logo-print

ΔΕΕ: Η απομάκρυνση υπηκόου κράτους μη μέλους της ΕΕ προϋποθέτει εξονυχιστική αξιολόγηση της κατάστασης

Είναι αδιάφορο αν ένα τέτοιο μέτρο επιβάλλεται ως διοικητική κύρωση ή αν αποτελεί συνέπεια ποινικής καταδίκης

08/12/2017

08/12/2017

Η απόδειξη στην ποινική δίκη

Άγγελος Ι. Κωνσταντινίδης

 

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ / ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Κώδικας Ποινικής Δικονομίας -Ερμηνεία Κατ΄άρθρο - Τόμος Ι - Β έκδοση

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος​

Με χθεσινή απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η απόφαση περί απομακρύνσεως δεν μπορεί να εκδοθεί εις βάρος επί μακρόν διαμένοντος υπηκόου κράτους μη μέλους της ΕΕ απλώς και μόνο για τον λόγο ότι έχει καταδικαστεί σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη από ένα έτος.

Όπως επιπλέον επισημαίνει το ΔΕΕ, η λήψη μέτρου απομακρύνσεως υπηκόου κράτους μη μέλους της ΕΕ δεν μπορεί να διατάσσεται αυτομάτως κατόπιν ποινικής καταδίκης, αλλά προϋποθέτει εκτίμηση της κάθε συγκεκριμένης περιπτώσεως, λαμβάνοντας υπόψη τη διάρκεια της διαμονής του στην επικράτεια ενός κράτους μέλους, την ηλικία του ενδιαφερομένου, τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο και τα μέλη της οικογένειάς του και τους δεσμούς με τη χώρα διαμονής ή την απουσία δεσμών με τη χώρα καταγωγής του.

Ειδικότερα, κατά το ΔΕΕ, κύριος σκοπός της οδηγίας 2003/109/ΕΚ σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες είναι η ενσωμάτωση των υπηκόων τρίτων χωρών που είναι επί μακρόν διαμένοντες στα κράτη μέλη και, κατά συνέπεια, οι εν λόγω υπήκοοι θα πρέπει να απολαύουν ενισχυμένης προστασίας από την απέλαση.

Ιστορικό της υπόθεσης

Κολομβιανός υπήκοος, ο οποίος το 2013 είχε λάβει στην Ισπανία άδεια διαμονής επί μακρόν διαμένοντος, καταδικάστηκε αργότερα σε δύο ποινές φυλάκισης διάρκειας, αντιστοίχως, δώδεκα και τριών μηνών, με συνέπεια τον εγκλεισμό του σε σωφρονιστικό κατάστημα το 2015. Εν συνεχεία κινήθηκε εις βάρος του διοικητική διαδικασία απομακρύνσεως. Στις 29 Ιουνίου 2015, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ναβάρας (Ισπανία) εξέδωσε απόφαση με την οποία διατάσσει την απομάκρυνση του Κολομβιανού υπηκόου από την ισπανική επικράτεια. Η απόφαση αυτή συνοδεύεται από απαγόρευση εισόδου στην Ισπανία επί πέντε έτη και από ανάκληση της άδειας διαμονής επί μακρόν διαμένοντος.

Η οδηγία 2003/109/ΕΚ ορίζει ότι αυτοί πρέπει να απολαύουν ενισχυμένης προστασίας από την απέλαση. Συνεπώς, τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν απόφαση να απομακρύνουν επί μακρόν διαμένοντα αποκλειστικώς όταν αυτός συνιστά ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή κατά της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας. Πριν λάβουν απόφαση να απομακρύνουν επί μακρόν διαμένοντα, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη διάφορους παράγοντες: τη διάρκεια της διαμονής στην επικράτειά τους· την ηλικία του ενδιαφερομένου· τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο και τα μέλη της οικογένειάς του και τους δεσμούς με τη χώρα διαμονής ή την απουσία δεσμών με τη χώρα καταγωγής του.

Το Juzgado de lo Contencioso-Administrativo Νο 1 de Pamplona (διοικητικό πρωτοδικείο Παμπλόνας, Ισπανία) επισημαίνει ότι στην ισπανική έννομη τάξη υφίστανται δύο διαφορετικές νομικές οδοί διοικητικής απομακρύνσεως αλλοδαπού, ήτοι αφενός η απομάκρυνση ως κύρωση για διάφορες διοικητικές παραβάσεις και αφετέρου η απομάκρυνση ως νόμιμη συνέπεια της καταδίκης σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη από ένα έτος για εκ προθέσεως αδίκημα. Το ισπανικό δικαστήριο επισημαίνει ότι, όσον αφορά τους επί μακρόν διαμένοντες στην Ισπανία, κατά τη νομολογία ορισμένων εθνικών δικαστηρίων, η ενισχυμένη προστασία από τις κυρώσεις που έχουν χαρακτήρα απομακρύνσεως παρέχεται μόνο στην περίπτωση των αποφάσεων περί απομακρύνσεως που εκδίδονται ως κύρωση για ορισμένες διοικητικές παραβάσεις και όχι στην περίπτωση των αποφάσεων που εκδίδονται εις βάρος επί μακρόν διαμένοντος ο οποίος έχει καταδικαστεί σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη από ένα έτος. Το Juzgado de lo Contencioso-Administrativo de Pamplona ερωτά το Δικαστήριο, κατ’ ουσίαν, αν η οδηγία αντιτίθεται στη νομολογία αυτή.

Απόφαση του Δικαστηρίου

Με τη σημερινή του απόφαση, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η οδηγία αντιτίθεται σε νομοθεσία κράτους μέλους η οποία, όπως ερμηνεύεται από μέρος των δικαστηρίων του κράτους αυτού, δεν προβλέπει την εφαρμογή των προϋποθέσεων για την προστασία ενός επί μακρόν διαμένοντος υπηκόου κράτους μη μέλους της ΕΕ από την απομάκρυνση ως προς κάθε διοικητική απόφαση απομακρύνσεως, ανεξάρτητα από τη φύση της ή τους διέποντες αυτήν λεπτομερείς νομικούς κανόνες.

Καταρχάς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι κύριος σκοπός της οδηγίας είναι η ενσωμάτωση των υπηκόων χωρών μη μελών της ΕΕ οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες στα κράτη μέλη και οι οποίοι πρέπει, προς τον σκοπό αυτό, να απολαύουν ενισχυμένης προστασίας από την απέλαση.

Εν συνεχεία, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, πριν λάβουν απόφαση να απομακρύνουν επί μακρόν διαμένοντα υπήκοο κράτους μη μέλους της ΕΕ, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τη διάρκεια της διαμονής στην επικράτειά τους, την ηλικία του ενδιαφερομένου, τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο και τα μέλη της οικογένειάς του και τους δεσμούς με τη χώρα διαμονής ή την απουσία δεσμών με τη χώρα καταγωγής του. Το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι συνεπώς αδιάφορο αν ένα τέτοιο μέτρο έχει επιβληθεί ως διοικητική κύρωση ή αν αποτελεί συνέπεια ποινικής καταδίκης.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει επίσης ότι η λήψη μέτρου απομακρύνσεως δεν μπορεί να διατάσσεται αυτομάτως κατόπιν ποινικής καταδίκης, αλλά προϋποθέτει εκτίμηση της κάθε συγκεκριμένης περιπτώσεως με βάση, μεταξύ άλλων, τους παράγοντες που αναφέρθηκαν. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η έκδοση αποφάσεως απομακρύνσεως εις βάρος επί μακρόν διαμένοντος υπηκόου κράτους μη μέλους της ΕΕ απλώς και μόνο για τον λόγο ότι έχει καταδικαστεί σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη από ένα έτος.

Γίνεται υπόμνηση ότι η προδικαστική παραπομπή παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, να υποβάλουν στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, κατά τον ίδιο τρόπο, τα άλλα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται παρόμοιου προβλήματος.

Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA

Φορολογικός Πολυκώδικας - Σεπτέμβριος 2022

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΑΡΜΠΑΣ

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΑΥΡΙΔΗΣ

 

Πολιτική Δικονομία ΙΙΙ - Β έκδοση

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΑΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΠΕΣ