logo-print

Δικαστήριο ΕΕ: Η Πολωνία να παύσει άμεσα τη μαζική «εκκαθάριση» στη σύνθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της

Κατάσταση Κράτους Δικαίου στην Πολωνία: η αντιπαράθεση με την ΕΕ κλιμακώνεται

20/10/2018

20/10/2018

H ένωση δικαίου

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

H ένωση δικαίου

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Με τη δημοσιευθείσα στις 19-10-2018 διάταξή της, η Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κα. Rosario Silva de Lapuerta, αποφαίνεται ότι η Πολωνία οφείλει να αναστείλει άμεσα την εφαρμογή των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας της αναφορικά με τη μείωση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης των Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου της.

Επιπλέον, η διάταξη της Αντιπροέδρου του ΔΕΕ θα εφαρμοστεί, με αναδρομική ισχύ, στους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου που επηρεάζονται από τις εν λόγω διατάξεις.

Ιστορικό της υπόθεσης

Στις 3 Απριλίου 2018 τέθηκε σε ισχύ ο νέος πολωνικός νόμος σχετικά με το Ανώτατο Δικαστήριο. Βάσει αυτού του νόμου, το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης για τους δικαστές που είναι μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου μειώθηκε στα 65 έτη. Το νέο όριο εφαρμόζεται από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ αυτού του νόμου.  Οι δικαστές δύνανται να συνεχίσουν την ενεργό δικαστική υπηρεσία τους πέραν των 65 ετών αλλά η δυνατότητα αυτή υπόκειται στην υποβολή μίας δήλωσης επιθυμίας από κάθε ενδιαφερόμενο δικαστή να συνεχίσει να εκτελεί τα καθήκοντά του/της και ενός πιστοποιητικού κατάστασης υγείας στο οποίο να αναγράφεται ότι μπορεί πράγματι να συνεχίσει, με τη σύμφωνη γνώμη στη συνέχεια του Προέδρου της Δημοκρατίας της Πολωνίας.

Έτσι, σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο, οι εν ενεργεία δικαστές οι οποίοι άγγιζαν το 65ο έτος της ηλικίας τους πριν τη θέση σε ισχύ του νόμου ή, το αργότερο, στις 3 Ιουλίου 2018, συνταξιοδοτήθηκαν υποχρεωτικά στις 4 Ιουλίου 2018, εκτός εάν είχαν υποβάλει την ως άνω δήλωση και το ως άνω πιστοποιητικό μέχρι και την 3η Μαΐου 2018 και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας τους είχε δώσει την άδεια να συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους ως εν ενεργεία δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου1. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας κατά το σχηματισμό της απόφασής του, δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη του κανένα κριτήριο και η απόφασή του αυτή δεν υπόκειται σε κανένα ένδικο μέσο. Πρόσθετα, ο νόμος για το Ανώτατο Δικαστήριο δίνει την εξουσία στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Πολωνίας να αποφασίσει ελεύθερα, μέχρι τις 3 Απριλίου 2019, την αύξηση του αριθμού των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Στις 2 Οκτωβρίου 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άσκησε προσφυγή λόγω παραβάσεως ενώπιον του Δικαστηρίου2. H Επιτροπή θεωρεί ότι, πρώτον, με τη μείωση του ορίου συνταξιοδότησης και την εφαρμογή αυτού του νέου ορίου σε δικαστές που διορίσθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο έως τις 3 Απριλίου 2018 και, δεύτερον, με τη χορήγηση διακριτικής ευχέρειας στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Πολωνίας να επεκτείνει την παραμονή στην ενεργό δικαστική υπηρεσία δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η Πολωνία παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από το δίκαιο της ΕΕ3.

