logo-print

Συνταγματικότητα αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων σπουδών Ηνωμένου Βασιλείου (ΣτΕ 890/2025)

Αναγνώριση τίτλων σπουδών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων Ηνωμένου Βασιλείου που χορηγήθηκαν μετά τη λήξη της προβλεπόμενης στη Συμφωνία για την αποχώρηση από την ΕΕ μεταβατικής περιόδου

16/05/2025

16/05/2025

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία, 2024

Με πρόσφατη απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι η αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων σπουδών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων Ηνωμένου Βασιλείου, που χορηγήθηκαν μετά τη λήξη της προβλεπόμενης στη Συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση μεταβατικής περιόδου, για σπουδές που ξεκίνησαν πριν από την αποχώρηση ή πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, δεν αντίκειται στα άρθρα 16 και 4 παρ. 1 του Συντάγματος (ΣτΕ 890/2025).

Αρχικά, το δικαστήριο εξέτασε τη δυνατότητα εφαρμογής της διαδικασίας αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας επί νομοθετικώς ρυθμιζομένων επαγγελμάτων, κατά τις διατάξεις του π.δ/τος 38/2010. Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, όταν ο ενδιαφερόμενος επιθυμεί να ασκήσει στην Ελλάδα νομοθετικώς ρυθμιζόμενο επάγγελμα, έχοντας αποκτήσει τα επαγγελματικά προσόντα του σε άλλο κράτος μέλος, το αίτημά του εξετάζεται, κατ’ αρχήν, κατά τις διατάξεις της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Εφόσον πληρούνται οι τασσόμενες στην οδηγία προϋποθέσεις, εφαρμόζεται η κατ’ άρθρ. 2 παρ. 1 του π.δ. 38/2010 διαδικασία σχετικά με την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων, χωρίς να υφίσταται η δυνατότητα εφαρμογής συγχρόνως και της διαδικασίας αναγνωρίσεως της επαγγελματικής ισοδυναμίας του τίτλου σπουδών. Εάν όμως, για οποιονδήποτε λόγο, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της οδηγίας, το αίτημα του ενδιαφερομένου για την πρόσβαση σε νομοθετικώς ρυθμιζόμενο επάγγελμα εξετάζεται κατά την προβλεπόμενη στην παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 38/2010 διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας.

Σύμφωνα δε με τα γενόμενα δεκτά στη νομολογία του Δ.Ε.Κ./Δ.Ε.Ε., εάν το αίτημα πολίτη κράτους μέλους για την αναγνώριση των επαγγελματικών του προσόντων δεν μπορεί να ικανοποιηθεί βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, το κράτος μέλος υποδοχής οφείλει να το εξετάσει βάσει των αρχών που απορρέουν από τα άρθρα 45 και 49 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι οι οδηγίες σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων και, ιδίως, η οδηγία 2005/36/ΕΚ δεν αποσκοπούν ούτε μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερέστερη η αναγνώριση τέτοιων διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων, σε περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από τις οδηγίες αυτές. Η εναρμόνιση της εσωτερικής έννομης τάξης προς τις αρχές αυτές που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο επιτυγχάνεται με την πρόβλεψη περί της δυνατότητας εφαρμογής της διαδικασίας της αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας.

Εν προκειμένω, το δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι ορθώς εξετάσθηκε το αίτημα του παρεμβαίνοντος από το ΑΤΕΕΝ κατά τη διαδικασία της αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας, καθώς το επίδικο επάγγελμα του φυσικοθεραπευτή είναι μεν νομοθετικώς ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα, δεδομένου, όμως ότι ο επίμαχος τίτλος σπουδών θεωρείται τίτλος σπουδών τρίτης χώρας, δεν υπάγεται σε κάποιο από τα συστήματα αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων που καθιερώνονται με την οδηγία 2005/36/ΕΚ.

Ακολούθως, το δικαστήριο επεσήμανε ότι η συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένου Βασιλείου για την αποχώρηση αυτού δεν διαλαμβάνει ρυθμίσεις για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων που πιστοποιούνται με τίτλους σπουδών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του Ηνωμένου Βασιλείου, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες πολίτες κράτους μέλους είχαν εγγραφεί στα οικεία προγράμματα σπουδών προ της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση ή πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, η περάτωση του προγράμματος σπουδών, όμως, έλαβε χώρα μετά και τη λήξη της μεταβατικής περιόδου, σε χρόνο δηλαδή κατά τον οποίο είχε παύσει πλέον να εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο το δίκαιο της Ένωσης.

Κατά την κρίση του δικαστηρίου, το αναφυόμενο ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος αφορά ειδικώς τη συνταγματικότητα της αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων σπουδών που έχουν κτηθεί από ιδρύματα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης του Ηνωμένου Βασιλείου, μετά την αποχώρηση αυτού από την Ένωση και μετά τη λήξη της προβλεπόμενης στη Συμφωνία για την αποχώρηση μεταβατικής περιόδου, όταν οι κάτοχοί τους ενεγράφησαν στα οικεία προγράμματα σπουδών πριν από τα χρονικά αυτά σημεία.

Στις περιπτώσεις αυτές, η κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 38/2010 για την αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων σπουδών κατατείνει στην αναγνώριση της ικανότητας άσκησης συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας από πρόσωπα που απέκτησαν τα σχετικά επαγγελματικά προσόντα κάνοντας χρήση, τουλάχιστον κατά την έναρξη των σπουδών τους, δικαιωμάτων ερειδομένων στο πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο, υπό τις εγγυήσεις του σεβασμού και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης που διέπει τις σχέσεις μεταξύ των κρατών στο πλαίσιο της έννομης τάξης της Ένωσης. Εξ άλλου, μέσω της προβλεπόμενης στις διατάξεις του π.δ. 38/2010 διαδικασίας της συγκριτικής αξιολόγησης, στην οποία προβαίνει η αρμόδια εθνική αρχή (ΑΤΕΕΝ), εξασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση η δυνατότητα ελέγχου των γνώσεων και ικανοτήτων που πιστοποιούνται με τον τίτλο σπουδών του εκπαιδευτικού ιδρύματος του Ηνωμένου Βασιλείου, προκειμένου να διαπιστώνεται αν οι γνώσεις και ικανότητες αυτές είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που απαιτούνται κατά την ελληνική νομοθεσία.

Συνεπώς, το δικαστήριο έκρινε ότι η αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων σπουδών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του Ηνωμένου Βασιλείου στις προαναφερθείσες περιπτώσεις δεν αντίκειται στα άρθρα 16 και 4 παρ. 1 του Συντάγματος, βάσει εκτιμήσεων αναλόγων προς εκείνες που ελήφθησαν υπ’ όψιν με τις αποφάσεις 178-179/2023 της Ολομέλειας του Δικαστηρίου για την κρίση σχετικά με τη συνταγματικότητα της αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων σπουδών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων των κρατών μελών. Την υιοθέτηση της άποψης αυτής σχετικά με το συνταγματικώς θεμιτό της αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων σπουδών αυτών των περιπτώσεων υπαγορεύουν και εκτιμήσεις συνδεόμενες με την αρχή της ασφάλειας δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου και, ιδίως, από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδ. α΄ του Συντάγματος.

Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr

Οι πρόσφατες τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικας και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
Ιδιωτικό Ασφαλιστικό Δίκαιο Ζ έκδοση
send