logo-print

Φάκελος: Κατάθεση σήματος - Πότε προσβάλλεται το εμπορικό μου σήμα (trademark);

28/01/2022

13/05/2022

Περίληψη: Η θεματική των περιπτώσεων χρήσης σήματος είναι κομβική για την προστασία των trademarks (αλλά και των απλών διακριτικών γνωρισμάτων). Ο νέος νόμος 4679/2020 για τα εμπορικά σήματα απαριθμεί ενδεικτικά τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις χρήσης στο πλαίσιο των οποίων, εφόσον εντοπίζεται προσβολή σήματος (κίνδυνος σύγχυσης, συσχέτισης ή προσβολή σήματος φήμης), προσβάλλεται το εμπορικό σήμα και άρα παρέχεται προστασία. Αυτές τις περιπτώσεις είναι χρήσιμο να τις γνωρίζει ο επιχειρηματίας αφού καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την περιοχή προστασίας του. Παράλληλα, αποτελούν έναν καλό πρώτο προϊδεασμό για τις ενέργειες πριν τις οποίες οφείλει να είναι διπλά προσεκτικός και να προνοήσει για έναν έλεγχο αναφορικά με την ύπαρξη δικαιωμάτων τρίτων, τα οποία ενδέχεται να παραβιάζουμε με τη χρήση συγκεκριμένης ένδειξης.

​Ι. Για ακόμα μια φορά: η σημασία της καταχώρισης εμπορικού σήματος

Έχουμε πολλές φορές τονίσει τη χρησιμότητα της κατοχύρωσης εμπορικού σήματος (trademark) από εκείνον ο οποίος δραστηριοποιείται (ή ακόμα και απλώς σκοπεύει να δραστηριοποιηθεί) στις συναλλαγές. Έχουμε αναλύσει του λόγους για τους οποίους μια τέτοια επιχειρηματική επιλογή «τον συμφέρει» και έχουμε θεμελιώσει αυτή μας τη θέση σε αριθμούς. Αν μάλιστα προβεί κανείς στο βήμα παραπάνω και συνυπολογίσει το χαμηλό σχετικά κόστος του νομικού (προ)ελέγχου και της καταχώρισης και κατόπιν αντιπαραβάλει όλα αυτά με το κέρδος και την ασφάλεια για επενδύσεις και δαπάνες για την οικοδόμηση ενός brand που παρέχει η - κατόπιν μελέτης και προελέγχου - καταχώριση εμπορικού σήματος, η επιλογή της κατοχύρωσης σήματος διαμορφώνεται ως μια εμπορικά απολύτως επιβεβλημένη επιλογή. Η καταχώριση εμπορικού σήματος παράγει πλεονεκτήματα σε πολλά επίπεδα – τους (πολλούς) λόγους για τους οποίους αυτό είναι αλήθεια τους έχουμε ήδη αναλύσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας.

Με το σημερινό newsletter θα επικεντρωθούμε στις λεγόμενες «αρνητικές εξουσίες» του σήματος. Με άλλα λόγια, θα αναφερθούμε στις ενέργειες εκείνες τις οποίες ο σηματούχος δικαιούται να απαγορεύει στους τρίτους (ενν. εφόσον καταχωρισθεί η ένδειξή του στο Μητρώο Σημάτων – τότε μόνο μιλάμε, κατ’ ακριβολογία, γα σήμα).

Αν αυτό όμως το διαβάσουμε αντίστροφα, με την ολοκλήρωση της ανάγνωσης του άρθρου που ήδη διαβάζετε θα έχετε πάρει και μια πολύ καλή γεύση σχετικά με το ποιες ενέργειες και δραστηριότητες στις συναλλαγές μπορούν να αποτελέσουν χαρακτηριστικές περιπτώσεις προσβολής εμπορικού σήματος˙ κι ως εκ τούτου είναι καλό να αποφεύγετε.

ΙΙ. Οι συχνότερες περιπτώσεις

Δεν θα μπορούσε να υπάρχει βέβαια καλύτερη αφετηρία από την προσεκτική μελέτη του γράμματος του νόμου. Εν αρχή ην ο νόμος˙ αυτόν εφαρμόζουμε και αυτόν ερμηνεύουμε, τόσο οι δικαστές όσο και οι δικηγόροι και οι νομικοί σύμβουλοι. Επομένως, στη συνέχεια θα εκθέσουμε κάθε περίπτωση προσβολής εμπορικού σήματος (από εκείνες που, πάντως, ενδεικτικά αναφέρει ο νόμος - βλ. στη συνέχεια) με μια σύντομη ανάπτυξη ώστε να θίξουμε αναγκαία και ενδιαφέροντα ζητήματα.

Ο νέος νόμος για τα εμπορικά σήματα (ν. 4679/2020) στην παράγραφο 4 του άρθρου 7 αναφέρει περιπτώσεις στις οποίες προσβάλλεται το δικαίωμα στο σήμα. Σημαντική παρατήρηση ότι: αυτό θα συμβεί μόνο εφόσον, μέσα από τις ενέργειες που ακολουθούν, προκύπτει κίνδυνος σύγχυσης, κίνδυνος συσχέτισης ή περίπτωση προσβολής σήματος φήμης (για τις έννοιες αυτές βλ. προηγούμενη αρθρογραφία μας εδώ εδώ και εδώ).

Έτσι, σύμφωνα με το νέο νόμο, «[…] μπορεί ιδίως, να απαγορεύεται:

α) η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους,

  • Πρόκειται για την κλασική περίπτωση στην οποία, εφόσον π.χ. συντρέχει κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ σημείου και καταχωρισμένου σήματος, μπορεί να απαγορευθεί σε τρίτο πρόσωπο να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο σήμα για επίθεση στη συσκευασία ή και στα ίδια τα προϊόντα του. Για παράδειγμα, ράβονται από τρίτη μη δικαιούχο εταιρεία μπλούζες, όμως με το σήμα της Nike.

β) η επίθεση του σήματος σε γνήσια προϊόντα παραγωγής του σηματούχου, που προόριζε να τα κυκλοφορήσει ως ανώνυμα ή με άλλο σήμα,

  • Το ενδιαφέρον στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο παραβιάζων το δικαίωμα στο σήμα, το επιθέτει σε γνήσια προϊόντα. Για εμπορικούς όμως λόγους, ενδέχεται ο δικαιούχος να επιθυμεί την κυκλοφορία χωρίς το εμπορικό σήμα του. Σύμφωνα με τη διατύπωση του νόμου και αυτή η επιθυμία προστατεύεται.

γ) η αφαίρεση του σήματος από γνήσια προϊόντα του σηματούχου και η διάθεσή τους στην αγορά ως ανώνυμων ή με άλλο σήμα,

  • Πρόκειται για την αντίστροφη εκδοχή της 2ης περίπτωσης.

δ) η προσφορά ή εμπορία των προϊόντων ή η κατοχή τους προς εμπορία ή η προσφορά ή παροχή των υπηρεσιών με τη χρήση του σημείου,

