Δικαστική συμπαράσταση
Η έννοια, η διαδικασία και η λειτουργία της
24/08/2019
27/09/2019
1. Ποια η έννοια της δικαστικής συμπαράστασης και ποιος ο σκοπός της;
Δικαστική συμπαράσταση είναι η κατάσταση, στη οποία τίθεται ένα άτομο λόγω κάποια ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή εξαιτίας κάποιας σωματικής αναπηρίας είτε λόγω τοξικομανίας και αλκοολισμού αδυνατεί να μεριμνά για τις προσωπικές του υποθέσεις (1666 ΑΚ).
Ο νομοθέτης έχει προβλέψει τον θεσμό της δικαστικής συμπαράστασης, στον Αστικό Κώδικα (1666 - 1688 ΑΚ) ως ένα μέσο προστασίας προσώπων, τα οποία είτε λόγω κάποιας πάθησης είτε εξαιτίας κάποιας νοσηρής εξάρτησης αδυνατούν να ασκήσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους ως ενεργοί πολίτες,
Ο προστατευτικός αυτός χαρακτήρας που διέπει τις διατάξεις του ΑΚ αποσκοπεί στην προστασία του δικαστικά συμπαραστατούμενου, ο οποίος κατά κανόνα δεν διαθέτει την απαιτούμενη διανοητική διαύγεια, ώστε να δεσμεύεται νομικά από τις ενέργειες του.
2. Πώς τίθεται ένα πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση;
Δεδομένου των σοβαρών συνεπειών που συνεπάγεται η κήρυξη ενός προσώπου σε Δικαστική συμπαράσταση, η σχετική εξουσία έχει ανατεθεί στις Δικαστικές αρχές, έπειτα από αίτηση που κατατίθεται από τους ενδιαφερόμενους.
3. Ποια πρόσωπα δύνανται να καταθέσουν την αίτηση της δικαστικής συμπαράστασης;
Η απάντηση στο σχετικό ερώτημα διαφοροποιείται ανάλογα την περίπτωση για την οποία ζητείται η κήρυξη ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση. Κατ επέκταση διακρίνουμε τις εξής περιπτώσεις:
Α) Επί σωματικής αναπηρίας: Σε περίπτωση που ο υπέρ ου πάσχει αποκλειστικά από σωματική αναπηρία, μόνο ο ίδιος ο πάσχων έχει δικαίωμα να καταθέσει αίτηση για τη θέση του σε δικαστική συμπαράσταση (άρ.1667 εδ.3 ΑΚ.)
Β) Επί διανοητικής ή ψυχικής διαταραχής: Όταν πάσχων ταλαιπωρείται από κάποια διανοητική ή ψυχική διαταραχή ο κύκλος των προσώπων που νομιμοποιούνται να καταθέσουν την αίτηση διευρύνεται σημαντικά. Πλέον δικαίωμα προς κατάθεση έχουν:
1. O ίδιος ο πάσχων (1667 εδ.1 ΑΚ)
2. O σύζυγος του πάσχοντος (1667 εδ.1 ΑΚ)
3. Oι γονείς του πάσχοντος (1667 εδ.1 ΑΚ)
4. Tα τέκνα του πάσχοντος (1667 εδ.1 ΑΚ)
5. O Εισαγγελέας Πρωτοδικών (1667 εδ.1 ΑΚ)
6. Tο Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως (1667 εδ.1 ΑΚ)
4. Ποια η διαδικασία μετά την κατάθεση της αιτήσεως;
Ακολουθεί η συζήτηση της υποθέσεως κεκλεισμένων των θυρών, όπου ο Δικαστής μη δεσμευόμενος από τα αιτήματα των διαδίκων αποφασίζει:
α) αν πρέπει να τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση ο υπέρ ου η αίτηση,
β) για ποιες πράξεις και
γ) ποιος θα ασκεί τις απαραίτητες νομικές ενέργειες για λογαριασμό του. Το πρόσωπο το οποίο επιφορτίζεται με την σχετική εξουσία ονομάζεται δικαστικός συμπαραστάτης, ενώ το όργανο που τον “επιβλέπει” εποπτικό συμβούλιο.
Η διαδικασία ολοκληρώνεται με την έκδοση και της δικαστικής απόφασης, η οποία αποφασίζει επί των προαναφερόμενων ζητημάτων.
5. Τι ρόλο διαδραματίζει το εποπτικό συμβούλιο;
Ο έτερος ακρογωνιαίος λίθος του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης είναι το εποπτικό συμβούλιο. Το εποπτικό συμβούλιο αποτελείται από 3 έως 5 μέλη (συγγενείς και φίλοι), οι οποίοι διορίζονται από το αρμόδιο Δικαστήριο με σκοπό τον “έλεγχο” του δικαστικού συμπαραστάτη (1682 ΑΚ). Η αρμοδιότητα του εποπτικού συμβουλίου δεν συνίσταται μόνο στην εποπτεία της δράσης του δικαστικού συμπαραστάτη, αλλά ουκ ολίγες φορές διαδραματίζει και συμβουλευτικό ρόλο.