Ενόσω εκκρεμεί η εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης από το Δικαστήριο, η Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, να διατάξει την Πολωνία να εφαρμόσει τα εξής προσωρινά μέτρα: 1) να αναστείλει την εφαρμογή των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με τη μείωση του ορίου συνταξιοδότησης των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου. 2) Να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει ότι οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου που επηρεάζονται από την εν λόγω νομοθεσία θα μπορούν να συνεχίσουν να εκτελούν τα καθήκοντά τους από την ίδια θέση, ενώ συνεχίζουν να απολαμβάνουν την ίδια κατάσταση, τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες εργασιακές συνθήκες με αυτά που απολάμβαναν πριν τη θέση σε ισχύ του νόμου για το Ανώτατο Δικαστήριο. 3) Να απέχει από την θέσπιση κάθε μέτρου που αφορά τον διορισμό δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την αντικατάσταση των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου που επηρεάζονται από την εν λόγω νομοθεσία, ή από κάθε μέτρο που αφορά τον διορισμό νέου Πρώτου Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή την υπόδειξη του προσώπου που θα επιφορτιστεί με τη διοίκηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αναπλήρωση του Πρώτου Προέδρου μέχρι τον διορισμό νέου Πρώτου Προέδρου. 4) Να ενημερώσει την Επιτροπή, το αργότερο μετά από ένα μήνα από την κοινοποίηση της διάταξης (της Αντιπροέδρου) του Δικαστηρίου, καθώς και κάθε μήνα στο εξής, για όλα τα μέτρα που θεσπίζει ή που σκοπεύει να θεσπίσει προκειμένου να συμμορφωθεί πλήρως με αυτή τη διάταξη.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, το δικαστήριο που δικάζει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να διατάξει τέτοια προσωρινά μέτρα μόνο εάν α) οι πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται («fumus boni juris») και β) η λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται υπαγορεύεται από τον επείγοντα χαρακτήρα της υποθέσεως ούτως ώστε, προκειμένου να αποτραπεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία στα συμφέροντα της ΕΕ, να πρέπει να εκδοθεί και να παράξει τα αποτελέσματά του πριν την έκδοση της οριστικής αποφάσεως. Το δικαστήριο που δικάζει την αίτηση των ασφαλιστικών μέτρων θα πρέπει να σταθμίζει τα συμφέροντα των μερών, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο.

Διάταξη της Αντιπροέδρου του ΔΕΕ

Με αυτή την διάταξή της, η Αντιπρόεδρος του Δικαστηρίου, επιλαμβανόμενη κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής και πριν υποβάλλει η Πολωνία τις παρατηρήσεις της στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων4, κάνει προσωρινά δεκτά όλα τα αιτήματα της Επιτροπής μέχρις ότου εκδοθεί διάταξη η οποία θα περατώνει τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Πρώτον, αναφορικά με την απαίτηση «fumus boni juris», η Αντιπρόεδρος, χωρίς να χρειάζεται να αποφανθεί επί της συνδρομής της απαίτησης αυτής, υπογραμμίζει ότι τα επιχειρήματα που προβάλλει η Επιτροπή δεν φαίνονται, εκ πρώτης όψεως, να είναι προδήλως απαράδεκτα ή παντελώς αβάσιμα. Ακολούθως, πιθανολογείται ότι πληρούται η απαίτηση «fumus boni juris».

Δεύτερον, αναφορικά με την απαίτηση επείγοντος χαρακτήρα, η Αντιπρόεδρος παρατηρεί ότι οι διατάξεις της επίμαχης εθνικής νομοθεσίας έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζονται, έχοντας ως συνέπεια τη συνταξιοδότηση σημαντικού αριθμού δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρός του και δύο Πρόεδροι Τμημάτων του. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την παράλληλη αύξηση του αριθμού των δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου από 93 σε 120, η οποία αποφασίσθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Πολωνίας, την δημοσιευθείσα προκήρυξη πλήρωσης άνω των 44 κενών θέσεων στο Ανώτατο Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένης της θέσης που προηγουμένως κατείχε ο Πρώτος Πρόεδρός του, και τον διορισμό τουλάχιστον 27 νέων δικαστών από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Πολωνίας, συνεπάγεται μία προφανή και άμεση αλλαγή στη σύνθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία είναι πιθανόν να επεκταθεί επιπλεόν με νέους διορισμούς. Σε περίπτωση που η ασκηθείσα από την Επιτροπή προσφυγή λόγω παραβάσεως εις βάρος της Πολωνίας γίνει τελικά δεκτή, όλες οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου μέχρι την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου επί της προσφυγής θα έχουν εκδοθεί χωρίς τις σχετιζόμενες με το θεμελιώδες δικαίωμα όλων των ιδιωτών σε ανεξάρτητο δικαστήριο εγγυήσεις. Ως προς αυτό το ζήτημα, η Αντιπρόεδρος υπενθυμίζει ότι η απαίτηση της δικαστικής ανεξαρτησίας εντάσσεται στον πυρήνα του θεμελιώδους δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, ένα δικαίωμα το οποίο είναι πρωταρχικής σημασίας ως εγγύηση ότι όλα τα δικαιώματα τα οποία απολαμβάνουν οι ιδιώτες με βάση το δίκαιο της Ένωσης θα προστατεύονται και ότι οι κοινές στα κράτη μέλη αξίες που προβλέπονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, και συγκεκριμένα η αξία του κράτους δικαίου, θα διαφυλάσσονται. Η παραβίαση ενός θεμελιώδους δικαιώματος όπως το δικαίωμα σε ανεξάρτητο δικαστήριο μπορεί έτσι, εξαιτίας της ίδιας της φύσης του δικαιώματος που παραβιάσθηκε, να προξενήσει στο ίδιο σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία. Στην παρούσα υπόθεση, το γεγονός ότι το Ανώτατο Δικαστήριο είναι δικαστήριο που δικάζει σε τελευταίο βαθμό και ότι οι αποφάσεις του εν λόγω δικαστηρίου μέχρι την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου επί της προσφυγής λόγω παραβάσεως θα αποτελούν δεδικασμένο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα υπάρξει πραγματικός κίνδυνος σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στους ιδιώτες στην περίπτωση που τα αιτούμενα προσωρινά μέτρα απορριφθούν και η προσφυγή λόγω παραβάσεως γίνει δεκτή από το Δικαστήριο. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Αντιπρόεδρος καταλήγει ότι, σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, η απαίτηση επείγοντος χαρακτήρα φαίνεται να πληρούται.