  • Πρόκειται, προφανώς, για το «επόμενο στάδιο» της 1ης περίπτωσης: εκεί απαγορεύεται η απλή επίθεση, ενώ εδώ ο σκοπός εμπορίας/προσφοράς τους και κατά μείζονα λόγο και η ίδια η εμπορία. Από κοινού, τα δύο αυτά «στάδια» θέτουν τις βάσεις για μία διαρκή παραβίαση του απόλυτου δικαιώματος στο σήμα, από τη στιγμή της επίθεσης του σήματος και της κατοχής του αγαθού μέχρι τη διάθεση, τελικά, στην αγορά. Σχετική είναι η σκέψη 86 της απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τότε Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων) στην υπόθεση C‑558/08 (Portakabin), η οποία αφορούσε τοποθέτηση ετικετών σε λυόμενα κτίσματα. Στην περίπτωση εκείνη το Δικαστήριο έκρινε ότι «σε μια τέτοια περίπτωση, θίγεται η ουσιώδης λειτουργία του σήματος που είναι να δείχνει και να εγγυάται την καταγωγή του προϊόντος, ο δε καταναλωτής εμποδίζεται να διακρίνει τα προϊόντα που προέρχονται από τον κάτοχο του σήματος από εκείνα που προέρχονται από τον μεταπωλητή ή από άλλους τρίτους». Ενδιαφέρουσα αντίθετη περίπτωση σύμφωνα με τις προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα Campos Sanchez-Bordona επί της ΔΕΕ, C‑129/17 (Mitsubishi forklifts - ιδίως σκ. 71), είναι εκείνη στην οποία παρά την αφαίρεση του σήματος της Mitsubishi και την επίθεση άλλου σημείου, το κοινό εξακολουθεί να αντιλαμβάνεται την προέλευση των προϊόντων από τη Mitsubishi, λόγω λοιπών εξωτερικών χαρακτηριστικών που την προδίδουν. Επομένως, μη υπάρχοντος κινδύνου σύγχυσης, δεν μπορεί να παρασχεθεί η αιτούμενη προστασία.

ε) η εισαγωγή ή η εξαγωγή των προϊόντων με τη χρήση του σημείου,

  • Σύμφωνα με την 5η περίπτωση, μπορεί να απαγορευθεί η εισαγωγή ή η εξαγωγή των προϊόντων με τη χρήση σημείου το οποίο προκαλεί π.χ. κίνδυνο σύγχυσης με το καταχωρισμένο σήμα. Η απαγόρευση των εισαγωγών σκοπεί να προστατεύσει τα εμπορικά συμφέροντα του σηματούχου με τον εξής τρόπο: εκείνος θα πρέπει να έχει τον πρώτο (και μοναδικό) λόγο για την «πρώτη κυκλοφορία» των αγαθών του εντός της Ένωσης. Μιλάμε, έτσι, για την ισχύ της «ενωσιακής» ανάλωσης του δικαιώματος του σηματούχου αναφορικά με την πρώτη κυκλοφορία˙ όχι όμως και για «παγκόσμια» ανάλωση. Έτσι, η κυκλοφορία του αγαθού εντός ΕΕ από το σηματούχο (ή έστω με τη συγκατάθεσή του) επιτρέπει εφεξής την κυκλοφορία αυτού και από οποιονδήποτε τρίτο (έχει αναλωθεί το δικαίωμα). Αντίθετα, αυτό δεν θα συμβεί – δηλαδή δεν θα μπορεί το αγαθό να εισαχθεί εντός ΕΕ από οποιονδήποτε τρίτο - εάν κυκλοφορήσει εκτός ΕΕ, έστω κι αν αυτό (δηλ. η κυκλοφορία εκτός ΕΕ) γίνει από το σηματούχο ή με τη συγκατάθεσή του. Κάπως έτσι περιγράφουμε και το ζήτημα των «παράλληλων εισαγωγών».
  • Ενδιαφέρουσα είναι και η πρακτική σημασία αυτής της διαφοράς, η οποία φωτίζει και το λόγο για τον οποίο θεωρείται ότι η αρχή της μόνο ενωσιακής - δηλαδή όχι και παγκόσμιας - ανάλωσης προστατεύει τα εμπορικά συμφέροντα του σηματούχου: με τον τρόπο αυτό ο σηματούχος μπορεί να απαγορεύει την εισαγωγή στην ΕΕ αγαθών που αγοράστηκαν σε πολύ χαμηλό κόστος εκτός ΕΕ.
  • Με το ζήτημα των παράλληλων εισαγωγών ασχολήθηκε η υπ’ αριθμόν 32/2019 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης: «Οι εν λόγω εισαγωγές λέγονται «παράλληλες» γιατί βαίνουν παράλληλα και ανταγωνίζονται αυτές, που γίνονται από τον ίδιο τον σηματούχο ή τα εξουσιοδοτημένα από αυτόν πρόσωπα. Κατά το ισχύον δίκαιο, η νομιμότητα των παράλληλων εισαγωγών εξαρτάται από το αν έχει αναλωθεί (εξαντληθεί) ή όχι το επί του σήματος δικαίωμα του σηματούχου».

