logo-print

Εθνικά μέτρα στήριξης των αδειοδοτημένων αεροπορικών εταιριών στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19 και κανόνες ΕΕ περί κρατικών ενίσχυσεων

Γεν. Δικαστήριο ΕΕ: Απορρίφθηκαν οι προσφυγές ακυρώσεως της Ryanair για τα μέτρα σε Σουηδία και Γαλλία - Τα μέτρα είναι συμβατά με το δίκαιο της Ένωσης, τόσο ως προς την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, όσο και ως προς την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών

17/02/2021

17/02/2021

Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός
Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Με τις δημοσιευθείσες στις 17-02-2021 αποφάσεις του, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΓΔΕΕ) απέρριψε τις ασκηθείσες από την Ryanair προσφυγές ακυρώσεως κατά των δύο αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το συμβατό με το δίκαιο της Ένωσης, αφενός, των ενισχύσεων στην Σουηδία για στήριξη στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19 των σουηδικών αεροπορικών εταιριών και, αφετέρου, του καθεστώτος ενισχύσεων στην Γαλλία για στήριξη, στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19, των γαλλικών αεροπορικών εταιριών.

Ειδικότερα, αφενός, το ΓΔΕΕ έκρινε ότι είναι σύμφωνο με το δίκαιο της Ένωσης το καθεστώς εγγυήσεων δανείων το οποίο θέσπισε η Σουηδία για τη στήριξη, στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19, των αεροπορικών εταιριών που κατέχουν άδεια των σουηδικών αρχών και το οποίο σκοπεί στην άρση της σοβαρής διαταραχής της οικονομίας του εν λόγω κράτους μέλους. Σύμφωνα με το ΓΔΕΕ, το επίμαχο καθεστώς θεσπίστηκε προς το συμφέρον της Ένωσης.

Αφετέρου, το ΓΔΕΕ αποφάνθηκε ότι είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης η αναστολή καταβολής φόρων την οποία αποφάσισε η Γαλλία για τη στήριξη, στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19, των αεροπορικών εταιριών που κατέχουν άδεια των γαλλικών αρχών. Κατά το ΓΔΕΕ, το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων είναι πρόσφορο για την επίτευξη του σκοπού της επανορθώσεως των οικονομικών ζημιών που προκάλεσε η πανδημία COVID-19 και δεν εισάγει δυσμενή διάκριση.

Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της πρώτης υπόθεσης, το ΓΔΕΕ εξέτασε για πρώτη φορά τη νομιμότητα καθεστώτος ενισχύσεων το οποίο θεσπίστηκε για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας COVID-19 υπό το πρίσμα του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ. Πρόσθετα, στο πλαίσιο της δεύτερης υπόθεσης, το ΓΔΕΕ εξέτασε, για πρώτη φορά, τη νομιμότητα καθεστώτος ενισχύσεων το οποίο θεσπίστηκε για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας COVID-19 υπό το πρίσμα του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ. Περαιτέρω, και στις δύο υποθέσεις, το ΓΔΕΕ διευκρίνισε τη σχέση μεταξύ των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις και, αφενός, της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, καθώς και, αφετέρου, της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Ιστορικό των υποθέσεων

Υπόθεση Τ-238/20

Τον Απρίλιο του 2020, η Σουηδία κοινοποίησε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέτρο ενισχύσεως υπό μορφή καθεστώτος εγγυήσεων δανείων για τη στήριξη των αεροπορικών εταιριών που κατέχουν άδεια των σουηδικών αρχών, εκδοθείσας δυνάμει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) 1008/2008 [κανονισμός σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα], στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19. Το εν λόγω καθεστώς αφορά, ειδικότερα, όλες τις αεροπορικές εταιρίες οι οποίες, την 1η Ιανουαρίου 2020, ήταν κάτοχοι άδειας των σουηδικών αρχών για την άσκηση εμπορικών δραστηριοτήτων στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, με εξαίρεση τις αεροπορικές εταιρίες οι οποίες εκτελούν μη προγραμματισμένες πτήσεις. Το μέγιστο ύψος των εγγυημένων δανείων βάσει του καθεστώτος αυτού ανέρχεται σε 5 δισεκατομμύρια σουηδικές κορώνες (SEK), η δε εγγύηση έπρεπε να χορηγηθεί το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020, για μέγιστη διάρκεια έξι ετών.

Η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι το καθεστώς που κοινοποιήθηκε συνιστούσε κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, προέβη σε αξιολόγησή του υπό το πρίσμα της ανακοινώσεώς της, της 19ης Μαρτίου 2020, με τίτλο «Προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID19» [η οποία η οποία τροποποιήθηκε με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την Τροποποίηση του προσωρινού πλαισίου για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID-19]. Με απόφαση της 11ης Απριλίου 20201, η Επιτροπή κήρυξε το κοινοποιηθέν καθεστώς συμβατό με την εσωτερική αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ. Δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά οι ενισχύσεις για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους.

Υπόθεση Τ-259/20

Τον Μάρτιο του 2020, η Γαλλία κοινοποίησε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέτρο ενισχύσεως υπό τη μορφή αναστολής καταβολής, κατά την περίοδο μεταξύ Μαρτίου και Δεκεμβρίου 2020, του φόρου πολιτικής αεροπορίας και του φόρου αλληλεγγύης επί των αεροπορικών εισιτηρίων που οφείλονται σε μηνιαία βάση. Η αναστολή καταβολής, της οποίας τυγχάνουν οι αεροπορικές εταιρίες που κατέχουν άδεια των γαλλικών αρχών, εκδοθείσας δυνάμει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) 1008/2008, συνίσταται στην αναβολή πληρωμής των ως άνω φόρων μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2021, εν συνεχεία δε στην κατανομή των πληρωμών σε μια περίοδο 24 μηνών, ήτοι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2022. Το ακριβές ποσό των φόρων καθορίζεται σε συνάρτηση με τον αριθμό των επιβατών που μεταφέρονται και τον αριθμό των πτήσεων που πραγματοποιούνται από γαλλικά αεροδρόμια.

Με απόφαση της 31ης Μαρτίου 20202, η Επιτροπή χαρακτήρισε την αναστολή καταβολής των φόρων ως κρατική ενίσχυση, κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, συμβατή με την εσωτερική αγορά, σύμφωνα με το άρθρο  107, παράγραφος 2, στοιχείο β’, ΣΛΕΕ. Δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά οι ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα.

Η αεροπορική εταιρία Ryanair άσκησε, με δύο χωριστά δικόγραφα, προσφυγές με αίτημα την ακύρωση και των δύο ως άνω αποφάσεων της Επιτροπής.

Αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Απόφαση Τ-238/20

Με την απόφασή του αυτή, κατά πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε την απόφαση της Επιτροπής υπό το πρίσμα του άρθρου 18, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ το οποίο, εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών και με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεών τους, απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας. Δεδομένου ότι, κατά το Γενικό Δικαστήριο, το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ συγκαταλέγεται στις ειδικές αυτές διατάξεις, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει αν το καθεστώς εγγυήσεων δανείων μπορούσε να κηρυχθεί συμβατό με την εσωτερική αγορά βάσει της εν λόγω διατάξεως.

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε, αφενός, ότι ο σκοπός του καθεστώτος εγγυήσεων δανείων ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ, στο μέτρο που το καθεστώς σκοπεί πράγματι στην αντιμετώπιση σοβαρής διαταραχής της σουηδικής οικονομίας λόγω της πανδημίας COVID-19, και πιο συγκεκριμένα στην αντιμετώπιση των σημαντικών επιπτώσεων της πανδημίας στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών στη Σουηδία και, συνακόλουθα, στην αεροπορική εξυπηρέτηση του εδάφους του εν λόγω κράτους μέλους. 

