logo-print

Γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την εθνική αγορά διανομής τύπου

16/01/2020

21/01/2020

Το προσύμφωνο στο κτηματολογικό δίκαιο - Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 23
Η αναιρετική δίκη με άξονα το άρθρο 573 ΚΠολΔ - Πραγματείες Πολιτικής Δικονομίας Νο 4 - XVIII & 288

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΠΕΣ

Με γνωμοδότησή της η Επιτροπή Ανταγωνισμού διατυπώνει τις απόψεις της αναφορικά με τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην εθνική αγορά διανομής προϊόντων έντυπου Τύπου.

Μεταξύ άλλων, η Επιτροπη επισημαίνει πως η αγορά διανομής Έντυπου Τύπου χαρακτηρίζεται από ορισμένες δομικές αδυναμίες, όπως ενδεικτικά:

(α) η εξέλιξη των συνθηκών ιδίως της ζήτησης, η οποία κινείται διαχρονικά και σταθερά πτωτικά, για τα προϊόντα έντυπου Τύπου,

(β) η νομοθετική υποχρέωση διανομής των προϊόντων Τύπου σε όλη την ελληνική επικράτεια,

(γ) ιδιαίτερη σημασία της πωλήσεως εντύπων, ιδίως όσον αφορά το συνολικό κόστος της ΑΡΓΟΣ και

(δ) τα έσοδα και τα επιχειρηματικά μοντέλα (business methods) των εκδοτικών επιχειρήσεων, της πωλήσεως εντύπων (συγκριτικά με τα έσοδα προερχόμενα από την ψηφιακή διαφήμιση).

Τα ανωτέρω έχουν προσδώσει στην υπό εξέταση αγορά χαρακτηριστικά ενός δυνάμει «φυσικού μονοπωλίου» ή «ουσιώδους διευκόλυνσης», τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα.

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τη θεωρία, σε συνθήκες αγοράς με χαρακτηριστικά φυσικού μονοπωλίου, η δραστηριότητα μιας μόνο επιχείρησης κρίνεται ότι είναι πιο αποτελεσματική σε όρους κόστους παροχής της εν λόγω υπηρεσίας, σε σχέση με τη λειτουργία περισσοτέρων επιχειρήσεων.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΡΙΣΜΑΤΩΝ ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΟΣ

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού (εφεξής, και «ΕΑ» ή «Επιτροπή»), στο πλαίσιο των γνωμοδοτικών της αρμοδιοτήτων, δρα σύμφωνα με το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο που αναφέρεται στο άρθρο 23 του N. 3959/2011, και συγκεκριμένα βάσει της δυνατότητας που διαθέτει να διατυπώσει γνώμη για θέματα της αρμοδιότητάς της. Στο πλαίσιο αυτό, αρμοδιότητα της Επιτροπής είναι προεχόντως η προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού, ειδικά έναντι των διαφόρων εκφάνσεων των περιορισμών του ελεύθερου ανταγωνισμού, όπως αυτές αναφέρονται στο Κεφάλαιο 1 (άρθρα 1 με 11) του N. 3959/2011. Ειδικά στο άρθρο 11 του N. 3959/2011 μνημονεύεται ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο «για τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού στο συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας». Συνεπώς, η προστασία του «ελεύθερου ανταγωνισμού» μπορεί να ερμηνευτεί ως εννοιολογικά ανάλογη της προστασίας του «αποτελεσματικού ανταγωνισμού». Η Επιτροπή εστιάζει την προσοχή της στις αρνητικές επιπτώσεις περιορισμών της ανταγωνιστικής διαδικασίας, είτε αυτοί προκαλούνται από αντί-ανταγωνιστικές πρακτικές, είτε αυτοί διευκολύνονται από τη δομή των αγορών και το θεσμικό πλαίσιο.

Η έννοια του «αποτελεσματικού ανταγωνισμού» είναι πολύσημη και μπορεί να ερμηνευτεί ανάλογα με τις συνθήκες (τεχνολογικές, οικονομικές, θεσμικές), οι οποίες επικρατούν στις συγκεκριμένες αγορές και κλάδους της οικονομίας για τους οποίους έχει αρμοδιότητα η Επιτροπή Ανταγωνισμού. H έννοια του αποτελέσματος μπορεί να αναφέρεται τόσο στην αποτελεσματικότητα της ανταγωνιστικής διαδικασίας, δηλαδή την προστασία της ελευθερίας του ανταγωνισμού για όλες τις επιχειρήσεις με την έννοια ότι διαθέτουν ίσες ευκαιρίες για την πρόσβασή τους στις αγορές, και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους με βάση την αξία της ανταγωνιστικής τους πρότασης, όσο και στην επίτευξη των θετικών επιπτώσεων της ελεύθερης ανταγωνιστικής διαδικασίας, οι οποίες δεν περιορίζονται μόνο, αναφέρονται ενδεικτικά, σε χαμηλότερες τιμές, καλύτερη ποιότητα προϊόντων, περισσότερη καινοτομία, αλλά και σε κάθε είδους θετική επίπτωση μπορεί να επιφέρει η ανταγωνιστική διαδικασία, όχι μόνο στους τελικούς καταναλωτές, αλλά και στο ευρύ κοινό.

Συνεπώς, η έννοια του «αποτελεσματικού ανταγωνισμού» μπορεί να ερμηνευτεί ανάλογα με το πώς κρίνονται ανά περίπτωση οι θετικές επιπτώσεις στη συγκεκριμένη αγορά ή/και κλάδο της οικονομίας της ελεύθερης ανταγωνιστικής διαδικασίας. Η ανάλυση για το τι μπορεί να θεωρηθεί ως θετική επίπτωση δεν εξαρτάται μόνο από την οικονομική στάθμιση του οφέλους που μπορεί να προκύψει για τη συνολική ευημερία ή για το πλεόνασμα του καταναλωτή, αλλά και από την ανάλυση πολλαπλών άλλων παραγόντων που χρειάζεται να ληφθούν υπόψη λόγω του υπάρχοντος νομικού πλαισίου, του οποίου το εθνικό και Ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού αποτελούν κομμάτι. Ειδικά, αναφέρονται συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα ή δικαιώματα που προστατεύονται από την Χάρτα των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως και σε γενικές κατευθύνσεις που δίνονται για την ερμηνεία του εθνικού και Ενωσιακού δικαίου του ανταγωνισμού. Το Σύνταγμα επίσης εγγυάται την πολυφωνία στον δημόσιο λόγο ως προϋπόθεση της ελεύθερης διαμόρφωσης της γνώμης και της ελευθερίας της πληροφόρησης ως συστατικό στοιχείο της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Όσον αφορά τον Τύπο το Σύνταγμα επιτρέπει τη λήψη μέτρων εκ μέρους του κράτους για τη διασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου πλουραλισμού. Ο σημαντικός ρόλος των μέσων ενημέρωσης στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης χρησιμεύει ως βάση για ειδικές ρυθμίσεις που αποβλέπουν στην εξασφάλιση του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης (παρουσία ενός ικανού αριθμού μέσων από διάφορες και ανεξάρτητες φωνές) και της ποικιλομορφίας των ιδίων μέσων (παρουσία διάφορων πολιτικών και πολιτιστικών απόψεων). Ο πλουραλισμός των μέσων ενημέρωσης και η ελευθερία έκφρασης υποστηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού συμβάλλει στη διασφάλιση της πολυφωνίας μέσω της συμβολής του στη βελτίωση των συνθηκών οικονομικού ανταγωνισμού στην αγορά. Αυτό συμβαίνει, είτε με ειδικές ρυθμίσεις του ανταγωνισμού στον τομέα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, και ειδικά στον Τύπο, είτε με την κατάλληλη ερμηνεία και εφαρμογή των γενικών κανόνων του δικαίου ανταγωνισμού.

Ως παράδειγμα τέτοιας ειδικής ρύθμισης του ανταγωνισμού αποτελούν και οι διατάξεις του Ν. 3592/2007, οι οποίες οριοθετούν το βαθμό συγκέντρωσης των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης που δύναται να οδηγήσει στην εξέταση πιθανής κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης.

Όσον αφορά τη διασφάλιση της πολυφωνίας στην ερμηνεία και εφαρμογή του γενικού δικαίου του ανταγωνισμού (Ν. 3959/2011), υπάρχουν διάφορες μεθοδολογίες για την ενσωμάτωση αυτών των γενικότερων συνταγματικών και άλλων ερμηνευτικών επιταγών, για παράδειγμα η ανάλυση τους ως στοιχείο της ποιότητας των προϊόντων σε ένα εμπειρικό επίπεδο ή ενδεχομένως μία πιο δεοντολογική προσέγγιση συνταγματικής φύσης στην ερμηνεία των συγκεκριμένων διατάξεων και των κανόνων του δικαίου ανταγωνισμού.

Επομένως, οποιαδήποτε αναφορά στο γενικότερο Ενωσιακό και εθνικό νομικό πλαίσιο, όπως για παράδειγμα στην ανάγκη διατήρησης της πολυφωνίας του Τύπου, δεν πρέπει να θεωρηθεί ως επιπλέον σκοπός του δικαίου ανταγωνισμού, αλλά ως ερμηνευτική επιταγή, η οποία θα πρέπει να ληφθεί εμπράκτως υπόψη όταν η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξετάζει την ύπαρξη, ή όχι, συνθηκών «αποτελεσματικού ανταγωνισμού». Συνεπώς, η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν ξεφεύγει των αρμοδιοτήτων της όταν λαμβάνει υπόψη αυτές τις γενικότερες αρχές και αξίες στην ερμηνεία και στην εφαρμογή του δικαίου ανταγωνισμού.

