Πρόστιμο στο ΕΚΑΒ για παράβαση του δικαιώματος πρόσβασης σε καταγεγραμμένες τηλεφωνικές κλήσεις στο 166
Το ΕΚΑΒ δεν χορηγεί αντίγραφα των ηχογραφημένων κλήσεων, με την αιτιολογία ότι δεν ταυτοποιεί τους καλούντες ούτε είναι δυνατή η εκ των υστέρων ταυτοποίησή τους ως υποκειμένων
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέτασε τις καταγγελίες δύο πολιτών για παράβαση του κατά το άρθρο 15 ΓΚΠΔ δικαιώματος πρόσβασής τους στις καταγεγραμμένες τηλεφωνικές κλήσεις τους στο τηλεφωνικό κέντρο του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (ΕΚΑΒ - 166).
Από την εξέταση της υπόθεσης προέκυψε ότι το ΕΚΑΒ, κατά γενική πολιτική δεν χορηγεί αντίγραφα των ηχογραφημένων κλήσεων, με την αιτιολογία ότι δεν ταυτοποιεί τους καλούντες ούτε είναι δυνατή η εκ των υστέρων ταυτοποίησή τους ως υποκειμένων.
Επιπλέον προέκυψε ότι στην ιστοσελίδα του ΕΚΑΒ δεν υπήρχε αναρτημένη ενημέρωση των υποκειμένων των δεδομένων σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας.
Με την απόφαση, αφού διαπιστώθηκε ότι οι καλούντες στο 166 αποτελούν ταυτοποιήσιμα φυσικά πρόσωπα με την έννοια του ΓΚΠΔ, επιβλήθηκε στο ΕΚΑΒ πρόστιμο ύψους 20.000 ευρώ για την παράβαση των δικαιωμάτων των καταγγελλόντων, καθώς και πρόστιμο ύψους 10.000 ευρώ για την παράβαση της αρχής της διαφάνειας, ενώ παράλληλα δόθηκε εντολή ικανοποίησης των ασκηθέντων δικαιωμάτων και εντολή τροποποίησης της ακολουθούμενης πολιτικής, ώστε να μην εμποδίζεται εκ των προτέρων κατά τρόπο γενικό η άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στις ηχογραφημένες κλήσεις προς το 166, αλλά να εξετάζεται η δυνατότητα ταυτοποίησης του εκάστοτε αιτούντος, κατά περίπτωση.
Απόσπασμα της απόφασης
11. Στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένων των ανωτέρω εκτιθέμενων πραγματικών περιστατικών, διαπιστώνονται τα εξής:
Α. Λαμβάνοντας υπόψη ότι, εν προκειμένω, οι αιτούντες άσκησαν δικαίωμα πρόσβασης στις καταγεγραμμένες κλήσεις τους προς τον αριθμό 166 ως υποκείμενα των δεδομένων, προσδιορίζοντας με τα αιτήματά τους τους τηλεφωνικούς αριθμούς από τους οποίους είχαν καλέσει, την ημερομηνία και την ώρα κάθε κλήσης, το δε ΕΚΑΒ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, δεν ανταποκρίθηκε με οποιοδήποτε τρόπο στα αιτήματά τους για πρόσβαση στα αρχεία των καταγεγραμμένων τηλεφωνικών τους κλήσεων, δεν ενημέρωσε τους αιτούντες για τους λόγους για τους οποίους δεν ενήργησε επί του αιτήματός τους, δεν ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες για την ταυτοποίησή τους (π.χ. βεβαίωση του παρόχου για την κατοχή του αριθμού ή άλλα στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ταυτοποίηση του εκάστοτε καλούντος), αλλά αντιθέτως αγνόησε τα εν λόγω αιτήματα ως επαναλαμβανόμενα, καταχρηστικά και «ακατανόητα», διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 15 παρ. 3 ΓΚΠΔ σε συνδυασμό με τα άρθρα 11 παρ. 2, 12 παρ. 4 και 12 παρ. 6 ΓΚΠΔ, εκ μέρους του ΕΚΑΒ ως υπεύθυνου επεξεργασίας.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, το ΕΚΑΒ απάντησε στον καταγγέλλοντα μόνο μετά την υποβολή της καταγγελίας και την κοινοποίησή της εκ μέρους της Αρχής, αποστέλλοντας όμως την απάντησή του σε εσφαλμένη διεύθυνση e-mail, ενώ υποστήριξε ότι ουδέποτε ασκήθηκε νομίμως δικαίωμα πρόσβασης εκ μέρους των καταγγελλόντων, διότι δεν υποβλήθηκε στο ΕΚΑΒ «επίσημη, υπογεγραμμένη αίτηση», πράγμα όμως που δεν είναι απαραίτητο για την άσκηση δικαιώματος πρόσβασης, όπως προεκτέθηκε.
Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνεται υπόψη επιβαρυντικά το γεγονός ότι το ΕΚΑΒ με την αρχική του απάντηση προς την Αρχή δήλωσε ότι ο καταγγέλλων γνώριζε κατά την υποβολή του αιτήματος (Ιούνιο του 2022) ότι δεν μπορεί να λάβει αντίγραφα των κλήσεων, ενώ, όπως προέκυψε από την εξέταση της υπόθεσης, η πληροφόρηση αυτή προστέθηκε στην ιστοσελίδα του ΕΚΑΒ μεταγενεστέρως και, συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 2022. Σημειώνεται επίσης ότι ο καταγγέλλων, B, ανεξαρτήτως της ιδιότητας του ίδιου ως υποκειμένου των δεδομένων (καλούντος στο 166), έχει αυτοτελώς δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που αφορούν την ανήλικη ασθενή κόρη του, ως ασκών τη γονική μέριμνα, για λογαριασμό της, πράγμα που όφειλε να εξετάσει το ΕΚΑΒ ως υπεύθυνος επεξεργασίας.
Με βάση τα ανωτέρω, η Αρχή κρίνει ομόφωνα ότι συντρέχει περίπτωση να ασκήσει τις κατά το άρθρο 58 παρ. 2 του ΓΚΠΔ διορθωτικές εξουσίες της σε σχέση με τις διαπιστωθείσες παραβάσεις και ειδικότερα ότι πρέπει, με βάση τις περιστάσεις που διαπιστώθηκαν, να δοθεί κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 58 παρ. 2 εδ. γ’ του ΓΚΠΔ εντολή ικανοποίησης των δικαιωμάτων πρόσβασης των καταγγελλόντων και επιπλέον να επιβληθεί, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 58 παρ. 2 εδ. θ’ του ΓΚΠΔ, αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό διοικητικό χρηματικό πρόστιμο κατ’ άρθρο 83 του ΓΚΠΔ, τόσο προς αποκατάσταση της συμμόρφωσης, όσο και για την τιμωρία της παράνομης συμπεριφοράς. Για την επιμέτρηση του προστίμου, η Αρχή έλαβε υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 83 παρ. 2 του ΓΚΠΔ, την παράγραφο 5 εδ. β’ του ίδιου άρθρου που έχει εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση καθώς και τα πραγματικά δεδομένα της εξεταζόμενης υπόθεσης.
Β. Περαιτέρω, στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης αρμοδιότητας της Αρχής (άρθρο 57 παρ. 1 α΄ και δ΄ ΓΚΠΔ) που ασκείται επ’ αφορμή της εξεταζόμενης καταγγελίας, διαπιστώνεται ότι κατά γενική Πολιτική του ΕΚΑΒ και με επίκληση του γενικού απορρήτου των τηλεπικοινωνιών δεν χορηγούνται αντίγραφα ή απομαγνητοφώνηση των καταγεγραμμένων τηλεφωνικών κλήσεων σε πολίτες παρά μόνο στον αρμόδιο εισαγγελέα στο πλαίσιο διερεύνησης ποινικού αδικήματος. Ενημέρωση σχετικά με την εν λόγω Πολιτική παρέχεται μέσω της ιστοσελίδας του ΕΚΑΒ (https://www.ekab.gr/pistopiitika-veveosis/) ως εξής: «Δεν χορηγούνται αντίγραφα συνομιλιών ή απομαγνητοφωνήσεις συνομιλιών του 166 διότι αυτές καλύπτονται ειδικό απόρρητο, τη νομοθεσία περί απορρήτου των τηλεπικοινωνιών (άρθρο 5 παρ. 1,2,3 του Ν. 2690/1999). Επίκληση του “δικαιώματος πρόσβασης” κατά το άρθρο 15 του ΓΚΠΔ δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί διότι το ΕΚΑΒ δεν πιστοποιεί τους καλούντες».
Όπως όμως προκύπτει από τις σκέψεις που προηγήθηκαν, η ακολουθούμενη πρακτική του εκ προοιμίου αποκλεισμού άσκησης του κατ’ άρθρο 15 παρ. 3 ΓΚΠΔ δικαιώματος πρόσβασης σε αντίγραφο των δεδομένων (στο αρχείο της καταγεγραμμένης κλήσης) είναι εσφαλμένη: Τα δεδομένα φωνής φυσικού προσώπου αποτελούν σε κάθε περίπτωση προσωπικά δεδομένα του προσώπου αυτού, διότι ακόμα και αν δεν συλλέγεται το ονοματεπώνυμο του καλούντος, το υποκείμενο των δεδομένων φωνής μπορεί κατά περίπτωση να ταυτοποιηθεί μέσω συμπληρωματικών πληροφοριών, όπως για παράδειγμα προσκομίζοντας βεβαίωση του παρόχου τηλεπικοινωνιών ότι είναι ο κάτοχος του συγκεκριμένου αριθμού, και εφόσον αποδειχθεί ότι ο κάτοχος του τηλεφωνικού αριθμού πραγματοποίησε την συγκεκριμένη κλήση.
Ως εκ τούτου το ΕΚΑΒ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει κατ’ αρχήν να διασφαλίζει τη δυνατότητα άσκησης δικαιώματος πρόσβασης κατά το άρθρο 15 ΓΚΠΔ στις καταγεγραμμένες τηλεφωνικές κλήσεις προς τον αριθμό 166. Μόνο κατ’ εξαίρεση και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 15 παρ. 4 ΓΚΠΔ ενδέχεται ορισμένο αίτημα να μην δύναται να ικανοποιηθεί. Ωστόσο η τυχόν συνδρομή των εν λόγω προϋποθέσεων θα πρέπει να κρίνεται κατά περίπτωση (in concreto), στο πλαίσιο εξέτασης συγκεκριμένου αιτήματος πρόσβασης. Με βάση τα ανωτέρω η Αρχή αποφασίζει ομόφωνα να απευθύνει εντολή προς το ΕΚΑΒ, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 58 παρ. 2 εδ. δ’ του ΓΚΠΔ, να αναθεωρήσει, εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, την εν λόγω πολιτική που εφαρμόζει αναφορικά με την ικανοποίηση δικαιωμάτων πρόσβασης των καλούντων στα αρχεία καταγεγραμμένων κλήσεων στον αριθμό 166, στο πλαίσιο συμμόρφωσης του ΕΚΑΒ με τον ΓΚΠΔ, κατά τρόπο ώστε να μην εμποδίζεται με γενικό τρόπο εκ των προτέρων η άσκηση του κατ’ άρθρο 15 ΓΚΠΔ δικαιώματος πρόσβασης από όλα τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα, και να ενημερώσει σχετικά την Αρχή.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dpa.gr