Το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε, αφετέρου, ότι ο περιορισμός του καθεστώτος εγγυήσεων δανείων στις αεροπορικές εταιρίες οι οποίες κατέχουν άδεια των σουηδικών αρχών είναι κατάλληλος για την επίτευξη του σκοπού της άρσης της σοβαρής διαταραχής της σουηδικής οικονομίας. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 1008/2008, η κατοχή άδειας των σουηδικών αρχών σημαίνει, στην πράξη, ότι οι αεροπορικές εταιρίες έχουν την κύρια εγκατάστασή τους στο σουηδικό έδαφος και υπόκεινται στην οικονομική εποπτεία και τον έλεγχο φερεγγυότητας των σουηδικών αρχών. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού προβλέπουν αμοιβαίες υποχρεώσεις μεταξύ των σουηδικών αρχών και των αεροπορικών εταιριών οι οποίες κατέχουν άδεια των εν λόγω αρχών και, επομένως, θεσπίζουν έναν ειδικό και σταθερό δεσμό μεταξύ τους ο οποίος ανταποκρίνεται δεόντως στις προϋποθέσεις του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

Όσον αφορά τη συμφωνία του καθεστώτος εγγυήσεων δανείων με την αρχή της αναλογικότητας, το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε, περαιτέρω, ότι οι επιλέξιμες για το καθεστώς ενισχύσεων εταιρίες συμβάλλουν στην τακτική εξυπηρέτηση της Σουηδίας, τόσο για τη μεταφορά επιβατών όσο και τη μεταφορά φορτίου, κατ’ αντιστοιχία προς τον σκοπό της διασφάλισης της συνδεσιμότητας της Σουηδίας. Αντιθέτως, η επέκταση του καθεστώτος ενισχύσεων σε μη εγκατεστημένες στη Σουηδία εταιρίες δεν θα καθιστούσε δυνατή την επίτευξη του εν λόγω σκοπού.

Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις επίμαχες περιπτώσεις, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε, επιπλέον, ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως καθόσον έκρινε ότι το επίμαχο καθεστώς ενισχύσεων δεν έβαινε πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τις σουηδικές αρχές σκοπού, ο οποίος καθίστατο ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι, στα τέλη Μαρτίου 2020, το εν λόγω κράτος είχε διαπιστώσει πτώση σε ποσοστό περίπου 93% της εναέριας επιβατικής κίνησης στους τρεις βασικούς αερολιμένες της Σουηδίας.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω διαπιστώσεων, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο σκοπός του καθεστώτος εγγυήσεων δανείων ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της παρεκκλίσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ και ότι οι όροι για τη χορήγηση της εν λόγω ενισχύσεως δεν βαίνουν πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Επομένως, το εν λόγω καθεστώς δεν συνιστά ούτε διάκριση απαγορευόμενη βάσει του άρθρου 18, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

Κατά δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε την απόφαση της Επιτροπής υπό το πρίσμα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 56 ΣΛΕΕ. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η θεμελιώδης αυτή ελευθερία δεν έχει, αυτή καθεαυτή, εφαρμογή στον τομέα των μεταφορών, ο οποίος διέπεται από ειδικό νομικό καθεστώς που περιλαμβάνει τον προαναφερθέντα κανονισμό (ΕΚ) 1008/2008 σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα. Σκοπός του εν λόγω κανονισμού είναι ακριβώς να καθορίσει, στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, τις προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Ωστόσο, η Ryanair δεν προέβαλε παράβαση του εν λόγω κανονισμού. 

