Αναγκαστική απαλλοτρίωση: Αποζημίωση χρήσης και ηθική βλάβη επί κατάληψης πριν την καταβολή αποζημίωσης (ΑΠ 1359/2023)
Νόμιμη η σώρευση με την αίτηση καθορισμού οριστικής τιμής μονάδος απαλλοτρίωσης
Με πρόσφατη απόφασή του, ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η αξίωση αποζημίωσης χρήσης και ηθικής βλάβης επί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης του άρθρου 25 ν. 2882/2001 επί κατάληψης πριν την καταβολή της αποζημίωσης νομίμως εκδικάζεται σωρευόμενη με την αίτηση καθορισμού τιμής μονάδος κατά την διαδικασία του άρθρου 19 ν. 2882/2001 (ΑΠ 1359/2023).
Σύμφωνα με το άρθρο 25 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (Ν. 2882/2001), σε περίπτωση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης καλλιεργούμενων αγροτικών ακινήτων ή προσοδοφόρων, ιδιωτικών δασών ή προσοδοφόρων αστικών ακινήτων, που κατελήφθησαν νομίμως μετά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, όποιος έχει εμπράγματο δικαίωμα επί τούτων δύναται να ζητήσει αποζημίωση από το βαρυνόμενο με τη δαπάνη της απαλλοτρίωσης για την απωλεσθείσα πρόσοδο του ακινήτου, από την κατάληψή του μέχρι την είσπραξη της προκατατεθείσας αποζημίωσης, εφόσον η καθυστέρηση της είσπραξης δεν οφείλεται σε λόγους που ανάγονται στον ίδιο ή σε υπαιτιότητα τρίτου. Η σχετική αγωγή ασκείται ενώπιον του εφετείου κατά τη διαδικασία του άρθρου 19 του ίδιου Κώδικα.
Εν προκειμένω, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε την ένδικη αίτηση αποζημίωσης στέρησης χρήσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης αόριστη. Έκρινε, επίσης, ότι μη νόμιμα η αίτηση αυτή σωρεύθηκε με την αίτηση των αναιρεσειόντων για καθορισμό οριστικής τιμής μονάδος απαλλοτριώσεως.
Ωστόσο, κατά την κρίση του ανωτάτου δικαστηρίου, το Εφετείο παραβίασε ευθέως την ουσιαστική διάταξη του άρθρου 25 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων, διότι από τις παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης προκύπτει ότι αυτό απαίτησε περισσότερα στοιχεία για το ορισμένο της, δεδομένου ότι οι αιτούντες ανέφεραν στην αίτησή τους ότι τα ακίνητά τους καταλήφθηκαν από το υπερ ού η απαλλοτρίωση Ελληνικό Δημόσιο πριν την ένδικη απαλλοτρίωση, ενώ το Εφετείο γνωρίζει ότι η οριστική αποζημίωση δε είχε καθορισθεί ακόμη.
Περαιτέρω, ο Άρειος Πάγος επεσήμανε ότι η σχετική αίτηση, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη, νομίμως σωρεύθηκε στην αίτηση για τον καθορισμό της οριστικής μονάδος αποζημιώσεως, για να εκδικασθεί με τη διαδικασία του άρθρου 19 του Ν. 2882/2001.