Στην παρούσα γνωμοδότηση, η Επιτροπή καλείται να διασφαλίσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό, υπό το πρίσμα της προστασίας ενός ελάχιστου επιπέδου πλουραλισμού και πολυφωνίας, μέσω της ελευθερίας κυκλοφορίας, διανομής και πώλησης εντύπων.

Περαιτέρω, η παρούσα γνωμοδότηση για το σύστημα διανομής Εντύπου Τύπου στην Ελλάδα πρέπει επίσης να αντικατοπτρίζει τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν στην εν λόγω αγορά και τη δομή των μέσων ενημέρωσης. Η αγορά χαρακτηρίζεται από σημαντικές πτωτικές τάσεις που οφείλονται σε διάφορες αιτίες, όπως η οικονομική κρίση και η ψηφιακή μετάλλαξη του Τύπου. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι τα προηγούμενα χρόνια βάση της εν λόγω συζήτηση ήταν το γεγονός ότι ο έντυπος Τύπος, τηλεόραση, το ραδιόφωνο και οι επερχόμενες νέες αγορές τύπου αποτελούσαν διακριτές αγορές. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια ο κλάδος των μέσων ενημέρωσης αντιμετωπίζει ριζικές αλλαγές και αναδιαρθρώσεις ως αποτέλεσμα της λειτουργίας των νέων τεχνολογιών, οι οποίες προσφέρουν νέες ευκαιρίες για όλους τους παίκτες της αγοράς και για τους καταναλωτές. Η όποια αναδιάρθρωση της αγοράς υπό το πρίσμα της νέας τεχνολογίας δεν πρέπει να θεωρείται απειλή για την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. Η αρχή της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να είναι τεχνολογικά ουδέτερη, και θα πρέπει να εφαρμόζεται κατά ανάλογο τρόπο ώστε να αντικατοπτρίζει την αναδυόμενη φύση των νέων μέσων. Στο πλαίσιο αυτό, οι κανόνες πλουραλισμού δεν πρέπει να επιδιώκουν να κατοχυρώσουν την παλαιά δομή των μέσων ενημέρωσης, αλλά αντίθετα να ευνοήσουν την ανάδυση νέων δομών και να επιτρέψουν στα νέα τεχνολογικά μέσα να υφίστανται παράλληλα με τα παραδοσιακά.

Παράλληλα, πέραν των δυνητικών αυτών ανταγωνιστικών πιέσεων από την ψηφιακή μετάλλαξη του Τύπου, και ενδεχομένως τις αλλαγές που δύνανται να επιφέρουν μεσοπρόθεσμα στις παραμέτρους του ανταγωνισμού και στη δομή της αγοράς, θα πρέπει να αναλυθεί η υπάρχουσα δομή της αγοράς διανομής του Έντυπου Τύπου, και ειδικότερα το πώς αυτή επηρεάζεται από την παύση της λειτουργίας της μιας εκ των δυο υφιστάμενων επιχειρήσεων (πρακτορείων) διανομής έντυπου τύπου, το οποίο μετέτρεψε τη δομή της αγοράς από δυοπώλιο (το οποίο μάλιστα δρούσε για μία περίοδο ως καρτέλ) σε de facto μονοπώλιο, με μοναδικό ενεργό πρακτορείο διανομής έντυπου Τύπου, την εταιρία ΑΡΓΟΣ, στην οποία μάλιστα δραστηριοποιούνται ως μέτοχοι εκδότες που κατέχουν σημαντικό μερίδιο στην υπερκείμενη αγορά των εντύπων/εφημερίδων.

Η γνωμοδότηση βασίστηκε σε μία προσεκτική οικονομική ανάλυση των συνθηκών της αγοράς, των επιχειρηματικών μοντέλων των επιχειρήσεων που δρουν σε αυτή και του εθνικού νομικού πλαισίου για τη διανομή Τύπου ή γενικότερα για τον Τύπο. Μελετήθηκαν επίσης ενδελεχώς το θεσμικό πλαίσιο και οι οικονομικές συνθήκες της αγοράς διανομής Τύπου σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.

Δείτε αναλυτικά τηγ γνωμοδότηση στο epant.gr

Κώδικας Ποινικής Δικονομίας ΙΙ
Μεσιτεία Ακινήτων - Δημοσιεύματα ΕπΑΚ Νο 5
send