logo-print

Ανθρωποκτονία από αμέλεια - Πλαστογραφία μετά χρήσεως από κοινού κατ' εξακολούθηση

Απόφαση ΒΤ2520/23.07.2018 Β' Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών (αδημοσίευτη)

03/01/2020

10/01/2020

Αριθμός ΒΤ1606/14.05.2018, ΒΤ1855/31.05.2018, ΒΤ2200/26.06.2018, ΒΤ2354/06.07.2018, ΒΤ2520/23.07.2018

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ Β’ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Σύνθεση: Γεώργιος Κασίμης, Πρόεδρος Πλημμελειοδικών, Γεωργία Πολυδώρου, Πλημμελειοδίκης, Μαρία Ρόγκα, Πλημμελειοδίκης.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23.07.2018 (κατόπιν διακοπής από τη συνεδρίαση της 14.05.2018, 31.05.2018, 26.06.2018, 06.07.2018), με την παρουσία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Στυλιανού Καραμάνη και της Γραμματέως Μαρίας Κοκοσαλάκη, για να δικάσει τους κατηγορουμένους 1) Κ. Γ. του Ε. – Γ., κάτοικο …, 2) Α. Τ. του Δ., κάτοικο …, 3) Ε. Α. του Κ., κάτοικο …, 4) Β. Γ. του Κ., κάτοικο …, που εκπροσωπήθηκαν οι μεν 1ος και 2ος των κατηγορουμένων από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Αναστασία Γρίβα, οι δε 3η και 4η των κατηγορουμένων από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Δημήτριο Τσοβόλα. Με πολιτικώς ενάγοντες 1) τη Μ. Γ. του Γ, κάτοικο ..., και 2) τον Ν. Π. του Κ. κάτοικο …, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων τους Νικολάου Διαλυνά και Μαρίας Φυντανή.

Πράξεις: 1) Ανθρωποκτονία από αμέλεια και 2) πλαστογραφία μετά χρήσεως από κοινού κατ’ εξακολούθηση.

[…]

[Παραλείπονται έκθεση πρακτικών κ.λπ.]

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

«(…) Από την κύρια αποδεικτική διαδικασία και τα έγγραφα των οποίων έγινε η ανάγνωση στο ακροατήριο, καθώς και από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο, σε συνδυασμό με την απολογία των κατηγορουμένων και την εν γένει συζήτηση της υποθέσεως, προέκυψε και το Δικαστήριο πείστηκε ότι απεδείχθησαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Την 29-4-2014 η πολιτικώς ενάγουσα, η οποία ήδη στον ένατο μήνα της κυήσεως, επισκέφτηκε τον πρώτο κατηγορούμενο στο ιατρείο του προκειμένου αυτός, ως θεράπων ιατρός της, να ελέγξει την πρόοδο της κυήσεως. Κατά τη συνάντηση αυτή δεν παρατηρήθηκε καμία ανωμαλία στην κύηση. Όμως, επειδή το βράδυ η πολιτικώς ενάγουσα είδε αίμα πήγε στο νοσοκομείο στις 12:15 περίπου της 30-4-2014. Μετά από εξετάσεις η πολιτικώς ενάγουσα οδηγήθηκε σε ειδικό δωμάτιο που προβλέπεται για την παρακολούθηση των επιτόκων. Κατά τις 8:00 το πρωί ο πρώτος κατηγορούμενος επισκέφτηκε την πολιτικώς ενάγουσα και δεν έκανε κάποια παρατήρηση για την εξέλιξη του τοκετού. Επίσης, ο πρώτος κατηγορούμενος επισκέφτηκε την πολιτικώς ενάγουσα κατά τις 8:50 περίπου. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στο δωμάτιο, η πολιτικώς ενάγουσα υπέγραψε τα απαραίτητα έγγραφα για την επισκληρίδιο και για λήψη βλαστοκυττάρων. Με την εισαγωγή της πολιτικώς εναγούσης στο δωμάτιο επιτόκων, και συγκεκριμένα την ώρα 1:23:04 οι μαίες που είχαν τότε υπηρεσία της τοποθέτησαν στην κοιλιά της επιτόκου και έχει αισθητήρες ή «σένσορες» οι οποίοι καταγράφουν τους καρδιακούς παλμούς του εμβρύου και της επιτόκου. Στις 11:30, δηλαδή μετά από απουσία δυόμιση ωρών, ο πρώτος κατηγορούμενος επέστρεψε στην αίθουσα όπου νοσηλευόταν η πολιτικώς ενάγουσα οπότε και διέταξε την άμεση εισαγωγή της πολιτικώς εναγούσης στην αίθουσα τοκετού, όπου κατά τις 11:40 ώρα διενεργήθη καισαρική τομή και γεννήθηκε το άρρεν κυοφορούμενο. Όμως, επειδή κατά την καισαρική διαπιστώθηκε ότι η πολιτικώς ενάγουσα είχε υποστεί αποκόλληση του πλακούντα και ότι το νεογνό παρουσίαζε βαρείες αλλοιώσεις, κυανά άκρα προβλήματα εμβρυικών παλμών διασωληνώθηκε, του χορηγήθηκε αδρεναλίνη και εισήχθη στην μονάδα εντατικής θεραπείας όπου απεβίωσε περί ώρα 16:00. Από όλα τα έγγραφα της δικογραφίας αποδεικνύεται ότι το κυοφορούμενο ήταν υγιές και ότι ο θάνατός του δεν οφείλεται σε κάποια γενετική ανωμαλία αλλά επήλθε από βαριά εμβρυϊκή δυσφορία που δεν κατέστη δυνατή να ανασταλεί. Κατά τη γέννησή του το νεογνό ζύγιζε 2,6 κιλά, με μήκος σώματος 47 εκατοστά και περίμετρο κεφαλής 34 εκατοστά. Κατά τη νεκροψία- νεκροτομή που πραγματοποιήθηκε από τους ιατροδικαστές Σ. Τ. και Ε. Κ., διενεργήθηκε υδροστατική δοκιμασία σε τεμάχια πνευμονικού παρεγχύματος που διενεργήθηκε και διαπιστώθηκε ότι οι πνεύμονες είχαν αναπνεύσει και παρουσίαζαν μαζική εισφόρηση αμνιακού υγρού και συμφόρηση των κυψελιδικών τριχοειδών αγγείων και έτσι αποδεικνύεται ότι το κυοφορούμενο υπέστη βαριά αναπνευστική ανεπάρκεια. Στη δοκιμασία αυτή οι πνεύμονες κανονικά επιπλέουν ενώ στην συγκεκριμένη περίπτωση βούλιαξαν, που σημαίνει ότι δεν είχαν αέρα και δεν είχαν ζωτικό χώρο για να αναπνεύσουν, ήταν δηλαδή πυκνωτικοί οι πνεύμονες και για το λόγο αυτό βυθίζονταν. Στον πλακούντα βρέθηκαν στοιχεία ενεργού οπισθοπλακουντικού αιματώματος λόγω μικροαποκολλήσεων πράγμα που δεικνύει ότι είχε αρχίσει η αποκόλληση του πλακούντα. Η εισρόφηση του αμνιακού υγρού από το κυοφορούμενο δεικνύει ότι δεν εκμαιεύτηκε έγκαιρα.

Επίσης, κατά την νεκροψία διαπιστώθηκε ότι το αμνιακό υγρό ήταν διαυγές, ενώ αν η αποκόλληση του πλακούντα ήταν μεγάλη, θα είχε προηγηθεί εμβρυϊκή δυσχέρεια και το αμνιακό υγρό θα ήταν κεχρωσμένο. Επίσης, από την καταγραφή του καρδιοτοκογραφήματος προκύπτει ότι από την ώρα 10:10, το κυοφορούμενο άρχισε να παρουσιάζει βραδυκαρδίες οι οποίες δεικνύουν την εμβρυική δυσφορία. Οι ενδείξεις του καρδιοτοκογραφήματος δείχνουν την σταδιακή επιβάρυνση της καρδιακής λειτουργίας του εμβρύου. Απ’ όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται η αμέλεια του πρώτου κατηγορουμένου ο οποίος, ως θεράπων ιατρός και μαιευτήρας της πολιτικώς εναγούσης, είχε ιδιαίτερη υποχρέωση και όφειλε να επιδεικνύει την επιμέλεια ως προς την παρακολούθησή της ως επιτόκου από την εισαγωγή της στην μαιευτική κλινική έως και τον τοκετό. Συγκεκριμένα, ο πρώτος κατηγορούμενος γνώριζε ότι η πολιτικώς ενάγουσα παρουσίασε αιμορραγία προ της εισαγωγής της στην κλινική, γεγονός που έπρεπε να συνεκτιμήσει για την ενδεχόμενη αποκόλληση του πλακούντα, ενώ αντίθετα δεν αξιολόγησε το σύμπτωμα αυτό. Επίσης, ο πρώτος κατηγορούμενος απουσίαζε από το δωμάτιο που νοσηλευόταν η πολιτικώς ενάγουσα, τουλάχιστον επί δύο ώρες. Η μάρτυς Ν. κατέθεσε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ήταν συνεχώς μέσα στο δωμάτιο, χωρίς όμως να κρίνεται πειστική, διότι κατέθεσε επίσης ότι η ίδια δεν ήταν συνεχώς μέσα στο δωμάτιο. Επίσης, ο πρώτος κατηγορούμενος δεν αξιολόγησε προσηκόντως τις ενδείξεις του καρδιοτοκογράφου οι οποίες ήδη από ώρα 10:12:03, δεικνύουν μείωση του εμβρυικού παλμού στους 80 παλμούς, στις 10:34:03 δεικνύουν παρατεταμένη επιβράδυνση διάρκειας 6 λεπτών γεγονός που αποτελεί ένδειξη αποπερατώσεως του τοκετού. Ο μάρτυς Φ. προσπάθησε να μειώσει την διαγνωστική αξία του καρδιοτοκογράφου καταθέτοντας ότι δεν είναι αξιόπιστος. Όμως, ο εν λόγω μάρτυς κρίνεται ο ίδιος ως αναξιόπιστος καθόσον δεν εξηγεί γιατί τοποθετείται ο καρδιοτοκογράφος στην επίτοκο, εφόσον είναι αναξιόπιστος και για ποιο λόγο η κλινική είχε εγκαταστήσει στην αίθουσα των γυναικολόγων ειδικό μόνιτορ όπου εμφαίνονται οι καταγραφές από τους καρδιοτοκογράφους που τοποθετούνται στις επιτόκους, ακόμα και όταν αυτοί δεν είναι στο ειδικό δωμάτιο των επιτόκων. Ο κατηγορούμενος επικαλείται έγγραφο που υπογράφει πρόσωπο με το όνομα Σ. Μ., Μαιευτήρας Γυναικολόγος, προκειμένου να αποδείξει ότι το καρδιοτοκογράφημα έχει περιορισμούς ως προς την ερμηνεία του.

Πράγματι, από το συγκεκριμένο έγγραφο προκύπτει ότι δύο ιατροί μπορεί να διαφωνήσουν σχετικά με τη βαρύτητα ενός καρδιοτοκογραφήματος. Όμως το εν λόγω έγγραφο δεν είναι ορισμένο και δεν εκθέτει ακριβώς ποιο είναι το πλαίσιο των τιμών εντός των οποίων τίθεται ενδεχομένων η διχογνωμία και η υποκειμενικότητά της κρίσεως των ιατρών, εφόσον δεν αναφέρει ποιες τιμές καθιστούν ένα τοκοκαρδιογράφημα ύποπτο ή παθολογικό. Δηλαδή, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ειδικά μετά την ώρα 10:14:03, οι ενδείξεις του καρδιοτοκογραφήματος είναι ακραίες με ενδείξεις έντονης διαταραχής του κυοφορούμενου. Συνεπώς, ο πρώτος κατηγορούμενος αδιαφόρησε για τις παθολογικές ενδείξεις της πολιτικώς εναγούσης, αδιαφόρησε για τις ενδείξεις του καρδιοτοκογραφήματος και απουσίαζε από το ειδικό δωμάτιο των επιτόκων όπου βρισκόταν η πολιτικώς ενάγουσα, ενώ αν ασκούσε επιμελώς τα καθήκοντά του, θα έπρεπε να έχει εκτιμήσει ότι υπάρχει αποκόλληση του πλακούντα σε εξέλιξη και ότι το κυοφορούμενο δυσφορεί ώστε να προβεί σε καισαρική τομή τουλάχιστον στις 10:10 πριν το κυοφορούμενο εισροφήσει αμνιακό υγρό. Συνεπώς, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, όπως κατηγορείται και όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσης.

Αντίθετα, από κανένα στοιχείο δεν απεδείχθη ότι όλοι οι κατηγορούμενοι τέλεσαν το αδίκημα της πλαστογραφίας, εφόσον αφενός, οι πολιτικώς ενάγοντες αναγνωρίζουν ότι έθεσαν κάποιες από τις υπογραφές επί των εγγράφων που φέρονται ως πλαστά και αφετέρου, διατελούν σε σύγχυση περί των εγγράφων που φέρονται ως πλαστά και αφετέρου, διατελούν σε σύγχυση περί των εγγράφων που υπέγραψαν, λόγω της συναισθηματικής φορτίσεως που υπέστησαν κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της πολιτικώς εναγούσης. Πρέπει συνεπώς να κηρυχθούν αθώοι όλοι οι κατηγορούμενοι για την πράξη της πλαστογραφίας μετά χρήσεως από κοινού κατ’ εξακολούθηση για την οποία κατηγορούνται».

Πολιτική Δικονομία ΙΙΙ - Β έκδοση

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΑΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΠΕΣ

Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας - 4η έκδοση

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΓΕΝΙΚΑ​

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΝΙΚΑΣ