logo-print

Πνευματική ιδιοκτησία και αποδεικτικά μέσα: Προσκόμιση αντιγράφου ιστοσελίδας με προστατευόμενο υλικό ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο δίκης

Γεν. Εισαγγελέας Δικαστηρίου ΕΕ: Συνιστά η εκ μέρους διαδίκου ηλεκτρονική διαβίβαση προστατευόμενου με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικού ως αποδεικτικού στοιχείου «παρουσίαση στο κοινό» ή «διανομή στο κοινό»;

29/09/2020

02/10/2020

Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας
Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας

Τις προτάσεις του σε μία πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση σχετικά με την προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και τη χρήση αποδεικτικών στοιχείων ενπώιον δικαστηρίου, δημοσίευσε ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Gerard Hogan.

Η υπόθεση αφορά σε προσκόμιση αντιγράφου σελίδας κειμένου από ιστοσελίδα, όπου περιλαμβανόταν και μια φωτογραφία, ως αποδεικτικό στοιχείο στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας.

Σύμφωνα με τον Γεν. Εισαγγελέα του Δικαστηρίου, η εκ μέρους διαδίκου ηλεκτρονική διαβίβαση προστατευόμενου με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικού ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου δεν συνιστά «παρουσίαση στο κοινό» ή «διανομή στο κοινό».

Όπως επισημαίνει ο Γεν. Εισαγγελέας, απλώς και μόνον το γεγονός ότι τέτοια αποδεικτικά στοιχεία θεωρούνται δημόσια έγγραφα και ότι, συνεπώς, το κοινό μπορεί, κατ’ αρχήν, να αποκτήσει πρόσβαση στο επίμαχο προστατευόμενο με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικό δυνάμει των εθνικών κανόνων που διέπουν την ελευθερία πληροφόρησης ή των εθνικών κανόνων περί διαφάνειας, δεν σημαίνει ότι το υλικό αυτό περιέρχεται σε δημόσια χρήση και στερείται της προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

Ιστορικό της υπόθεσης

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο BY και ο CX είναι φυσικά πρόσωπα και διαχειρίζονται έκαστος από έναν ιστότοπο.

Στο πλαίσιο μιας προηγούμενης μεταξύ τους διαφοράς ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, ο CX απέστειλε ένα αντίγραφο σελίδας κειμένου από τον ιστότοπο του BY, όπου περιλαμβανόταν και μια φωτογραφία, ως αποδεικτικό στοιχείο στο πλαίσιο της σχετικής ένδικης διαδικασίας. Κατά συνέπεια, η φωτογραφία αποτελεί μέρος των πρακτικών της δίκης.

Ο BY υποστηρίζει ότι είναι ο δικαιούχος του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί της φωτογραφίας και ζητεί να καταδικαστεί ο CX στην καταβολή αποζημιώσεως, πρώτον, για προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και, δεύτερον, για παραβίαση της ειδικής προστασίας που προβλέπεται σε σχέση με τις φωτογραφίες από το άρθρο 49a του σουηδικού νόμου για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας.

Ο CX αντιτάσσει ότι ουδεμία υποχρέωση υπέχει για την καταβολή αποζημιώσεως και διατείνεται ότι η κοινοποίηση του επίμαχου υλικού στο πλαίσιο της ένδικης διαδικασίας επ’ ουδενί συνιστά προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

Πρωτοδίκως, το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο ευρεσιτεχνιών και εμπορικών διαφορών αποφάνθηκε ότι η εν λόγω φωτογραφία προστατεύεται με συγγενικά δικαιώματα, ήτοι χαίρει της ειδικής προστασίας που παρέχεται στα φωτογραφικά έργα.

Εντούτοις, το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι από τη στιγμή που η φωτογραφία διαβιβάστηκε στο ίδιο ως διαδικαστικό έγγραφο, κάθε τρίτος μπορεί να ζητήσει να του αποσταλεί σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις του σουηδικού συνταγματικού δικαίου σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα.

Μολονότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο CX είχε όντως θέσει στη διάθεση του κοινού τη συγκεκριμένη φωτογραφία κατά την έννοια του νόμου για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, εντούτοις, έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο BY είχε υποστεί ζημία και, ως εκ τούτου, απέρριψε την αγωγή του.

O ΒΥ άσκησε έφεση κατά της ως άνω αποφάσεως.

Το εφετείο Svea δικαστήριο εκτιμά ότι πρέπει να αποφανθεί ειδικότερα επί του ζητήματος αν η υποβολή αντιτύπου της συγκεκριμένης φωτογραφίας στο δικαστήριο ως διαδικαστική πράξη συνιστά παράνομη διάθεση του έργου στο κοινό κατά την έννοια της εθνικής νομοθεσίας για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, είτε ως διανομή είτε ως παρουσίαση στο κοινό.

Ουδόλως αμφισβητείται ότι η φωτογραφία απεστάλη ηλεκτρονικώς (με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο) στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμούσε η ένδικη διαφορά μεταξύ των διαδίκων υπό τη μορφή ηλεκτρονικού αντιγράφου.

Το εθνικό δικαστήριο ζητεί επίσης να διευκρινιστεί κατά πόσον μπορεί να θεωρηθεί ότι τα δικαστήρια εμπίπτουν στην έννοια του «κοινού» για τους σκοπούς αυτούς.

Το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι υπάρχει ασάφεια ως προς τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύονται από το δίκαιο της Ένωσης οι έννοιες «παρουσίαση στο κοινό» και «διανομή στο κοινό» σε περίπτωση διαβίβασης σε δικαστήριο, στο πλαίσιο αστικής δίκης, ενός έργου προστατευόμενου με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας.