Νομολογιακά και νομοθετικά έχουν καθορισθεί ορισμένες ενέργειες οι οποίες πάντα απαιτούν την έγκριση του εποπτικού συμβουλίου1 ενώ για κάποιες άλλες απαιτείται και η άδεια του Δικαστηρίου.
6. Ποιες οι έννομες συνέπειες του γεγονότος της κήρυξης της δικαστικής συμπαράστασης ;
Οι έννομες συνέπειες της δικαστικής συμπαράστασης διαφοροποιούνται ανάλογα από το είδος της δικαστικής συμπαράστασης. Έτσι το Δικαστήριο δύναται:
1) Να τον κηρύσσει ανίκανο για όλες (πλήρης) ή για ορισμένες δικαιοπραξίες (μερική), γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί για αυτές αυτοπροσώπως (στερητική δικαστική συμπαράσταση), είτε
2) Να ορίζει ότι για την ισχύ όλων (πλήρης) ή ορισμένων δικαιοπραξιών (μερική) απαιτείται η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη (επικουρική δικαστική συμπαράσταση), είτε
3) Να αποφασίζει τον συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων (1676 ΑΚ)
Υπεύθυνος πλέον για όλες τις δικαιοπρακτικές ενέργειες του δικαστικά συμπαραστατούμενου καθίσταται ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο οποίος ανάλογα με το με το περιεχόμενο της δικαστικής κρίσης, ενεργεί για λογαριασμό και στο όνομα του συμπαραστατούμενου ή εγκρίνει τις σχετικές του ενέργειες. Οποιαδήποτε ενέργεια πραγματοποιεί από τούδε και στο εξής ο συμπαραστατούμενος δίχως την έγκριση του Δικαστικού Συμπαραστάτη του δεν αναπτύσσει νομική ενέργεια και δεν έχει καμία ισχύ.
Εν κατακλείδι, η διαδικασία της δικαστικής συμπαράστασης είναι ο κατάλληλος τρόπος και η ενδεδειγμένη λύση για ηλικιωμένους που αδυνατούν να μεριμνήσουν προσωπικά, λόγω σωματικών αναπηριών ή εξαιτίας κάποιας ψυχικής ασθένειας τις υποθέσεις τους.
- 1. Αναφέρουμε ενδεικτικά παρακάτω ορισμένες συνήθεις περιπτώσεις: Η επωφελής τοποθέτηση των χρημάτων του συμπαραστατουμένου. Συγκεκριμένα, αν στην περιουσία του συμπαραστατουμένου υπάρχουν ή περιέλθουν κατά τη διάρκεια της συμπαράστασης μετρητά χρήματα, ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει χωρίς καθυστέρηση να χρησιμοποιήσει παραγωγικά ή να τοποθετήσει κατά τρόπο επωφελή (π.χ. τραπεζική κατάθεση, επένδυση σε ακίνητα) το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση της ετήσιας δαπάνης. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η τοποθέτηση των χρημάτων προσδιορίζεται από τον δικαστικό συμπαραστάτη και εγκρίνεται από το εποπτικό συμβούλιο. Αν το τελευταίο αρνείται την έγκριση, τότε αποφασίζει το δικαστήριο (1682 συνδ. 1613 αναλ. ΑΚ). 2) Η μίσθωση ή εκμίσθωση ακινήτων στο όνομα του συμπαραστατουμένου (1682 συνδ. 1619 περ. 1 αναλ. ΑΚ). Η άδεια δίνεται ενόψει συγκεκριμένης πράξης. Σε περίπτωση άρνησης του εποπτικού συμβουλίου να χορηγήσει την άδεια, αποφασίζει το δικαστήριο (1682 συνδ. 1622 αναλ. ΑΚ). 3) Η άσκηση εμπράγματης αγωγής για ακίνητο ή άλλη αγωγή με αντικείμενο που λόγω ποσού υπάγεται στην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ή αγωγή που αφορά στην προσωπική κατάσταση. Η έλλειψη της άδειας εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως (1682 συνδ. 1621 αναλ. ΑΚ). Σε περίπτωση άρνησης του εποπτικού συμβουλίου να χορηγήσει την άδεια, τότε αποφασίζει το δικαστήριο (1682 συνδ. 1622 αναλ. ΑΚ). 4) Κάθε άλλη πράξη που υπερβαίνει τα όρια της τακτικής διαχείρισης, όπως έχει περιγραφεί ανωτέρω.