Κατά τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον λόγο ακυρώσεως σύμφωνα με τον οποίο η Επιτροπή παρέβη την υποχρέωση που υπέχει περί σταθμίσεως των ευεργετικών αποτελεσμάτων της ενισχύσεως με τα αρνητικά αποτελέσματά της επί των όρων των εμπορικών συναλλαγών και επί της διατηρήσεως ανόθευτου ανταγωνισμού. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο συμπέρανε ότι τέτοια στάθμιση δεν απαιτείται από το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄,  ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι τα μέτρα ενισχύσεως τα οποία θεσπίζονται για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους, όπως το επίμαχο καθεστώς εγγυήσεων δανείων, θεσπίζονται εν τέλει προς το συμφέρον της Ένωσης, εφόσον είναι αναγκαία, κατάλληλα και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. 

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμο τον λόγο ακυρώσεως που στηρίζεται σε προβαλλόμενη παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και διαπίστωσε ότι παρέλκει η εξέταση του βασίμου του λόγου ακυρώσεως ο οποίος στηρίζεται σε προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

Απόφαση Τ-259/20

Με την απόφασή του αυτή, κατά πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε έλεγχο της αποφάσεως της Επιτροπής υπό το πρίσμα του άρθρου 18, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ το οποίο, εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών και με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεών τους, απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας. Δεδομένου ότι, κατά το Γενικό Δικαστήριο, το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ συγκαταλέγεται σε αυτές τις ειδικές διατάξεις, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε αν η αναστολή καταβολής των φόρων μπορούσε να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά βάσει της εν λόγω διατάξεως. 

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε, αφενός, ότι η πανδημία COVID-19 και τα μέτρα περιορισμού των μεταφορών και περιορισμού της κυκλοφορίας που θέσπισε η Γαλλία προς αντιμετώπισή της συνιστούν, στο σύνολό τους, έκτακτο γεγονός κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, το οποίο προκάλεσε οικονομικές ζημίες στις αεροπορικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Γαλλία. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, δεν αμφισβητείται ομοίως ότι ο σκοπός της αναστολής καταβολής των φόρων είναι πράγματι η επανόρθωση των ζημιών αυτών.

Το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε, αφετέρου, ότι η πρόβλεψη αναστολής καταβολής των φόρων μόνο υπέρ των αεροπορικών εταιριών που κατέχουν άδεια των γαλλικών αρχών αποτελεί πρόσφορο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού της επανορθώσεως των ζημιών που προκλήθηκαν από το εν λόγω έκτακτο γεγονός. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε ότι, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 1008/2008, η κατοχή άδειας των γαλλικών αρχών σημαίνει, στην πράξη, ότι οι αεροπορικές εταιρίες έχουν την κύρια εγκατάστασή τους στο γαλλικό έδαφος και υπόκεινται στην οικονομική εποπτεία και τον έλεγχο φερεγγυότητας των γαλλικών αρχών. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού προβλέπουν αμοιβαίες υποχρεώσεις μεταξύ των γαλλικών αρχών και των αεροπορικών εταιριών οι οποίες κατέχουν άδεια των εν λόγω αρχών και, επομένως, θεσπίζουν έναν ειδικό και σταθερό δεσμό μεταξύ τους ο οποίος ανταποκρίνεται δεόντως στις προϋποθέσεις του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

Όσον αφορά τη συμφωνία της αναστολής καταβολής των φόρων  με την αρχή της αναλογικότητας, το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε, περαιτέρω, ότι οι επιλέξιμες για το καθεστώς ενισχύσεων εταιρίες είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο από τα μέτρα περιορισμού των μεταφορών και περιορισμού της κυκλοφορίας που θέσπισε η Γαλλία. Αντιθέτως, η επέκταση της εν λόγω αναστολής καταβολής σε μη εγκατεστημένες στη Γαλλία εταιρίες δεν θα καθιστούσε δυνατή την επίτευξη, με την ίδια ακρίβεια και χωρίς κίνδυνο υπεραντιστάθμισης, του σκοπού της επανορθώσεως των οικονομικών ζημιών που υπέστησαν οι αεροπορικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Γαλλία.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω διαπιστώσεων, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο σκοπός της αναστολής καταβολής των φόρων ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της παρεκκλίσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ και ότι οι όροι για τη χορήγηση της εν λόγω ενισχύσεως δεν βαίνουν πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Επομένως, το εν λόγω καθεστώς δεν συνιστά ούτε διάκριση απαγορευόμενη βάσει του άρθρου 18, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

