logo-print

Άρση απορρήτου παρελθοντικών στοιχείων ηλεκτρονικών επικοινωνιών: Παραπομπή στην Ολομέλεια του ΑΠ (ΑΠ 587/2025)

Τα υπάρχοντα στον κατασχεθέντα ψηφιακό εξοπλισμό παρελθοντικά στοιχεία επικοινωνίας, ήτοι περιεχόμενο και εξωτερικά στοιχεία - μεταδεδομένα των επικοινωνιών, δεν προστατεύονται από το απόρρητο

19/05/2025

19/05/2025

Οι αλγόριθμοι και το διοικητικό δίκαιο
Το Ελληνικό Σύνταγμα, τόμ. 1, 2025

Στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου παραπέμφθηκε το ζήτημα της υπαγωγής στη διαδικασία άρσης του απορρήτου των στοιχείων επικοινωνίας (περιεχόμενου και μεταδεδομένων), τα οποία εμπεριέχονται στον ψηφιακό εξοπλισμό των χρηστών αυτού (ΑΠ 587/2025).

Πιο αναλυτικά, στην υπό κρίση υπόθεση κατασχέθηκε ψηφιακός εξοπλισμός (εσωτερικοί σκληροί δίσκοι, εξωτερικά μέσα αποθήκευσης, φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής), που βρέθηκε στην οικία του αιτούντος, και κατόπιν υποβολής αιτήματος άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών από την αρμόδια Ανακρίτρια, εκδόθηκε βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2225/1994, διατάχθηκε η άρση απορρήτου των επικοινωνιών και, ειδικότερα, το άνοιγμα του περιεχομένου των κατασχεθέντων αντικειμένων. Ακολούθως, συντάχθηκε έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.).

Κατά την κρίση του δικαστηρίου, ο μοναδικός λόγος της αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο ο αιτών ισχυρίστηκε ότι μη σύννομα διενεργήθηκαν πράξεις άρσης του απορρήτου μετά την παρέλευση της δίμηνης διάρκειας ισχύος της, που διατάχθηκε με το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ακόμη δε και αν γινόταν δεκτή η άποψη ότι, για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών στον ως άνω κατασχεθέντα ψηφιακό εξοπλισμό, απαιτείται σχετική απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, ο λόγος αναίρεσης θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι αυτή διατάσσεται εξαρχής για όλη την αναγκαία χρονική περίοδο και η σχετική διαδικασία δεν διενεργείται με την διαδοχική ανά δίμηνο άρση του απορρήτου.

Πιο συγκεκριμένα, κατά την άποψη του δικαστηρίου, η όλη διαδικασία της έρευνας των ως άνω κατασχεθέντων ψηφιακών αντικειμένων, για τα οποία ζητήθηκε η εξαγωγή του συνόλου των αποθηκευμένων σ' αυτά δεδομένων επικοινωνίας, που αναφέρονταν σε επιφυείς ["Over The Top" (ΟΤΤ)] υπηρεσίες επικοινωνιών, δεν υπάγεται στη διαδικασία άρσης του απορρήτου.

Σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου, πρόκειται για έρευνα στον τερματικό εξοπλισμό του υπόπτου, επομένως τα υπάρχοντα στον εξοπλισμό αυτόν παρελθοντικά στοιχεία επικοινωνίας, ήτοι περιεχόμενο και εξωτερικά στοιχεία - μεταδεδομένα των επικοινωνιών, δεν προστατεύονται από το απόρρητο και, συνεπώς, ο ανωτέρω εξοπλισμός θα μπορούσε να κατασχεθεί και ερευνηθεί, κατά την ανακριτική διαδικασία, για όλα τα ως άνω ψηφιακά δεδομένα, με βάση τις διατάξεις του ΚΠΔ και με παράλληλη τήρηση των οριζόμενων στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/680, όπως ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη με τον ν. 4624/2019 (Δ' Κεφάλαιο), δίχως να απαιτείται η τήρηση των διατάξεων για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και χωρίς οποιονδήποτε χρονικό περιορισμό, με σεβασμό της αρχής της αναλογικότητας, έτσι ώστε η έρευνα να περιορίζεται μόνο στα ενδιαφέροντα την υπόθεση στοιχεία.

Ωστόσο, το δικαστήριο επεσήμανε ότι για τα ζητήματα αυτά έχουν εκδοθεί προσφάτως οι υπ' αριθμ. 4/2024 και 5/2024 αποφάσεις της Πλήρους Ποινικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (σε Συμβούλιο), από τις οποίες συνάγεται ότι έγιναν δεκτά τα ακόλουθα:

α) στο απόρρητο των επικοινωνιών υπάγονται και τα στοιχεία επικοινωνίας (περιεχόμενο και μεταδεδομένα), τα οποία εμπεριέχονται στον ψηφιακό εξοπλισμό των χρηστών αυτού, που διερευνώνται από τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, με συνέπεια να απαιτείται για την άρση του η τήρηση των σχετικών διατάξεων του άρθρου 5 του προϊσχύσαντος ν. 2225/1994 και ήδη του άρθρου 8 του ν. 5002/2022.

β) Η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, στις περιπτώσεις αυτές, γίνεται διαδοχικά ανά δίμηνο, για συνολικό χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών κατά τον ν. 2225/1994 και δέκα (10) μηνών κατά τον ν. 5002/2022.

Συνεπώς, εφόσον το Τμήμα επρόκειτο να εκδώσει απόφαση αντίθετη με προηγούμενη θέση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για τα ίδια θέματα, παρέπεμψε το ζήτημα στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.

Απόσπασμα απόφασης

Συνεπώς, κατ' αναλογική απλώς εφαρμογή της ως άνω δικονομικής φύσης διάταξης, στην οποία, από νομοθετική αβλεψία, δεν γίνεται διάκριση για τις άρσεις του απορρήτου που ανάγονται στο μέλλον ή στο παρελθόν, επί αιτήματος άρσης του απορρήτου εξωτερικών στοιχείων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, που ανάγονται στο παρελθόν, αυτή δεν διενεργείται με την διαδοχική ανά δίμηνο άρση του, αλλά επιβάλλεται εξαρχής η άρση του απορρήτου για όλη την αναγκαία χρονική περίοδο, που μπορεί να εκτείνεται μέχρι τη μέγιστη χρονική διάρκεια, που υποχρεούνται να διατηρούν οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών μεταδεδομένα, ήτοι αυτή των δώδεκα (12) μηνών και όχι μόνο των δέκα (10) μηνών, που προβλέπεται στον ισχύοντα νόμο για τις αναγόμενες στο μέλλον άρσεις του απορρήτου, καθόσον πρόκειται για διαφορετικές καταστάσεις, αφού, στην τελευταία περίπτωση, επιδιώκεται να έχει την ελάχιστη δυνατή διάρκεια το επαχθές μέτρο της διενεργούμενης άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών (παρακολούθησης), ενώ, στην πρώτη περίπτωση, οι επικοινωνίες έχουν ήδη λάβει χώρα και, απλώς, για την άρση του απορρήτου πρέπει να ληφθεί υπόψη η αρχή της αναλογικότητας, έτσι ώστε να ζητηθούν εξαρχής εξωτερικά στοιχεία των επικοινωνιών μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι αναγκαίο για τη διενεργούμενη έρευνα. Ειδικότερα, σε σχέση με τις προαναφερόμενες επιφυείς "Over The Top" (ΟΤΤ)] υπηρεσίες επικοινωνιών, επισημαίνεται ότι αυτές δεν παρέχονται, μέσω του δημόσιου δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών από παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εγκατεστημένους στην Ελλάδα, αλλά από επιχειρήσεις που εδρεύουν στην αλλοδαπή.
Συνεπώς, δεν υπόκεινται στον έλεγχο της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), ενώ, εξαιτίας του γεγονότος ότι η επικοινωνία σ' αυτές διενεργείται με κρυπτογράφηση από άκρο σε άκρο (end-to-end encryption), η άρση του απορρήτου στις περιπτώσεις αυτές, είναι δυσχερέστατη. Ωστόσο, λόγω της γενικότητας των ρυθμίσεων του προϊσχύσαντος ν. 2225/1994 και ήδη του ν. 5002/2022 για την άρση του απορρήτου, αυτή μπορεί να διαταχθεί και στις περιπτώσεις των επιφυών επικοινωνιών και υλοποιείται στον βαθμό που υπάρχει η σχετική δυνατότητα, είτε σε συνεργασία με τις παραπάνω εταιρείες, μέσω διαδικασίας δικαστικής συνδρομής ή με άλλο πρόσφορο τρόπο (πρβλ. άρθρ. 5 άρ. 4 και 7 περ. β' π.δ. 47/2005). Προσθέτως, σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις προβλέψεις της προαναφερόμενης από 10-2-2021 πρότασης Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κανονισμός e-Privacy"), στο πεδίο εφαρμογής του εμπίπτουν όλες οι κατηγορίες των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών του διαδικτύου, που επιτρέπουν τη διαπροσωπική επικοινωνία μεταξύ χρηστών και, ειδικότερα, υπάγονται στις ρυθμίσεις του οι εταιρείες παροχής επιφυών υπηρεσιών, προς διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών και στις υπηρεσίες αυτές, συνακόλουθα δε και για τη ρύθμιση της διαδικασίας άρσης του (βλ. έκθεση πεπραγμένων της ΑΔΑΕ 2021, σελ. 84). Περαιτέρω, όπως προεκτέθηκε, τα αποθηκευμένα σε τερματικό εξοπλισμό (ηλεκτρονικούς υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα κλπ.) ψηφιακά στοιχεία (περιεχόμενο και μεταδεδομένα), τα οποία αναφέρονται σε κάποιας μορφής ανταπόκριση ή επικοινωνία, που προηγήθηκε και περατώθηκε, δεν προστατεύονται από το απόρρητο των επικοινωνιών.
Συνεπώς, δεν εφαρμόζεται, για τη δικαστική διερεύνηση αυτών, η διαδικασία της άρσης του απορρήτου, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις του ν. 2225/1994 και ήδη του ν. 5002/2022. Η άποψη ότι και για τη διερεύνηση του ψηφιακού αυτού εξοπλισμού απαιτείται η τήρηση της οριζόμενης στους ως άνω νόμους διαδικασίας άρσης του απορρήτου και μάλιστα με τη διαδοχική ανά δίμηνο άρση αυτού, πέραν των όσων προεκτέθηκαν, οδηγεί και σε περαιτέρω άτοπα. Συγκεκριμένα, υπό την εκδοχή αυτή, το μέγιστο χρονικό διάστημα διερεύνησης του ψηφιακού εξοπλισμού θα καθοριζόταν αναγκαίως από τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 6 του προϊσχύσαντος ν. 2225/1994 και 8 παρ. 4 του ισχύοντος ν. 5002/2022, δηλαδή δεν θα μπορούσε να υπερβεί τους δώδεκα (12) και δέκα (10) μήνες αντιστοίχως. Όμως, κατ' αυτόν τον τρόπο, για παράδειγμα, οι αρμόδιες αρχές δεν θα μπορούσαν να αντλήσουν στοιχεία από τον ως άνω τερματικό εξοπλισμό για μια διερευνώμενη ανθρωποκτονία, που έλαβε χώρα προ δύο ετών ή για μια εγκληματική οργάνωση, που έδρασε, μέχρι πριν ένα έτος, για μια πενταετία.

Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr

Πιστωτική σύμβαση και προστασία της εμπιστοσύνης, 2024
Το δικαίωμα υπαναχώρησης στην Πνευματική Ιδιοκτησία - Συμβολές Αστικού Δικαίου Νο 13 21
send