στ) η χρησιμοποίηση του σημείου ως εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας ή ως μέρους εμπορικής ή εταιρικής επωνυμίας,

  • Νομοθετικός λόγος της περίπτωσης είναι ότι και με τον τρόπο αυτό ενδέχεται να οδηγηθούμε π.χ. σε κίνδυνο σύγχυσης σχετικά με την προέλευση αγαθών.

ζ) η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση, συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης,

  • Πρόσφορο για την κατανόηση της συγκεκριμένης περίπτωσης είναι το παράδειγμα των συνεργείων τα οποία ειδικεύονται στην επισκευή αυτοκινήτων συγκεκριμένων αυτοκινητοβιομηχανιών. Αυτά, κατά τη διαφήμισή τους (π.χ. με διαφημιστικά φυλλάδια ή μέσω social media) χρησιμοποιούν τα σήματα της κάθε αυτοκινητοβιομηχανίας στα αυτοκίνητα της οποίας (ισχυρίζονται ότι) εξειδικεύονται˙ εκείνα, μάλιστα, σχεδόν πάντα θα αποτελούν και σήματα φήμης (βλ. προηγούμενη αρθρογραφία μας με τίτλο «Η προσβολή του εμπορικού σήματος (trademark): Η ευρύτερη δυνατή προστασία του δικαιούχου - το σήμα φήμης (reputed trademark)». Η τοποθέτηση αυτών των σημάτων, αναλόγως της χρήσης που θα γίνει, είναι πιθανό να προκαλέσει π.χ. κίνδυνο σύγχυσης στο κοινό, το οποίο έτσι θα πιστεύει ότι τα εργαλεία και τα μηχανήματα τα οποία χρησιμοποιούνται αποτελούν επιλογή του σηματούχου και ότι εκείνος, πιθανότατα, θα επιλέγει και θα εκπαιδεύει τους τεχνικούς. Με άλλα λόγια, η σύγχυση θα οδηγήσει στη δημιουργία της εντύπωσης ότι πρόκειται για εξουσιοδοτημένο συνεργείο π.χ. της BMW, ενώ στην πραγματικότητα – στην καλύτερη περίπτωση – ο ιδιοκτήτης του συνεργείου θα δικαιούται, απλώς, να ισχυρίζεται ότι είναι επιδέξιος στην επισκευή αυτοκινήτων μάρκας BMW˙ ότι αποτελεί, δηλαδή, την ειδικότητά του. Κίνδυνος σύγχυσης, επομένως, θα είναι πιθανό να διαγνωσθεί – αναλόγως βέβαια και από τα περιστατικά της κάθε περίπτωσης – εάν για παράδειγμα το διαφημιστικό φυλλάδιο της εταιρείας αναγράφει «Συνεργείο BMW». Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι στον κίνδυνο σύγχυσης περιλαμβάνεται και εκείνος της συσχέτισης (βλ. προηγούμενη αρθρογραφία μας με τίτλο «Η προσβολή του εμπορικού σήματος (trademark): Ο κίνδυνος συσχέτισης»), επιτείνει την όποια πιθανότητα παροχής προστασίας.

η) η χρησιμοποίηση του σημείου σε συγκριτική διαφήμιση, κατά τρόπο που αντίκειται στην παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν. 2251/1994».

  • Η συχνότερα αναφερόμενη νομολογία σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα, είναι εκείνη του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) επί της υπόθεσης C‑533/06 (Ο2). Εκεί κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η χρήση σημείου όμοιου με καταχωρισθέν σήμα στην επίδικη διαφήμιση δεν δημιούργησε κίνδυνο σύγχυσης στο καταναλωτικό κοινό, αφού, στο σύνολό της, δεν ήταν παραπλανητική και, ειδικότερα, δεν υπαινισσόταν ότι υπήρχε εμπορικός δεσμός μεταξύ της O2 και της H3G (βλ. ιδίως τη σκ. 63). Το υπό κρίση διαφημιστικό σποτ είναι προσβάσιμο στην ακόλουθη διεύθυνση, είναι σύντομο και είναι ενδιαφέρον να το δει κανείς: https://www.youtube.com/watch?v=U_XFVYrQbzg&ab_channel=LegalBubbles).

