logo-print

Η κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης των γυναικών σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης στις χώρες του τρίτου κόσμου

Η αναγκαιότητα διασφάλισης θεσμικών εγγυήσεων άρσης των ανισοτήτων ως προς την προσβασιμότητα σε δομές εκπαίδευσης

24/04/2023

13/05/2023

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Επιδόσεις στο εξωτερικό Β έκδοση

Στο πλαίσιο των δράσεών της η ELSA Komotini διοργάνωσε ένα Διαγωνισμό Νομικού Δοκιμίου (Legal Essay Competition) με ακαδημαϊκή υπεύθυνη την κ. Ιωάννα Πέρβου.

Θέμα του δοκιμίου ήταν το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο (International Humanitarian Law).

Νικητής του διαγωνισμού αναδείχθηκε ο Δημήτρης Χρήστος Κατενίζογλου, απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Δ.Π.Θ, και το δοκίμιο του με τίτλο "Η κατάφωρη παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος πρόσβασης των γυναικών σε όλες τις δομές εκπαίδευσης στις χώρες του τρίτου κόσμου - Η διασφάλιση θεσμικών εγγυήσεων άρσης των ανισοτήτων ως προς την προσβασιμότητα των γυναικών σε δομές εκπαίδευσης" δημοσιεύεται στο Lawspot.

Η κατάφωρη παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος πρόσβασης των γυναικών σε όλες τις δομές εκπαίδευσης στις χώρες του τρίτου κόσμου - Η διασφάλιση θεσμικών εγγυήσεων άρσης των ανισοτήτων ως προς την προσβασιμότητα των γυναικών σε δομές εκπαίδευσης"

Η επίτευξη της ισότητας μεταξύ των δυο φύλων και η εξάλειψη κάθε μορφής διάκρισης εις βάρος των γυναικών αποτελούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και αξίες των Ηνωμένων Εθνών. Εξάλλου, ακρογωνιαίος λίθος του διεθνώς κατοχυρωμένου συστήματος προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι, μεταξύ άλλων, η διασφάλιση θεσμικών εγγυήσεων αφενός μεν ως προς την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω φυλής, φύλου, γλώσσας, χρώματος, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αφετέρου δε ως προς την προσβασιμότητα σε δομές εκπαίδευσης υπό το πρίσμα της ισότητας απέναντι στο νόμο και της ίσης προστασίας χωρίς διάκριση.

 

Ωστόσο, παρατηρείται πως οι γυναίκες, ιδίως σε χώρες του τρίτου κόσμου, υφίστανται παραβιάσεις των θεμελιωδών ελευθεριών τους καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ καθίσταται σαφές πως η συνειδητοποίηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους δεν αποτελεί προτεραιότητα. Έτσι, δυνάμει πληθώρας διεθνών κειμένων, η πραγμάτωση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών προϋποθέτει ολοκληρωμένη κατανόηση των τρόπων με τους οποίους οι τελευταίες υφίστανται διακρίσεις και τους απαγορεύεται η ισότητα, προκειμένου να αναπτύσσονται οι πλέον κατάλληλες στρατηγικές για την εξάλειψή τους. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο ρόλος που επιτελούν η Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και λοιπά διεθνή πρωτόκολλα, που αποσκοπούν στην επίτευξη της επιδιωκόμενης διεθνούς ενότητας σε επίπεδο αναγνώρισης των ίσων δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών και, ως εκ τούτου, στην ενσωμάτωσή τους στο πλαίσιο της εν τοις πράγμασι ατομικής, πολιτικής και κοινωνικής ελευθερίας.

Εξ αφορμής της μεγάλης κρίσης που βιώνουν οι γυναίκες σε χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως το Αφγανιστάν, κατόπιν απαγόρευσής τους να έχουν πρόσβαση σε δομές εκπαίδευσης, κρίνεται αδήριτη η ανάγκη πρόσδοσης έμφασης στη σπουδαιότητα διάστασης του θεμελιώδους ανθρώπινου δικαιώματος της εκπαίδευσης. Προκειμένου να καταστεί, λοιπόν, εύληπτη η σημασία της προσβασιμότητας όλων σε δομές εκπαίδευσης, κεφαλαιώδης κρίνεται η συστηματική παράθεση των διεθνών πρωτοκόλλων για την προάσπιση του εν λόγω δικαιώματος.