Τρίτον, η Αντιπρόεδρος εξετάζει κατά πόσον η στάθμιση συμφερόντων των εμπλεκομένων μερών κλείνει υπέρ της χορήγησης των προσωρινών μέτρων. Παρατηρεί ότι, σε περίπτωση που απορριφθεί η προσφυγή λόγω παραβάσεως, η έκδοση διάταξης που θα διατάσσει τα αιτούμενα προσωρινά μέτρα απλώς θα καθυστερήσει την εφαρμογή των διατάξεων της επίμαχης εθνικής νομοθεσίας. Ως προς αυτό το ζήτημα, θεωρεί ότι η χορήγηση των εν λόγω προσωρινών μέτρων δεν δύναται να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τον σκοπό των διατάξεων της εν λόγω εθνικής νομοθεσίας. Αντιστρόφως, σε περίπτωση που η προσφυγή λόγω παραβάσεως γίνει δεκτή, η άμεση εφαρμογή αυτών των διατάξεων είναι πιθανόν να προξενήσει ανεπανόρθωτη ζημία στο θεμελιώδες δικαίωμα σε ανεξάρτητο δικαστήριο.

Γίνεται υπόμνηση ότι το Δικαστήριο θα εκδώσει αργότερα την οριστική απόφασή του επί της ουσίας της υποθέσεως. Η εκδοθείσα στα πλαίσια της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων διάταξη δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα της κύριας διαδικασίας.

Το πλήρες κείμενο της διατάξεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA

  • 1. Αναφορικά με τους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι οποίοι θα αγγίξουν το 65ο έτος της ηλικίας τους το διάστημα μεταξύ 4 Ιουλίου 2018 και 3 Απριλίου 2019, αυτοί οι δικαστές συνταξιοδοτούνται υποχρεωτικά στις 3 Απριλίου 2019, εκτός εάν υποβάλλουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά, ήτοι τη δήλωση και το πιστοποιητικό, πριν τις 3 Απριλίου 2019 και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας τους χορηγήσει την άδεια να συνεχίσουν να υπηρετούν ως εν ενεργεία δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όσον αφορά τους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου που διορίσθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο πριν τις 3 Απριλίου 2018 και ο οποίοι θα αγγίξουν το 65ο έτος της ηλικίας τους μετά τις 3 Απριλίου 2019, η παραμονή τους ως εν ενεργεία δικαστές πέραν του 65ου έτους τους υπόκειται στους γενικούς κανόνες, δηλαδή την υποβολή της δήλωσης και του πιστοποιητικού υπό τον όρο της σύμφωνης γνώμης του Προέδρου της Δημοκρατίας της Πολωνίας.
  • 2. Υπόθεση C-619/18.
  • 3. Δεύτερη υποπαράγραφος του άρθρου 19(1) ΣΕΕ και άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
  • 4. Εξαιτίας του αμέσου κινδύνου σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας υπό το φως της αρχής της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στο πλαίσιο της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, η Επιτροπή ζητάει, δυνάμει του άρθρου 160(7) του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, να διαταχθούν τα εν λόγω προσωρινά μέτρα πριν η Πολωνία υποβάλλει τις παρατηρήσεις της.
H διεθνής δικαιοδοσία διασυνοριακών διάφορων εταιριών κατά τον κανονισμό 1215/2012 - ΠΠΠ Νο 7 -
Η προσημείωση υποθήκης Μετά τους ν. 4842/2021 και 4871/2021

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΉ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

send