Ειδικός Φόρος Ακινήτων - Νομιμοποίηση αλλοδαπής ΕΠΕ - Μη δήλωση μέρους της ακίνητης περιουσίας στη φορολογία κεφαλαίου - Παραγραφή (ΔΠΑ 18232/2020)
Ειδικός Φόρος Ακινήτων - Νομιμοποίηση αλλοδαπής ΕΠΕ - Μη δήλωση μέρους της ακίνητης περιουσίας στη φορολογία κεφαλαίου - Παραγραφή.
ΔΠΑ 18232/2020, 27ο Τμήμα
Προσφυγή ιδιωτικής εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, με έδρα την Κύπρο, κατά απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ε.Δ., κατά το μέρος αυτής με το οποίο απορρίφθηκε ενδικοφανής προσφυγή της κατά πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού Ειδικού Φόρου Ακινήτων (Ε.Φ.Α.) του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. για τις φορολογικές χρήσεις 2003 έως 2010.
Tο Δ.Σ. της προσφεύγουσας εταιρίας συγκροτείται, κατά το κυπριακό δίκαιο, από δύο μέλη - ιδιωτικές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, που καλούνται «Διευθυντές» (ή Σύμβουλοι). Ένα από τα μέλη του Δ.Σ. εξουσιοδοτεί με πληρεξούσιο (ιδιωτικό έγγραφο), που υπογράφηκε από την Πρόεδρό του, ενώπιον του πιστοποιούντος υπαλλήλου Κύπρου (με την επισημείωση «Αpostille» επ’ αυτού), τρίτο φυσικό πρόσωπο να προβεί, για λογαριασμό της προσφεύγουσας, στη χορήγηση δικαστικής πληρεξουσιότητας σε δικηγόρο. Ακολούθως, το τελευταίο αυτό πρόσωπο, ενεργόν ως πληρεξούσιος της προσφεύγουσας στην Ελλάδα, χορηγεί με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο τη δικαστική πληρεξουσιότητα στην παρασταθείσα στο ακροατήριο δικηγόρο. Όλα δε τα έγγραφα που προέρχονται από δημόσιο όργανο της Κυπριακής Δημοκρατίας, φέρουν την επισημείωση (Αpostille) που προβλέπεται από το Παράρτημα της από 5 Οκτωβρίου 1961 Σύμβασης της Χάγης, κυρωθείσας με το ν. 1497/1984 (Α΄188) που χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές του Κράτους, προκειμένου να πιστοποιείται η γνησιότητα της υπογραφής (πρβλ. ΣτΕ 1875/2018). Το Δικαστήριο κρίνει, κατ' εφαρμογή των άρθρων 25 παρ. 3, 30 και 35 του Κ.Δ.Δ., ότι νομίμως παραστάθηκε για λογαριασμό της προσφεύγουσας εταιρίας, ως πληρεξούσια, η παρασταθείσα δικηγόρος και, κατ’ επέκταση, τυγχάνει παραδεκτώς ασκηθέν το κρινόμενο ένδικο βοήθημα.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 7 του ν. 2523/1997, στη φορολογία κεφαλαίου, στην οποία εντάσσεται και ο Ε.Φ.Α., η μη αναγραφή ορισμένων περιουσιακών στοιχείων στη δήλωση που υποβάλλεται από τον εκάστοτε υπόχρεο, ισοδυναμεί με παράλειψη υποβολής δήλωσης γι' αυτά. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, αφενός να καταλογίζεται σε βάρος του υποχρέου πρόσθετος φόρος λόγω μη υποβολής δήλωσης και όχι λόγω ανακρίβειας της υποβληθείσας δήλωσης και αφετέρου το δικαίωμα του Δημοσίου προς επιβολή φόρου να υπόκειται σε δεκαπενταετή παραγραφή, κατ' εφαρμογή του άρθρου 84 παρ. 5 του ν. 2238/1994, κατά παρέκκλιση από τον κανόνα της πενταετούς παραγραφής της παρ. 1 του ίδιου άρθρου. Επίσης, το δικαίωμα του Δημοσίου προς επιβολή φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο 10 ετών από το τέλος του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης, κατ' εφαρμογή του άρθρου 84 παρ. 4 του ν. 2238/1994, εάν περιήλθαν σε γνώση της φορολογικής διοίκησης μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους, εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης, συμπληρωματικά στοιχεία, ήτοι στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1303/1999, 2632/1996), τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπόψη της η φορολογική αρχή κατά την ανωτέρω πενταετία (βλ. Σ.τ.Ε. 2426/2002). Συνεπώς, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου 84 πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν λήφθηκαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3947/2012, 3296/2008, 2703/1997) είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2426/2002), ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας που προβλέπονται στο νόμο (βλ. Σ.τ.Ε. 2932, 2934, 2935/2017 7μ.). Ο Ε.Φ.Α. υπολογίζεται βάσει της αντικειμενικής αξίας του εκάστοτε ακινήτου. Ο τυχόν εσφαλμένος υπολογισμός της αντικειμενικής αξίας του τελευταίου, λόγω μη ορθού χαρακτηρισμού του ως βοσκότοπου, ενώ στην πραγματικότητα συνιστά αγροτεμάχιο, δεν εμπίπτει στην έννοια των συμπληρωματικών στοιχείων, που δικαιολογούν την κατ' εξαίρεση παρέκταση της πενταετούς παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς επιβολή φόρου σε 10 έτη, κατ' εφαρμογή του άρθρου 84 παρ. 4 του ν. 2238/1994, διότι ο χαρακτηρισμός του ακινήτου γίνεται βάσει του συμβολαίου κτήσης αυτού, που κατατίθεται στην αρμόδια φορολογική αρχή ήδη από το χρόνο απόκτησής του.