Αναλυτικότερα, όπως εκτίθεται ήδη στο Προοίμιο της Οικουμενικής Διακήρυξης του 1948 για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα «επειδή, με τον καταστατικό Χάρτη, οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών διακήρυξαν και πάλι την πίστη τους στα θεμελιακά δικαιώματα του ανθρώπου, στην αξιοπρέπεια και την αξία της ανθρώπινης προσωπικότητας, στην ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών, και διακήρυξαν πως είναι αποφασισμένοι να συντελέσουν στην κοινωνική πρόοδο και να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες ζωής στα πλαίσια μιας ευρύτερης ελευθερίας», στο άρθρο 2 ορίζεται ότι «κάθε άνθρωπος δικαιούται να επικαλείται όλα τα δικαιώματα και όλες τις ελευθερίες που προκηρύσσει η παρούσα Διακήρυξη, χωρίς καμία απολύτως διάκριση, ειδικότερα ως προς τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη γλώσσα, τις θρησκείες, τις πολιτικές ή οποιεσδήποτε άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, την περιουσία, τη γέννηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση», ενώ στο άρθρο 7 επικουρικά γίνεται αναφορά στο δικαίωμα ισότητας όλων απέναντι στο νόμο με ρητή απαγόρευση κάθε μορφής διακρίσεων, καθόσον «όλοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο και έχουν δικαίωμα σε ίση προστασία του νόμου, χωρίς καμία απολύτως διάκριση. ‘Ολοι έχουν δικαίωμα σε ίση προστασία από κάθε διάκριση που θα παραβίαζε την παρούσα Διακήρυξη και από κάθε πρόκληση για μια τέτοια δυσμενή διάκριση». Η αναγόρευση δε του δικαιώματος πρόσβασης στην εκπαίδευση σε πανανθρώπινη αξία συνάγεται εναργώς από το άρθρο 26 της ανωτέρω Διακήρυξης που ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται δωρεάν, τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα της. Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να εξασφαλίζεται για όλους. Η πρόσβαση στην ανώτατη παιδεία πρέπει να είναι ανοικτή σε όλους, υπό ίσους όρους, ανάλογα με τις ικανότητες τους». Εξάλλου, η εκπαίδευση, ως εκ της φύσεώς της, πρέπει να αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιακών ελευθεριών, προάγοντας την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία ανάμεσα σε όλα τα έθνη και σε όλες τις φυλές και τις θρησκευτικές ομάδες και να ευνοεί την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.

Περαιτέρω, στα πλαίσια της στοχευμένης και αποτελεσματικής προάσπισης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και της εύλογης ανησυχίας της διεθνούς κοινότητας που εδράζεται στο γεγονός ότι, σε περιπτώσεις ένδειας, οι γυναίκες υφίστανται κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων τους στη μόρφωση και την εκπαίδευση, το έτος 1979 κυρώθηκε η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων σε βάρος των γυναικών. Διεθνώς παραδεδεγμένη συνιστά η εννοιολογική προσέγγιση του όρου «διακρίσεις κατά των γυναικών» που συνίσταται σε κάθε διαχωρισμό, εξαίρεση ή περιορισμό που βασίζεται στο φύλο και έχει σαν αποτέλεσμα ή σκοπό να διακυβεύσει ή να καταστρέψει τη με βάση την ισότητα ανδρών και γυναικών αναγνώριση, απόλαυση ή άσκηση από τις γυναίκες, ανεξαρτήτως της οικογενειακής τους κατάστασης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, αστικό ή κάθε άλλο τομέα. Υπό το πρίσμα αυτό, τα κ-μ οφείλουν να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξαλείψουν τις ανωτέρω διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, ώστε να τους εξασφαλίσουν δικαιώματα ίσα με εκείνα των ανδρών όσον αφορά την εκπαίδευση και, ιδιαίτερα, για να εξασφαλίσουν, στη βάση της ισότητας του άνδρα και της γυναίκας τους ίδιους όρους παρακολουθήσεως σπουδών και αποκτήσεως διπλωμάτων στα εκπαιδευτικά ιδρύματα όλων των κατηγοριών. Όπως ρητώς, μάλιστα, προβλέπεται στο άρθρο 10 της ως άνω Σύμβασης, η ισότητα αυτή θα πρέπει να εξασφαλιστεί εν συνόλω στις βαθμίδες εκπαίδευσης, ενώ θα πρέπει να αποσκοπεί στην εξάλειψη κάθε στερεότυπης αντιλήψεως των ρόλων του άνδρα και της γυναίκας σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις μορφές εκπαίδευσης.

Λαμβανομένου υπόψη του δόγματος της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που επιβεβαιώνει την αρχή της μη διάκρισης και της διακήρυξης πρόσβασης κάθε ατόμου σε δομές εκπαίδευσης και συναρτήσει του ότι οι διακρίσεις στην εκπαίδευση αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η UNESCO ήδη από το 1960 κύρωσε τη Σύμβαση κατά των διακρίσεων στην Εκπαίδευση. Η στόχευσή της συνίσταται στην εγκαθίδρυση συνεργασίας μεταξύ των εθνών, με σκοπό τη διασφάλιση προς χάρη όλων του οικουμενικού σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της ισότητας των ευκαιριών στην εκπαίδευση, υπό την έννοια της προσβασιμότητας σ’ αυτήν, του επιπέδου, εν γένει της ποιότητά της, με αναφορά στις συνθήκες, υπό τις οποίες παρέχεται. Υπό την παραδοχή, λοιπόν, ότι η UNESCO, έχει ως καθήκον, σεβόμενη την διαφορετικότητα των εθνικών εκπαιδευτικών συστημάτων, αφενός μεν την αποκήρυξη κάθε μορφής διακρίσεων στην εκπαίδευση, αφετέρου δε την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών και της μεταχείρισης για όλους σε αυτήν, θεσπίστηκε η διάταξη του άρθρου 1 της εν λόγω Σύμβασης, η οποία, μεταξύ άλλων, ορίζει ότι η παρούσα έχει ως σκοπό πρωτίστως την ενδυνάμωση της ίσης μεταχείρισης στην εκπαίδευση. Τούτο, κυρίως, εξειδικεύεται στην παροχή ίσων ευκαιριών πρόσβασης για οποιοδήποτε άτομο ή ομάδα σε οποιαδήποτε βαθμίδα εκπαίδευσης, καθώς και στην εγκαθίδρυση των απαιτούμενων συνθηκών, που καταρρίπτουν κάθε λογής ασυμβίβαστο με την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.

Ειδικότερα, σε χώρες του τρίτου κόσμου, όπως αυτές τοποθετούνται γεωγραφικά στην αφρικανική και ασιατική ήπειρο, παρότι η προσπάθεια εγκαθίδρυσης ενός εποπτικού μηχανισμού για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν ευόδωσε, καθώς δεν έλαβε της ανάλογης υποστήριξης, εν συνεχεία επετεύχθη η κατάρτιση ενός συμβατικού κειμένου, που εγκόλπωσε τη πολιτική δέσμευση των αραβικών κρατών για τη θεσμοθέτηση ενός περιφερειακού συστήματος προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, με σεβασμό στις κοινές οικουμενικές αξίες προάσπισής τους. Η ως άνω ιδέα υλοποιήθηκε με την υιοθέτηση του Αραβικού Χάρτη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επιβεβαιώνοντας την προσήλωσή του στα αναγνωρισμένα διεθνή πρότυπα και αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Αρ.Χ.Δ.Α. εξαγγέλλει ότι σκοπός του είναι η τοποθέτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο επίκεντρο του εθνικού ενδιαφέροντος των αραβικών κρατών. Επιπλέον, διατρανώνει την οικουμενικότητα, αδιαιρετότητα και αλληλεξάρτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναγορεύοντας ως θεμελιώδεις τις αξίες της αδερφοσύνης, της ισότητας και της ανεκτικότητας, ενώ τονίζει τη διασύνδεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Εκ του περιεχομένου του, στις διατάξεις των άρθρων 3 παρ.1, 11 και 41, συνάγεται ότι ο Αρ.Χ.Δ.Α., παρά το ότι δεν συναγωνίζεται την αποτελεσματικότητα των ομόλογών του περιφερειακών οργάνων στις λοιπές περιφέρειες της γης, κατάφερε με την αναθεωρημένη του μορφή να καλύψει αρκετά κενά σε μία πολύπαθη περιοχή όπου αντιμάχονται για δεκαετίες, ο διεθνισμός και η ισλαμική παράδοση. Ιδιαίτερης αξίας, μάλιστα, είναι η ενιαία συμπερίληψη στο κείμενο, δικαιωμάτων και των τριών γενεών, με έμφαση στα δικαιώματα –κοινωνικά δικαιώματα, όπως η εκπαίδευση- των ευπαθών ομάδων, όπως λογίζονται οι γυναίκες. Η ταυτόχρονη επίκληση των οικουμενικών πράξεων του διεθνούς δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη μία και της Διακήρυξης του Καΐρου για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ισλάμ (1991), η οποία εν πολλοίς δε συμβαδίζει με τα διεθνή πρότυπα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την άλλη, οδηγούν δικαίως τη διεθνή κοινωνία σε επιφυλακτικότητα ως προς τις γνήσιες προθέσεις του Χάρτη περί οικουμενικής αναγνώρισης κεφαλαιωδών δικαιωμάτων, όπως η πρόσβαση στην εκπαίδευση. Κατά συνέπεια, κρίνεται σαφώς επιβεβλημένος ο εκσυγχρονισμός του εφαρμοζόμενου πλαισίου προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ούτως ώστε να προσιδιάζει σε ολοκληρωμένα και αποτελεσματικά συστήματα πρότυπων δυτικών κοινωνιών, όπως η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

Προκειμένου να πραγματωθεί ο ως άνω επιδιωκόμενος στόχος που συνεπάγεται την εν τοις πράγμασιν αναγνώριση των κατοχυρωμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, ως εκ τούτου, να διασφαλιστούν εν όλω οι θεσμικές εγγυήσεις άρσης των φυλετικών ανισοτήτων ως προς την προσβασιμότητα σε δομές εκπαίδευσης στις χώρες του τρίτου κόσμου, είναι απαραίτητη η ενεργός κινητοποίηση των υφισταμένων περιφερειακών συστημάτων προασπίσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ως μέρους του ευρύτερου οικουμενικού οικοδομήματος του διεθνούς δικαίου προστασίας αυτών. Η εγκαθίδρυση ασφαλιστικών δικλείδων προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπό την προϋπόθεση δε ότι βρίσκονται σε στενή αλληλεπίδραση μεταξύ τους, όπως και με το καθολικό σύστημα που θέσπισαν τα Ηνωμένα Έθνη, θα ενδυναμώσει έτι περαιτέρω το ρόλο των περιφερειακών δικαιοδοτικών οργάνων, καθώς θα εξοπλίσουν τη φαρέτρα τους με νέα αποτελεσματικά εργαλεία που θα τους επιτρέψουν να υπερκεράσουν τα υφιστάμενα εμπόδια, μεταξύ άλλων και την περιστολή κεφαλαιωδών δικαιωμάτων, όπως η προσβασιμότητα των γυναικών σε δομές εκπαίδευσης. Στην κατεύθυνση αυτή, η διεθνής κοινότητα καλείται να αξιολογήσει τη δυνατότητα υιοθέτησης και αξιοποίησης νέων, πιο εξειδικευμένων οργάνων που θα επικουρούν τα βασικά υφιστάμενα, καλύπτοντας τις αναδυόμενες αδυναμίες, εγγυώμενη την απονομή της κοινωνικής δικαιοσύνης παγκοσμίως. Έτσι, λοιπόν, ως προς την οριοθέτηση της διεθνικής επίλυσης οποιουδήποτε ζητήματος άπτεται της προάσπισης θεμελιωδών ανθρωπίνων ελευθεριών, δεν νοείται να μην γίνει μνεία στον καίριο ρόλο που επιτελεί η Ύπατη Αρμοστεία και ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, οι οποίοι κατά πιστή εφαρμογή του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, δια ανακοινώσεων και διπλωματικών αποστολών, όποτε αυτό κρίνεται πρόσφορο και αναγκαίο, οφείλουν να συνδράμουν τα μέγιστα προς την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου της οικουμενικής ειρήνης και συνοχής, με γνώμονα πάντοτε την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Δια της διαρκούς επαγρύπνησης και της διεύρυνσης συνεργασιών μέσω ανταλλαγής τεχνογνωσίας και πληροφοριών μεταξύ των δημοκρατικών κρατών σε διαπεριφερειακό επίπεδο και με σεβασμό στις οικουμενικές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και το περιεχόμενο των συμβάσεων θα οδηγηθούμε στη λήψη άμεσων και αποτελεσματικότερων αποφάσεων για τον έλεγχο και ίσως σταδιακά και μεθοδευμένα στον τερματισμό των παραβιάσεων του κεφαλαιώδους ανθρώπινου δικαιώματος της πρόσβασης των γυναικών στις δομές εκπαίδευσης. Μόνο υπό αυτές τις συνθήκες θα καλλιεργήσουμε μακροπρόθεσμα γόνιμο έδαφος για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, ώστε να μπορούν οι λαοί να ατενίσουν το μέλλον με αισιοδοξία, προσδοκώντας την επικράτηση μιας δημοκρατικής και ευημερούσας κοινωνίας, τόσο σε περιφερειακό όσο και σε οικουμενικό επίπεδο.

Το δικαίωμα ιδιοκτησίας και η αναγκαστική απαλλοτρίωση -Κατ άρθρο ερμηνεία

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Η αστική ευθύνη του οδικού μεταφορέα κατά τη CMR
send