​Αντί επιλόγου

Διατηρώντας κατά νου τα παραπάνω, δύο παρατηρήσεις είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της ενότητας περί περιπτώσεων προσβολής του εμπορικού σήματος:

Πρώτον, όπως ο νόμος ορίζει, «μπορεί ιδίως να απαγορεύεται […]». Η λέξη ιδίως είναι κρίσιμη. Σε κάθε περίπτωση στην οποία κανονιστικό κείμενο περιέχει τη λέξη ιδίως, γίνεται, όπως λέμε στη νομική επιστήμη, «ενδεικτική απαρίθμηση». Αυτό, με εφαρμογή στην υπό κρίση περίπτωση, έχει με απλά λόγια την εξής έννοια: δεν απαγορεύονται μόνο αυτές οι περιπτώσεις χρήσης˙ απλώς ο νόμος αναφέρεται σε εκείνες τις περιπτώσει που συναντούμε συχνότερα στην πράξη. Άλλωστε, ο νόμος δεν θα μπορούσε να περιέχει «εξαντλητική απαρίθμηση» (το αντίθετο δηλαδή της ενδεικτικής) αφού το περιβάλλον των συναλλαγών βρίσκεται υπό συνεχή εξέλιξη και διαμόρφωση. Με την ενδεικτική απαρίθμηση, ο νομοθέτης αφήνει εσκεμμένα «την πόρτα ανοιχτή» ώστε, για παράδειγμα, να μην αποκλείσει περιπτώσεις που ενδεχομένως προκύψουν στο μέλλον και τις οποίες εάν γνώριζε, θα είχε συλλάβει.

Δεύτερον, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι τόσο για τις περιπτώσεις προσβολής σήματος όσο και γενικότερα για τις ειδικότερες προϋποθέσεις προστασίας, είναι αναγκαία η καλή γνώση και η συνεχής ενημέρωση αναφορικά με τις εξελίξεις σε διοικητική πρακτική και νομολογία, ιδίως των οργάνων της ΕΕ.

Αυτό συμβαίνει για τον εξής απλό λόγο: όπως και το σύνολο του νέου νόμου 4679/2020, έτσι και οι υπό κρίση διατάξεις, αποτελούν μεταφορά της Οδηγίας 2015/2436 ΕΕ στο εθνικό δίκαιο. Επίσης, από τη περιεχόμενο των διατάξεων της Οδηγίας 2015/2436 ΕΕ για το εθνικό σήμα δεν αποκλίνει(σχεδόν καθόλου) ο Κανονισμός 2017/1001 ΕΕ για το σήμα της ΕΕ. Επομένως, η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι αποφάσεις του EUIPO αλλά και τα προοίμια των ενωσιακών κειμένων είναι απολύτως χρήσιμα για την ερμηνεία και των εθνικών διατάξεων˙ πραγματικότητα την οποία αναγνωρίζουν τόσο τα εθνικά Δικαστήρια όσο και η Διοίκηση (Διεύθυνση Σημάτων – Διοικητική Επιτροπή Σημάτων).

*Ο Γιάννης Ψαράκης (Υπ. Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ - ΜΔΕ ΙΙΙ) είναι συνεργάτης της Δικηγορικής Εταιρείας Ψαράκης|Κεφαλάς (www.psarakislegal.com) και ιδρυτής του IP Hub “The Trademark Hoop” (www.thetrademarkhoop.com)

Το βιβλίο του «Ο Κίνδυνος Σύγχυσης στο Δίκαιο του Σήματος» κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο «Νομική Βιβλιοθήκη».

Αοριστία και Νομική Αβασιμότητα της Αγωγής
Η φορολογική ενημερότητα

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ​

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΤΣΟΣ