logo-print

Έλεγχος των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων – Αποκλειστική εφαρμογή των διατάξεων περί ελέγχου των συγκεντρώσεων

Εθνικός έλεγχος συγκεντρώσεων – Συγκέντρωση κάτω από τα κατώτατα όρια – Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως στην αγορά – Άμεση εφαρμογή

17/10/2022

25/10/2022

H ένωση δικαίου

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Με τις δημοσιευθείσες στις 13-10-2022 προτάσεις της, η γενική εισαγγελέας ΔΕΕ Juliane Kokott κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια πράξη συγκεντρώσεως που δεν έχει ελεγχθεί προηγουμένως, σύμφωνα με τη νομοθεσία για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων, μπορεί να ελεγχθεί εκ των υστέρων με βάση την απαγόρευση κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης κατά το πρωτογενές δίκαιο.

Ιστορικό της υποθέσεως

Η διαφορά της κύριας δίκης και η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στηρίζονται σε προσφυγή της γαλλικής εταιρίας Towercast S.A.S.U. που εδρεύει στο Παρίσι κατά της αποφάσεως της γαλλικής Autorité de la concurrence (γαλλική Αρχή Ανταγωνισμού), με την οποία η εν λόγω Αρχή απέρριψε καταγγελία της Towercast για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως εκ μέρους της γαλλικής εταιρίας TDF Infrastructure Holding S.A.S.

Στις 15 Νοεμβρίου 2017 η Towercast υπέβαλε καταγγελία ενώπιον της γαλλικής Αρχής Ανταγωνισμού για την απόκτηση (του ελέγχου) της εταιρίας Itas S.A.S. από την TDF στις 13 Οκτωβρίου 2016. Η Towercast υποστήριξε ότι η εν λόγω απόκτηση ελέγχου συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως, καθόσον η TDF παρακωλύει τον ανταγωνισμό στις προηγούμενου και επόμενου σταδίου αγορές υπηρεσιών χονδρικής για την ψηφιακή μετάδοση επίγειων τηλεοπτικών υπηρεσιών (Digital Video Broadcasting – Terrestrial ή DVB-T), ενισχύοντας σημαντικά τη δεσπόζουσα θέση της στις εν λόγω αγορές.

Η γαλλική αγορά επίγειων τηλεοπτικών μεταδόσεων, στην οποία η TDF κατείχε αρχικά εκ του νόμου μονοπωλιακή θέση, απελευθερώθηκε στις αρχές του 2004. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, υπήρξε και πάλι έντονη συγκέντρωση, με αποτέλεσμα κατά το χρονικό σημείο της επίμαχης εξαγοράς να δραστηριοποιούνται στη σχετική αγορά μόνον τρεις εταιρίες, η Towercast, η Itas και η TDF, μεταξύ των οποίων η TDF κατείχε αναμφισβήτητα μακράν το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.

Η πράξη εξαγοράς της Itas από την TDF βρισκόταν κάτω από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 του κανονισμού περί ελέγχου των συγκεντρώσεων και στο άρθρο L. 430-2 του γαλλικού εμπορικού κώδικα κατώτατα όρια και, ως εκ τούτου, δεν υποβλήθηκε σε εκ των προτέρων έλεγχο από την Επιτροπή ή από τη γαλλική Αρχή Ανταγωνισμού. Ούτε τέθηκε ζήτημα παραπομπής στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού περί ελέγχου των συγκεντρώσεων.

Με απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2020, η γαλλική Αρχή Ανταγωνισμού απέρριψε την καταγγελία της Towercast με την αιτιολογία ότι δεν στοιχειοθετούνταν η προσαπτόμενη κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως. Κατά την εκτίμηση της εν λόγω Αρχής, η TDF κατέχει, πράγματι, δεσπόζουσα θέση. Ωστόσο, από την έκδοση του κανονισμού (ΕΟΚ) 4064/89 [κανονισμού του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων]  έχει χαραχθεί μια σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ, αφενός, του ελέγχου των συγκεντρώσεων και, αφετέρου, του ελέγχου των αντίθετων προς τον ανταγωνισμό πρακτικών βάσει των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, με αποτέλεσμα ο κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 [κανονισμός του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων] να εφαρμόζεται αποκλειστικά και μόνον επί συγκεντρώσεων κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού αυτού. Συνεπώς, το άρθρο 102 ΣΛΕΕ δεν μπορεί πλέον να εφαρμοστεί όταν δεν εκδηλώνεται αντίθετη προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορά, διακριτή από τη συγκέντρωση. Εν προκειμένω, ωστόσο, δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση.

Η Towercast προσέφυγε κατά της εν λόγω αποφάσεως ενώπιον του Cour d’appel de Paris (εφετείου Παρισίων).

Με διάταξη της 1ης Ιουλίου 2021, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 21 Ιουλίου 2021, το Cour d’appel de Paris (εφετείο Παρισίων) υπέβαλε στο Δικαστήριο, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της διαφορετικής εφαρμογής στα κράτη μέλη του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού περί ελέγχου των συγκεντρώσεων, προδικαστικό ερώτημα.

Προτάσεις γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ

Με τις δημοσιευθείσες προτάσεις της, η γενική εισαγγελέας Juliane Kokott διευκρίνισε, καταρχάς, ότι  με το προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε αναφορικά με τη σχέση μεταξύ των κανόνων του εκ των προτέρων ελέγχου των συγκεντρώσεων και του εκ των υστέρων ελέγχου της καταχρήσεως βάσει του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν μια εθνική Αρχή Ανταγωνισμού δύναται να εξετάσει εκ των υστέρων πράξη συγκεντρώσεως η οποία πραγματοποιήθηκε από επιχείρηση κατέχουσα δεσπόζουσα θέση, υπό το πρίσμα του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, όταν η εν λόγω πράξη βρίσκεται κάτω από τα κατώτατα όρια του κύκλου εργασιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) 139/2004 και στις εθνικές διατάξεις για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων και, ως εκ τούτου, δεν αποτέλεσε αντικείμενο αντίστοιχου εκ των προτέρων ελέγχου.

Η γεν. εισαγγελέας επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι η διαφορά της κύριας δίκης αφορά ειδικότερα το ζήτημα της συμπληρωματικής ή προς κάλυψη κενών εφαρμογής του άρθρου 102 ΣΛΕΕ σε σχέση με τους εθνικούς κανόνες για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων. Σκοπός του προδικαστικού ερωτήματος είναι κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 συνεπάγεται ότι οι συγκεντρώσεις εξετάζονται αποκλειστικά και μόνον υπό το πρίσμα των διατάξεων περί ελέγχου των συγκεντρώσεων και ότι αποκλείεται η παράλληλη ή μεταγενέστερη εφαρμογή του άρθρου 102 ΣΛΕΕ (το λεγόμενο «αποτέλεσμα αποκλεισμού»). Για να προσδιοριστεί ειδικότερα η σχέση μεταξύ των εν λόγω κανόνων, πρέπει να ληφθεί υπόψη, αντιστοίχως, η νομική φύση και η λειτουργία τους στο πλαίσιο του προβλεπόμενου από το δίκαιο της Ένωσης συστήματος προστασίας του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, καθώς και οι θεμελιώδεις σκοποί του συστήματος αυτού.

Η γεν. εισαγγελέας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 δεν απαγορεύει σε εθνική Αρχή Ανταγωνισμού να εξετάσει συγκέντρωση η οποία δεν έχει κοινοτική διάσταση κατά την έννοια του άρθρου 1 του εν λόγω κανονισμού, βρίσκεται κάτω από τα κατώτατα όρια του εθνικού δικαίου για τη διενέργεια εκ των προτέρων ελέγχου και δεν αποτελεί αντικείμενο παραπομπής στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 22 του εν λόγω κανονισμού, προκειμένου να διαπιστώσει αν η συγκέντρωση αυτή συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως κατά το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, λαμβανομένης υπόψη της διάρθρωσης δομών του ανταγωνισμού στην εθνική αγορά.

Γίνεται υπόμνηση ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.

Υπενθυμίζεται ακόμα ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.

Το πλήρες κείμενο των προτάσεων είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο CURIA

Ποινικός Κώδικας Ι
Η φορολογική ενημερότητα

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ​

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΤΣΟΣ

send