Στην προκείμενη περίπτωση, η προσφεύγουσα τυγχάνει κυρία σε ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου τεσσάρων (4) αγροτεμαχίων (έτη κτήσης 1994 και 2000) και σε ποσοστό 100%, έντεκα (11) αγροτεμαχίων (έτος κτήσης 2003). Για τα έντεκα (11) αγροτεμάχια υπέβαλε, ως όφειλε, δήλωση Ε.Φ.Α., για τις χρήσεις 2004 έως 2010, στην οποία τα δήλωσε ως βοσκότοπους και βάσει του συγκεκριμένου χαρακτηρισμού τους, έγινε ο υπολογισμός της αντικειμενικής αξίας τους και του αναλογούντος Ε.Φ.Α.. Ωστόσο, για τα υπόλοιπα τέσσερα (4) αγροτεμάχια ιδιοκτησίας της, ούτε υπέβαλε δήλωση Ε.Φ.Α. για τη χρήση 2003, ως όφειλε, ούτε τα συμπεριέλαβε στις αντίστοιχες δηλώσεις που είχε υποβάλει για τις χρήσεις 2004 έως και 2009. Αντιθέτως, τα δήλωσε το πρώτον το 2010, στη σχετική δήλωση που υπέβαλε, στην οποία συμπεριέλαβε και τα υπόλοιπα έντεκα (11) αγροτεμάχια ιδιοκτησίας της. Η φορολογική αρχή, κατόπιν ελέγχου, καταλόγισε σε βάρος της Ε.Φ.Α. για τα τέσσερα (4) αγροτεμάχια για τις χρήσεις 2003 έως 2010 και διαφορά Ε.Φ.Α. για τα έντεκα (11) αγροτεμάχια για τις ίδιες χρήσεις, λόγω μεταβολής του χαρακτηρισμού τους από βοσκότοπους σε αγροτεμάχια, με συνέπεια τον επανυπολογισμό της αντικειμενικής αξίας τους και του αρχικά οφειλόμενου Ε.Φ.Α.. Τέλος, της καταλόγισε και τους αναλογούντες πρόσθετους φόρους για τις ένδικες χρήσεις.
Όσον αφορά τα τέσσερα (4) αγροτεμάχια, το Δικαστήριο κρίνει ότι η μη συμπερίληψή τους στις δηλώσεις Ε.Φ.Α., που είχαν υποβληθεί από την προσφεύγουσα για τις χρήσεις 2004 έως 2009, ισοδυναμεί με παράλειψη υποβολής δήλωσης, με συνέπεια το δικαίωμα του καθ' ου προς επιβολή του ένδικου φόρου να υπόκειται σε δεκαπενταετή παραγραφή. Επομένως, αφού για τα συγκεκριμένα ακίνητα, η προσφεύγουσα δεν είχε υποβάλει δήλωση κατά τις χρήσεις 2003 έως 2009, όφειλε Ε.Φ.Α., καθώς δεν είχε παραγραφεί το σχετικό δικαίωμα του καθ' ου. Αντίθετα, για τη χρήση 2010, δεν όφειλε τον καταλογισθέντα σε βάρος της ένδικο φόρο, διότι γι' αυτήν, είχε υποβάλει δήλωση, στην οποία είχε συμπεριλάβει το σύνολο της ακίνητης περιουσίας της και κατ' αποτέλεσμα, το δικαίωμα του καθ' ου προς επιβολή φόρου είχε παραγραφεί, κατ' εφαρμογή του κανόνα της πενταετούς παραγραφής του άρθρου 84 παρ. 1 του ν. 2238/1994. Όσον αφορά τα έντεκα (11) αγροτεμάχια, το Δικαστήριο κρίνει ότι μη νομίμως το καθ' ου προέβη σε νέο χαρακτηρισμό τους ως αγροτεμαχίων και σε επανυπολογισμό του οφειλόμενου Ε.Φ.Α. λόγω μεταβολής της αντικειμενικής αξίας τους, για τις χρήσεις 2003 έως 2010, αφού η ενέργειά του αυτή δεν στηρίχθηκε σε συμπληρωματικά στοιχεία και κατά συνέπεια, είχε παραγραφεί το σχετικό δικαίωμά του προς επιβολή του ένδικου φόρου για αυτά.
Το Δικαστήριο, κατ' ακολουθίαν, κάνει δεκτή εν μέρει την προσφυγή και αναπέμπει την υπόθεση στην αρμόδια φορολογική αρχή, ώστε η τελευταία να προβεί σε νέα εκκαθάριση του οφειλόμενου φόρου, για τις φορολογικές χρήσεις 2003 έως 2009, μόνο για τα τέσσερα (4) αγροτεμάχια ιδιοκτησίας της προσφεύγουσας.