Τούτο εγείρει το ζήτημα, πρώτον, αν μπορεί να θεωρηθεί ότι τα δικαστήρια εμπίπτουν στον όρο «κοινό» κατά την έννοια της οδηγίας 2001/29 και, δεύτερον, αν ο όρος «κοινό» έχει την ίδια σημασία στο πλαίσιο της εφαρμογής των άρθρων 3, παράγραφος 1, και 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29.

Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η έννοια «κοινό» αναφέρεται σε έναν απροσδιόριστο αριθμό δυνητικών αποδεκτών και, επιπλέον, προϋποθέτει έναν αρκετά μεγάλο αριθμό προσώπων.

Περαιτέρω, το Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει ότι σκοπός είναι να καταστεί ένα έργο με οποιοδήποτε κατάλληλο τρόπο προσιτό στο «κοινό γενικώς», και όχι σε συγκεκριμένα άτομα ανήκοντα σε ιδιωτική ομάδα.

Σύμφωνα με το Δικαστήριο, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει επίσης με σαφήνεια ότι ο όρος «διανομή» κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29 έχει το ίδιο νόημα με τη φράση «διάθεση […] στο κοινό [...] μέσω πώλησης» κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της Συνθήκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) .

Ωστόσο, από την απόφαση Dimensione Direct Sales και Labianca (C‑516/13, EU:C:2015:315), συνάγεται, κατά τα φαινόμενα, ότι προκειμένου να υπάρχει «διανομή στο κοινό», αρκεί το προστατευόμενο έργο να έχει παραδοθεί σε μέλος του κοινού.

Σύμφωνα με το Δικαστήριο, επιβάλλεται επίσης να διευκρινιστεί αν, όταν στα δικαστήρια διαβιβάζεται διαδικαστικό έγγραφο, είτε ως υλικό έγγραφο (έγχαρτη μορφή) είτε ως συνημμένο σε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, συντρέχει «παρουσίαση στο κοινό» ή «διανομή στο κοινό», καθόσον η διαβίβαση αυτή έχει το ίδιο αποτέλεσμα και εξυπηρετεί τους ίδιους σκοπούς σε αμφότερες τις περιπτώσεις.

Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι ούτε το ίδιο ούτε τα μέλη του προσωπικού του μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούν «κοινό» υπό τη γενική έννοια του όρου. Δεν μπορεί ωστόσο να θεωρηθεί ούτε ότι ανήκουν σε ιδιωτική ομάδα.

Επιπλέον, σύμφωνα με το αιτούν δικαστήριο, καίτοι ο αριθμός των προσώπων τα οποία, μετά τη διαβίβαση, αποκτούν πρόσβαση στο έργο, περιορίζεται ασφαλώς μόνο στο προσωπικό του δικαστηρίου, εντούτοις ο αριθμός αυτός εκ των πραγμάτων ποικίλλει και πρέπει εκ προοιμίου να θεωρείται μεγάλος. Τέλος, η εθνική νομοθεσία ορίζει ότι οποιοσδήποτε έχει δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα που προσκομίζονται στα δικαστήρια.

Υπ’ αυτές τις περιστάσεις, το αιτούν δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1. Έχει ο όρος “κοινό”, στο άρθρο 3, παράγραφος 1, και στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας [2001/29], ενιαία σημασία;

2. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, πρέπει να θεωρηθεί ότι τα δικαστήρια εμπίπτουν στο πεδίο του όρου “κοινό” κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων;

3. Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα:

α) μπορεί να θεωρηθεί, σε περίπτωση παρουσίασης προστατευόμενου έργου σε δικαστήριο, ότι το δικαστήριο αυτό εμπίπτει στην έννοια του “κοινού”;

β) μπορεί να θεωρηθεί, σε περίπτωση διανομής προστατευόμενου έργου σε δικαστήριο, ότι το δικαστήριο αυτό εμπίπτει στην έννοια του “κοινού”;

4. Επηρεάζεται η εκτίμηση περί του αν η υποβολή προστατευόμενου έργου σε δικαστήριο συνιστά “παρουσίαση στο κοινό” ή “διανομή στο κοινό” από το γεγονός ότι η εθνική νομοθεσία καθιερώνει γενική αρχή πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα, κατά την οποία κάθε πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση μπορεί να έχει πρόσβαση στα διαδικαστικά έγγραφα που υποβάλλονται σε δικαστήριο, εκτός εάν τα έγγραφα αυτά περιέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες;»

Οι προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα

Λαμβανομένων υπόψη όλων παρατηρήσεών του, ο Γεν. Εισαγγελέας θεωρεί ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το εφετείο Svea Court of Appeal, δευτεροβάθμιο δικαστήριο ευρεσιτεχνιών και εμπορικών διαφορών, (Στοκχόλμη, Σουηδία) ως ακολούθως:

«Η εκ μέρους διαδίκου ηλεκτρονική διαβίβαση προστατευόμενου με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικού ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου δεν συνιστά “παρουσίαση στο κοινό” ή “διανομή στο κοινό” κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, και του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας. Απλώς και μόνον το γεγονός ότι τέτοια αποδεικτικά στοιχεία θεωρούνται δημόσια έγγραφα και ότι, συνεπώς, το κοινό μπορεί, κατ’ αρχήν, να αποκτήσει πρόσβαση στο επίμαχο προστατευόμενο με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικό δυνάμει των εθνικών κανόνων που διέπουν την ελευθερία πληροφόρησης ή των εθνικών κανόνων περί διαφάνειας, δεν σημαίνει ότι το υλικό αυτό περιέρχεται σε δημόσια χρήση και στερείται της προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.»

Δείτε αναλυτικά τις προτάσεις στο curia.europa.eu

Ποινικός Κώδικας Ι
Οι υποχρεώσεις διατροφής στο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΥΡΤΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΟ & ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ - ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