logo-print

Συκοφαντική δυσφήμιση: Δεν είναι τρίτοι ο δικαστής, ο γραμματέας της έδρας και οι παριστάμενοι κατά τη δικάσιμο δικηγόροι (ΑΠ 959/2024)

Το νέο άρθρο 363 ΠΚ έχει εφαρμογή και στους δικηγόρους, οι οποίοι λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών των διαδίκων, που αφορούν είτε τις υποθέσεις που χειρίζονται οι ίδιοι, είτε άλλες υποθέσεις που παρακολουθούν στο ακροατήριο του δικαστηρίου

04/02/2025

05/02/2025

Εργατικό Ποινικό Δίκαιο
Στρατιωτικό Ποινικό Δίκαιο 10η έκδοση καλλιτεχνικό

Δεκτή έγινε αίτηση αναίρεσης κατά απόφασης με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης πριν την τροποποίηση του άρθρου 363 ΠΚ με τον Ν. 5090/2024 (ΑΠ 959/2024).

Συγκεκριμένα, ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για τη συκοφαντική δυσφήμηση σε βάρος του εγκαλούντος, που έλαβε χώρα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με την προβολή του ισχυρισμού ότι τα προσκομισθέντα στο Δικαστήριο από τον υποστηρίζοντα την κατηγορία, προς υποστήριξη εργατικής αγωγής του, φωτοαντίγραφα των καρτελών των ταχογράφων των οδηγούμενων από αυτόν Φ.Δ.Χ. αυτοκινήτων της εταιρείας ήταν πλαστά, καθόσον έλαβαν γνώση των ψευδών και συκοφαντικών περιστατικών, που περιλαμβάνονταν στον ως άνω ισχυρισμό, η σύνθεση του ως άνω Δικαστηρίου και οι παριστάμενοι κατά τη συνεδρίαση εκείνης της δικασίμου δικηγόροι.

Σύμφωνα με το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, με τη νέα διάταξη του άρθρου 363 ΠΚ, όπως αυτή τροποποιήθηκε από 1-5-2024 δυνάμει των άρθρων 54 και 138 παρ. 1 του ν. 5090/2024, πέραν της κατάργησης της απλής δυσφήμησης, ορίζεται για τη συκοφαντική δυσφήμηση ότι, από την έννοια του τρίτου, αποδέκτη της διάδοσης, εξαιρούνται τα πρόσωπα που λαμβάνουν υποχρεωτικά γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Αυτό ισχύει για τους δημόσιους λειτουργούς ή υπαλλήλους που συμπράττουν στην ποινική διαδικασία ή πολιτική ή διοικητική δίκη, όπως είναι ο εισαγγελέας, ο δικαστής, ο δικαστικός γραμματέας, ο οποίος συμπράττει στη διαδικασία της καταχώρισης της μήνυσης ή της ένορκης κατάθεσης μάρτυρα, οι ανακριτικοί υπάλληλοι, που ορίζονται από τον εισαγγελέα για τη διενέργεια προανακριτικών πράξεων, ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος ως άμισθος δημόσιος λειτουργός είναι αρμόδιος για την επίδοση δικογράφων και εξωδίκων εγγράφων ενόψει ή στο πλαίσιο πολιτικής δίκης (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 5090/2024).

Το δικαστήριο επεσήμανε πως η ως άνω ρύθμιση, που αποδεσμεύει την έκφραση των απόψεων και ισχυρισμών των διάδικων μερών, ενόψει δίκης ή κατά τη διάρκεια της δίκης, γραπτώς ή προφορικώς, από το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, ασφαλώς έχει εφαρμογή και στους δικηγόρους, οι οποίοι, στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών των διαδίκων, που αφορούν είτε τις υποθέσεις, που χειρίζονται οι ίδιοι, είτε άλλες υποθέσεις, που παρακολουθούν στο ακροατήριο του δικαστηρίου, αναμένοντας την εκδίκαση των υποθέσεων, στις οποίες παρίστανται οι ίδιοι.

Εν προκειμένω, λοιπόν, έκρινε πως μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, και συγκεκριμένα, από την 1-5-2024, η πράξη για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων κατέστη ανέγκλητη, καθόσον τόσο ο Δικαστής, που εκδίκασε τη συγκεκριμένη υπόθεση, όσο και ο γραμματέας της έδρας, καθώς επίσης και οι παριστάμενοι, κατά τη συνεδρίαση του Δικαστηρίου δικηγόροι, οι οποίοι, κατά την προσβαλλόμενη απόφαση, φέρονται ότι έλαβαν γνώση των ψευδών και δυσφημιστικών ισχυρισμών του κατηγορουμένου δεν θεωρούνται τρίτοι κατά την έννοια του άρθρου 363 ΠΚ, όπως ισχύει μετά τον ν. 5090/2024.

Απόσπασμα απόφασης

Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 362 εδ. α` και 363 εδ. α` του ΠΚ, όπως ίσχυαν πριν τον ν. 5090/2024, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται, αντικειμενικώς μεν, ισχυρισμός ή διάδοση από το δράστη για άλλον, ενώπιον τρίτου, ψευδούς γεγονότος, το οποίο μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου, υποκειμενικώς δε άμεσος δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει, αφενός μεν τη γνώση του δράστη ότι ο ισχυρισμός ή η διάδοση του γεγονότος ενώπιον τρίτου δύναται να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη εκείνου, στον οποίο αποδίδεται, καθώς και τη γνώση ότι το γεγονός αυτό είναι ψευδές και μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου, αφετέρου δε τη θέληση του δράστη να ισχυρισθεί ή διαδώσει ενώπιον τρίτου το γεγονός αυτό. Όπως δε γινόταν δεκτό από τη νομολογία, ο ισχυρισμός για το δυσφημιστικό γεγονός μπορούσε να γίνει και με κατάθεση δικογράφου ή με επίδοση εξωδίκου μέσω δικαστικού επιμελητή, οπότε γνώση των ισχυρισμών, που περιέχονταν σ` αυτό, λάμβαναν οι δικαστές, ο εισαγγελέας, οι υπάλληλοι της γραμματείας, ο δικαστικός επιμελητής και γενικά όλα τα πρόσωπα, τα οποία, από καθήκον, λάμβαναν γνώση του περιεχομένου του. Δηλαδή, στην έννοια του τρίτου, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, περιλαμβανόταν οποιοδήποτε, πλην του δυσφημούμενου, φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς κ.λ.π., που έλαβαν γνώση με οποιονδήποτε τρόπο του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διάδοσης, έστω και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, αρκεί το γεγονός να ήταν επιλήψιμο γι` αυτόν, στον οποίο αποδιδόταν (Ολ. ΑΠ 3/2021, ΑΠ 174/2023, ΑΠ 1489/2022). Ήδη, δυνάμει των άρθρων 54 και 138 παρ. 1 του ν. 5090/2024, από 1-5-2024 το άρθρο 363 του ΠΚ τροποποιήθηκε ως ακολούθως: "Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον εν γνώσει του ψευδές γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή και αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή. Στην έννοια του τρίτου δεν περιλαμβάνονται δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών για τα διάδικα μέρη, κατά την ενάσκηση καθήκοντος στο πλαίσιο πολιτικής, ποινικής ή διοικητικής δίκης". Με τη νέα αυτή διάταξη, πέραν της κατάργησης της απλής δυσφήμησης, ορίζεται για τη συκοφαντική δυσφήμηση ότι, από την έννοια του τρίτου, αποδέκτη της διάδοσης, εξαιρούνται τα πρόσωπα που λαμβάνουν υποχρεωτικά γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Αυτό ισχύει για τους δημόσιους λειτουργούς ή υπαλλήλους που συμπράττουν στην ποινική διαδικασία ή πολιτική ή διοικητική δίκη, όπως είναι ο εισαγγελέας, ο δικαστής, ο δικαστικός γραμματέας, ο οποίος συμπράττει στη διαδικασία της καταχώρισης της μήνυσης ή της ένορκης κατάθεσης μάρτυρα, οι ανακριτικοί υπάλληλοι, που ορίζονται από τον εισαγγελέα για τη διενέργεια προανακριτικών πράξεων, ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος ως άμισθος δημόσιος λειτουργός είναι αρμόδιος για την επίδοση δικογράφων και εξωδίκων εγγράφων ενόψει ή στο πλαίσιο πολιτικής δίκης (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 5090/2024). Η ως άνω ρύθμιση, που αποδεσμεύει την έκφραση των απόψεων και ισχυρισμών των διάδικων μερών, ενόψει δίκης ή κατά τη διάρκεια της δίκης, γραπτώς ή προφορικώς, από το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, ασφαλώς έχει εφαρμογή και στους δικηγόρους, οι οποίοι, στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών των διαδίκων, που αφορούν είτε τις υποθέσεις, που χειρίζονται οι ίδιοι, είτε άλλες υποθέσεις, που παρακολουθούν στο ακροατήριο του δικαστηρίου, αναμένοντας την εκδίκαση των υποθέσεων, στις οποίες παρίστανται οι ίδιοι. Όπως δε ορίζεται στον Δικηγορικό Κώδικα (ν. 4194/2013), " Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός. Το λειτούργημα του αποτελεί θεμέλιο του κράτους δικαίου" (άρθρ. 1 παρ. 1), "Ο δικηγόρος είναι συλλειτουργός της δικαιοσύνης. Η θέση του είναι θεμελιώδης, ισότιμη, ανεξάρτητη και αναγκαία για την απονομή της" (άρθρ. 2), επιπλέον δε, κατά το άρθρο 38 του ίδιου Κώδικα, "Ο δικηγόρος οφείλει να τηρεί αυστηρά εχεμύθεια για όσα του εμπιστεύεται ο εντολέας του κατά την ανάθεση και εκτέλεση της εντολής ή πληροφορείται κατά τη διάρκεια του χειρισμού της".

Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiospagos.gr

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο
Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως ΙΙΙ/α Β έκδοση
send