Απόσπασμα απόφασης
Από την παραδεκτή, κατ' άρθρον 561 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το Εφετείο ως προς το κεφάλαιο της ανωτέρω αιτήσεως των αναιρεσειόντων, δέχθηκε τα ακόλουθα: «Οι αιτούντες της υπό στ. 3Γ ́ αίτησης,, σωρεύουν στην ένδικη αίτηση καθορισμού οριστικής τιμής μονάδας και αίτημα περί επιδίκασης πρόσθετης αποζημίωσης, ποσού 30% επί της καθορισθησόμενης αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποιήσεως, ποσού 4% επ' αυτής, που υπέστησαν συνεπεία των αναφερόμενων σε αυτή παράνομων πράξεων των οργάνων του υπέρ ού η απαλλοτρίωση κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους στα πλαίσια της διαδικασίας της απαλλοτριώσεως, λόγω στέρησης της χρήσης και κάρπωσης των απαλλοτριούμενων προσοδοφόρων ακινήτων για μια πενταετία (1.11.2012 1.11.2017) και μη καταβολής της προσδιορισθείσας τιμής μονάδας, που έχει κατά λέξη ως ακολούθως: "Στην ένδικη υπόθεση από την κήρυξη της κύριας και της ένδικης απαλλοτρίωσης και την κατάληψη των επίδικων ακινήτων (της) αίτησης έχουν επέλθει μεταβολές στις ιδιοκτησίες μας και έχουν εξαιτίας αυτών επέλθει οι κάτωθι ζημίες μας, τις οποίες ως παρεμπίπτουσες έχουμε δικαίωμα να ζητήσουμε κατά το άρθρο 283 ΚΠολΔ, στην ανοιγείσα δίκη. Τα ακίνητά μας κηρύχθηκαν απαλλοτριωτέα με τις Κοινές Υπουργικές αποφάσεις 1112062/8397/0010/9.1.2007 και 1003858/336 /10010/23.1.2009 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με τις οποίες κηρύχθηκε դ αναγκαστική απαλλοτρίωση ευρύτερης έκτασης 469.984,82 τ.μ., στο τμήμα της Εθνικής Οδού Αντιρρίου - Ιωαννίνων από Χ.Θ. 0+005 έως και 10+248, για την κατασκευή του αυτοκινητοδρόμου της Ιόνιας Οδού. Έκτοτε είναι δεσμευμένα, και μετά την κατάληψή τους, το έτος 2012, μετά την έκδοση της απόφασης 240/2012 Εφετείου Πατρών, απωλέσαμε κάθε δικαίωμά αυτά. Στην ένδικη περίπτωση όλα τα επίδικα είναι προσοδοφόρα αστικά ακίνητα, εκτός σχεδίου, για τα οποία υφιστάμεθα πολύ πριν την κήρυξη της ένδικης απαλλοτρίωσης ουσιώδη δέσμευση αυτών, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η χρήση τους, έως την καταβολή της πλήρους αποζημίωσης της ένδικης απαλλοτρίωσης, καθώς η επιβολή επάλληλων και συνεχόμενων απαλλοτριώσεων σε ένα ακίνητο πρέπει να αντιμετωπίζεται ενιαίως, και στην προκειμένη περίπτωση είμαστε σε αβεβαιότητα ως προς τα ακίνητά μας επί 4 έτη και δεν μας επιτράπηκε να απολαύσουμε τις επίδικες ιδιοκτησίες, καθώς παρά την αρχική απαλλοτρίωση επιβλήθηκε και 2η, η οποία είναι η ένδικη. Συνεπώς μας οφείλεται αποζημίωση στέρησης χρήσης και χρηματική ικανοποίηση της ηθικής μας βλάβης, ήτοι μας οφείλεται αποζημίωση στέρησης χρήσης, κατά το άρθρο 25 ΚΑΑΑ, και ως προς το ύψος της, αναφερόμαστε στην απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Χατζηπροκοπίου κατά Τουρκίας…”. Έτσι διατυπωμένο το σχετικό αίτημα, είναι απορριπτέο προεχόντως λόγω αοριστίας, καθώς δεν διευκρινίζεται στην αίτηση αν η κατάληψη των ακινήτων τους έλαβε χώρα πριν ή μετά την συντέλεση της απαλλοτριώσεως, αν συντελέστηκε και πότε η απαλλοτρίωση με καταβολή της δικαστικώς καθορισθείσας αποζημιώσεως στο δικαιούχο ή νόμιμης παρακατάθεσης αυτής (άρθρ. 7 