Κατά δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε την απόφαση της Επιτροπής υπό το πρίσμα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 56 ΣΛΕΕ. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η θεμελιώδης αυτή ελευθερία δεν έχει, αυτή καθεαυτή, εφαρμογή στον τομέα των μεταφορών, ο οποίος διέπεται από ειδικό νομικό καθεστώς που περιλαμβάνει τον κανονισμό (ΕΚ) 1008/2008. Σκοπός του εν λόγω κανονισμού είναι ακριβώς να καθορίσει, στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, τις προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Ωστόσο, η Ryanair δεν προέβαλε παράβαση του εν λόγω κανονισμού.

Κατά τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον λόγο ακυρώσεως κατά τον οποίο η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη κατά την εκτίμηση της αξίας του πλεονεκτήματος που χορηγήθηκε στις αεροπορικές εταιρίες οι οποίες τυγχάνουν της αναστολής καταβολής των φόρων. Το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το ονομαστικό ποσό που αντιστοιχεί στις ζημίες τις οποίες υπέστησαν οι δικαιούχοι της αναστολής καταβολής των φόρων είναι, κατά πάσα πιθανότητα, υψηλότερο από το συνολικό ονομαστικό ποσό της αναστολής, οπότε είναι σαφές ότι αποκλείεται ο κίνδυνος υπεραντιστάθμισης. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις δεσμεύσεις της Γαλλίας να της παράσχει λεπτομερή μεθοδολογία όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο το εν λόγω κράτος μέλος προτίθεται να προσδιορίσει, εκ των υστέρων και για κάθε δικαιούχο, το ύψος των ζημιών που σχετίζονται με την κρίση που προκάλεσε η πανδημία, γεγονός το οποίο συνιστά επιπλέον εγγύηση για την αποφυγή οποιουδήποτε κινδύνου υπεραντιστάθμισης.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμο τον λόγο ακυρώσεως που στηρίζεται σε προβαλλόμενη παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και διαπίστωσε ότι παρέλκει η εξέταση του βασίμου του λόγου ακυρώσεως ο οποίος στηρίζεται σε προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

Γίνεται υπόμνηση ότι η προσφυγή ακυρώσεως αποσκοπεί στην ακύρωση πράξεων των οργάνων της Ένωσης που αντιβαίνουν στο δίκαιο της Ένωσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη, τα όργανα της Ένωσης και οι ιδιώτες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου. Αν η προσφυγή είναι βάσιμη, η πράξη ακυρώνεται. Το καθού όργανο της Ένωσης οφείλει να καλύψει το ενδεχόμενο κενό δικαίου που δημιουργεί η ακύρωση της πράξεως. Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί αναίρεση, περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα, ενώπιον του Δικαστηρίου, εντός δύο μηνών και δέκα ημερών από της κοινοποιήσεώς της.

Το πλήρες κείμενο των αποφάσεων Τ-238/20 και Τ-259/20 είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA

  • 1. Απόφαση C(2020) 2366 τελικό της Επιτροπής, της 11ης Απριλίου 2020, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.56812 (2020/N) – Σουηδία– COVID 19: Καθεστώς εγγυήσεων δανείων προς αεροπορικές εταιρίες.
  • 2. Απόφαση C(2020) 2097 τελικό της Επιτροπής, της 31ης Μαρτίου 2020, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.56765 (2020/N) – Γαλλία – COVID-19 –Αναστολή καταβολής αεροπορικών φόρων και τελών υπέρ των επιχειρήσεων δημοσίων αεροπορικών μεταφορών.
Η Διαμεσολάβηση
Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ΙΙ
send