

Σημείωση 9: Βλ. αναλ. ΓενΔΕΕ, υποθ. Τ−201/11 Si.mobil telekomunikacijske storitve d.d. κατά Επιτροπής, σκ. 80 επ. και ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−110/95 International Express Carriers Conference (IECC) κατά Επιτροπής, σκ. 46−59 (και νομολογία στην οποία παραπέμπουν)

Σημείωση 10: Βλ. αναλ. ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−24/90 Automec κατά Επιτροπής (Automec II), σκ. 80 επ. Σχετικά με τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής σε αντίστοιχες υποθέσεις και τα όρια του δικαστικού ελέγχου, βλ. επίσης ενδεικτικά ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−193/02 Laurent Piau κατά Επιτροπής, σκ. 80−81 και ΓενΔΕΕ υποθ. Τ−189/95,Τ−36/96 και Τ−123/96 SGA κατά Επιτροπής, σκ. 41.

Σημείωση 11:  Πιο συγκεκριμένα, με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε και τα ζητήματα που αναδείχθηκαν τα τελευταία τρία (3) χρόνια από την εφαρμογή του πρώτου Συστήματος Μοριοδότησης, κρίθηκε αναγκαία η επικαιροποίηση επιμέρους όρων και προϋποθέσεων του, προκειμένου ιδίως (α) να ανταποκρίνεται πληρέστερα η κατάταξη των υποθέσεων στα τεθέντα ποιοτικά κριτήρια, με απώτερο στόχο την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και (β) να αποσαφηνιστούν, έτι περαιτέρω, διαδικαστικά θέματα που σχετίζονται με τη λειτουργία του Συστήματος, με στόχο τη διασφάλιση της ομοιόμορφης και συνεκτικής εφαρμογής του σε όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις, καθώς και την αποφυγή παρερμηνειών.

Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας
Δίκαιο πληροφορικής - E έκδοση