και 8 ν. 2882/2001), και ο λόγος της μη είσπραξης της τυχόν παρακατατεθείσας αποζημιώσεως, καθώς η μέχρι την συντέλεση της απαλλοτριώσεως κατάληψη είναι παράνομη και γεννά υποχρέωση αποζημίωσης, κατά τα άρθρ. 914, 987β', 298 ΑΚ, η οποία περιλαμβάνει τη θετική ζημία και το διαφυγόν κέρδος που εν προκειμένω ουδόλως αναφέρονται, μετά όμως την συντέλεση της απαλλοτριώσεως η κατάληψη των ακινήτων είναι νόμιμη, πλην όμως ο έχων εμπράγματο δικαίωμα επ' αυτών μπορεί να ζητήσει αποζημίωση για απωλεσθείσα πρόσοδο από την κατάληψη μέχρι την είσπραξη της αποζημίωσης, εφόσον όμως η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε λόγους που ανάγονται στον ίδιο (δικαιούχο) ή σε υπαιτιότητα τρίτου ...Σε κάθε περίπτωση, το εν λόγω αίτημα απαραδέκτως σωρεύεται στο ίδιο δικόγραφο με την αίτηση καθορισμού οριστικής τιμής μονάδας αποζημιώσεως και πρέπει να διαταχθεί ο χωρισμός αυτών, κατ' άρθρο 218 §2 ΚΠολΔ, διότι πρόκειται περί διαφοράς του υπάγεται σε διαφορετικό είδος διαδικασίας, ήτοι στην τακτική, από εκείνο της σωρευόμενης στο ίδιο δικόγραφο ως ανωτέρω αίτησης και περαιτέρω, να παραπεμφθεί κατά τα αιτήματά της αυτά ενώπιον του αρμοδίου καθ’ ύλην και κατά τόπο Πρωτοδικείου Μεσολογγίου, προκειμένου να ερευνηθεί και το θέμα της δικαιοδοσίας, καθώς δεν μπορεί να εισαχθεί προς συζήτηση κατά παράκαμψη του πρώτου βαθμού στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και να θεμελιωθεί αρμοδιότητα αυτού στις επικαλούμενες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, διότι το τελευταίο, δεν υποκαθιστά τον Εθνικό νομοθέτη στη θέσπιση του εφαρμοστέου δικονομικού συστήματος, που δεν προβλέπει ενιαία καθ' ύλη αρμοδιότητα του Εφετείου προς εκδίκαση κάθε διαφοράς που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την απαλλοτρίωση ή ανακύπτει επ' ευκαιρία αυτής ή συνεπεία παρανομίας των οργάνων της διοίκησης στα πλαίσια της απαλλοτριώσεως ή έχει ως γενεσιουργό αιτία αυτή, ενώ εξ άλλου η ρύθμιση αυτή δεν πλήττει την αρχή της εκδικάσεως των συνεπειών της απαλλοτριώσεως εντός ευλόγου χρόνου στο πλαίσιο ενιαίας διαδικασίας και δίκης, διότι πρωτίστως δεν πρόκειται για αποζημίωση λόγω απαλλοτριώσεως...». Με το να κρίνει την αίτηση αυτή ως αόριστη και ότι απαραδέκτως σωρεύθηκε με την αίτηση των αναιρεσειόντων για καθορισμό οριστικής τιμής μονάδος απαλλοτριώσεως, το Εφετείο παραβίασε ευθέως την ως άνω ουσιαστική διάταξη του άρθρου 25 του Ν. 2882/2001 ΚΑΛΑ, διότι από τις παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι αυτό απαίτησε περισσότερα στοιχεία για το ορισμένο της, δεδομένου ότι οι αιτούντες ανέφεραν στην αίτησή τους ότι τα ακίνητά τους καταλήφθηκαν από το υπερ ού η απαλλοτρίωση Ελληνικό Δημόσιο το 2012, ήτοι πριν την ένδικη απαλλοτρίωση, η οποία κηρύχθηκε στις 22-7-2014, ενώ το Εφετείο γνωρίζει ότι η οριστική αποζημίωση δε είχε καθορισθεί ακόμη. Περαιτέρω, η σχετική αίτηση, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη, νομίμως, σωρεύθηκε στην αίτηση για τον καθορισμό της οριστικής μονάδος αποζημιώσεως, για να εκδικασθεί με τη διαδικασία του άρθρου 19 του Ν. 2.882/2001.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.