logo-print

Ανάρτηση φωτογραφιών ασθενούς στο Instagram (ΑΠΔΠΧ 50/2024)

Η Αρχή καλεί τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο να μεριμνήσει για την προσθήκη από τους γιατρούς του σκοπού που επιδιώκεται μέσω της ανάρτησης φωτογραφιών των ασθενών στο διαδίκτυο

Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων και Ευθύνη για Αποζημίωση
Δίκαιο πληροφορικής - E έκδοση

Μια πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση εξέτασε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μετά από καταγγελία που υποβλήθηκε από υποκείμενο των δεδομένων. Η καταγγέλλουσα διαμαρτυρήθηκε προς την Αρχή για την παράνομη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων της, όπως αυτή τελέστηκε δια της ανάρτησης φωτογραφιών της, πριν και μετά την επέμβαση που είχε πραγματοποιήσει, στο Instagram του γιατρού που έκανε την επέμβαση.

Σύμφωνα με την καταγγελία, κατά την πρώτη επίσκεψή της στον καταγγελλόμενο γιατρό, η ασθενής υπέγραψε έντυπο επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και έδωσε την άδειά της για τη φωτογράφηση των χειρουργήσιμων σημείων, υπό την προϋπόθεση ότι οι φωτογραφίες θα χρησιμοποιηθούν μόνο για ιατρικούς – επιστημονικούς σκοπούς, χωρίς να αποκαλύπτεται η ταυτότητά της.

Η καταγγέλλουσα φωτογραφήθηκε εκ νέου, όταν προσήλθε στο ιατρείο του καταγγελλόμενου για την αφαίρεση των ραμμάτων και τον συνήθη μετεγχειρητικό έλεγχο, όπου και πάλι – σύμφωνα με την ίδια – δήλωσε εμφατικά πως δεν επιθυμεί την ανάρτηση των φωτογραφιών της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Παρά τις αντιρρήσεις της αυτές, την επόμενη ημέρα η καταγγέλλουσα διαπίστωσε πως οι φωτογραφίας της είχαν αναρτηθεί στους επίσημους λογαριασμούς του γιατρού στο Instagram και το Facebook. Το πρόσωπό της είχε αφαιρεθεί από τις αναρτημένες φωτογραφίες, ωστόσο λοιπά αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά της επέτρεπαν την ευχερή ταυτοποίησή της.

Η ασθενής διαμαρτυρήθηκε μέσω Viber για την ανάρτηση αυτή και οι δημοσιεύσεις κατέβηκαν, ωστόσο λίγους μήνες μετά, οι αναρτήσεις επανεμφανίστηκαν στο Instagram, για να κατέβουν και πάλι μετά την επίδοση εξωδίκου διαμαρτυρίας. Η ασθενής υπέβαλε καταγγελία ενώπιον της ΑΠΔΠΧ, προβάλλοντας την παραβίαση των δικαιωμάτων διαγραφής, περιορισμού της επεξεργασίας και εναντίωσης, αναφέροντας ότι ο καταγγελλόμενος: «ανταποκρίθηκε μερικώς, με διαγραφή των δεδομένων μου από τη σελίδα στο Instagram. Δεν έχει εισέτι ανταποκριθεί σε σχέση με το αίτημά μου για ικανοποίηση του δικαιώματος διαγραφής/περιορισμού της επεξεργασίας και του δικαιώματος εναντίωσης, ενώ επιπλέον, όπως μού δήλωσε η βοηθός του ιατρού, κα Γ σε σχετική επικοινωνία μας, έχουν διαβιβαστεί τα προσωπικά μου δεδομένα σε τρίτη εταιρεία, η οποία διαχειρίζεται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του ιατρού, χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση και συγκατάθεση».

Διαβάστε επίσης: Ανάρτηση φωτογραφιών πλαστικής επέμβασης στο Instagram: Πρόστιμο σε γιατρό και κλινική

Οι ισχυρισμοί του γιατρού

Ο γιατρός υπέβαλε προς την Αρχή το ειδικό έντυπο συναίνεσης, που είχε υπογράψει η καταγγέλλουσα, και στο οποίο υπάρχει συγκεκριμένο πεδίο για τη λήψη φωτογραφιών και την ανάρτησή τους, χωρίς να αποκαλύπτεται η ταυτότητα του ασθενούς με άμεσο ή έμμεσο τρόπο.

Η αρχικά νόμιμη κατά τα ανωτέρω επεξεργασία των δεδομένων της καταγγέλλουσας, δια της ανάρτησης των φωτογραφιών της, διεκόπη μετά την προβολή αντιρρήσεων από την πλευρά της, ενώ η εκ νέου δημοσίευση αυτών έγινε εκ παραδρομής και σταμάτησε άμεσα με την κοινοποίηση του εξωδίκου. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τον γιατρό, η μεν αρχική ανάρτηση ήταν νόμιμη, τα δε αιτήματά της καταγγέλλουσας είχαν ικανοποιηθεί, με την εξαίρεση της ενημέρωσης για τη διαβίβαση σε τρίτους αποδέκτες, δεδομένου ότι αυτοί δεν υπήρχαν, και της διαγραφής του ιατρικού φακέλου, αφού κάτι τέτοιο δεν επιτρέπεται από τον νόμο.

Η κρίση της Αρχής

Η Αρχή εξέτασε αρχικώς το κατά πόσον οι επίμαχες φωτογραφίες, έτσι όπως αυτές δημοσιεύτηκαν, συνιστούν προσωπικά δεδομένα της καταγγέλλουσας. Η εξέταση αυτή έγινε τόσο από την πλευρά της καταγγέλλουσας και των τρίτων προσώπων, όσο και από την πλευρά του γιατρού, ως υπευθύνου επεξεργασίας.

Ως προς την πρώτη περίπτωση, η Αρχή δεν δέχθηκε πως οι φωτογραφίες αποτελούν προσωπικά δεδομένα της ασθενούς, ως δυνάμενες να την ταυτοποιήσουν. Όπως κρίθηκε:

«Επειδή, εν προκειμένω, οι επίμαχες δύο φωτογραφίες της καταγγέλλουσας (πριν και μετά …), οι οποίες αναρτήθηκαν σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης του καταγγελλόμενου χειρουργού (Instagram), στις οποίες απεικονίζεται μέρος του σώματός της με τίτλο «… και επί των οποίων έχουν τεθεί οι αναφορές «…», δεν συνιστούν καταρχήν πληροφορίες οι οποίες μπορούν ευχερώς να αποδοθούν από τρίτους  (μέσο αναγνώστη/θεατή του συγκεκριμένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης) στο πρόσωπο της καταγγέλλουσας. Συγκεκριμένα, οι επίμαχες φωτογραφίες στις οποίες απεικονίζεται μέρος του σώματος της καταγγέλλουσας, χωρίς να τίθεται επί αυτών άλλο προσδιοριστικό στοιχείο, από το οποίο έστω και έμμεσα μπορεί να εξακριβωθεί η ταυτότητα της καταγγέλλουσας (π.χ. μικρό όνομα,  ημερομηνία διενεργηθείσας επέμβασης) δεν συνιστούν καταρχήν δεδομένα ταυτοποιήσιμου προσώπου κατά την έννοια του άρθρου 4 στοιχ. 1 ΓΚΠΔ. Ούτε, εξάλλου, εμφαίνεται επί των αναρτημένων φωτογραφιών άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στοιχείο ή γνώρισμα, όπως ήταν το τατουάζ στο σώμα του καταγγέλλοντος στην απόφαση της ομόλογης λιθουανικής Αρχής που προσκόμισε η καταγγέλλουσα με το υπόμνημά της, από το οποίο θα μπορούσε να προσδιοριστεί η ταυτότητά της από τρίτους. [...] Εξάλλου, δεύτερον, προκύπτει ότι τα ως άνω λοιπά προσδιοριστικά στοιχεία που επικαλείται η καταγγέλλουσα δεν είναι ικανά από μόνα τους και σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα τιθέμενα επί των αναρτημένων φωτογραφιών στοιχεία (επωνυμία του ιατρού, μέθοδος επέμβασης που χρησιμοποιήθηκε) να οδηγήσουν ευχερώς στην ευρεία αποκάλυψη της ταυτότητάς της από τρίτους. Σε κάθε δε περίπτωση, το γεγονός ότι η καταγγέλλουσα μπορεί να αναγνωρίσει η ίδια τον εαυτό της στην επίμαχη φωτογραφία δεν την καθιστά ταυτοποιήσιμη από τρίτους, ούτε αποδείχθηκε κάτι τέτοιο».

Διαβάστε επίσης: Πρόστιμο 14.000 ευρώ σε γιατρό για δημοσίευση βίντεο με ασθενή στο Instagram

Αντίθετα όμως ήταν τα συμπεράσματα της Αρχής εξετάζοντας το ζήτημα από την πλευρά του γιατρού:

«Συνεπώς, αβασίμως υποστηρίζει ο καταγγελλόμενος ιατρός ότι η δεύτερη (από …) ανάρτηση των επίμαχων φωτογραφιών, επί της οποίας ερείδεται η καταγγελλόμενη παραβίαση των δικαιωμάτων της καταγγέλλουσας, έγινε εκ παραδρομής, καθώς όπως και ο ίδιος συνομολογεί μπορούσε ευχερώς, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, να ταυτοποιήσει τις φωτογραφίες που ανήρτησε (σε σχέση με τις πληροφορίες που ο ίδιος έθεσε επί αυτών - ιατρική μέθοδος που εφαρμόστηκε …), εκ του ιατρικού αρχείου και σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον ιατρικό φάκελο της συγκεκριμένης ασθενούς  και να τις αποδώσει στο πρόσωπο της καταγγέλλουσας, η δε πρόσθετη επεξεργασία (απαλοιφή … και λοιπών στοιχείων) σε σχέση με την πρώτη ανάρτηση δεν ήταν ικανή να αποκλείσει την δυνατότητα προσδιορισμού της ταυτότητας της καταγγέλλουσας από τον ίδιο τον καταγγελλόμενο ιατρό, ως υπεύθυνο επεξεργασίας. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η Αρχή διαπιστώνει, εν προκειμένω, ότι οι επίμαχες αναρτημένες φωτογραφίες μέρους του σώματος της καταγγέλλουσας επί των οποίων ερείδεται η εξεταζόμενη καταγγελία περί παραβίασης των δικαιωμάτων της συνιστούν προσωπικά δεδομένα της καταγγέλλουσας, δεδομένου ότι μπορούν να αποδοθούν ευχερώς σε κάθε περίπτωση από [τον] καταγγελλόμενο ιατρό, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, στο πρόσωπο της καταγγέλλουσας για τον προσδιορισμό και την επαλήθευση της ταυτότητάς της και ως εκ τούτου η Αρχή έχει αρμοδιότητα να επιληφθεί της υποβληθείσας καταγγελίας, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 2 παρ. 1 ΓΚΠΔ και 2 ν. 4624/2019».

Ως προς τη νομιμότητα των καταγγελλομένων πράξεων επεξεργασίας, η Αρχή δέχθηκε πως η αρχική ανάρτηση τελέστηκε νόμιμα, κατόπιν λήψης της ρητής συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων, ωστόσο «ο καταγγελλόμενος ιατρός και σε συμμόρφωση με την αρχή της λογοδοσίας του άρθρου 5 παρ. 2 ΓΚΠΔ ήταν υποχρεωμένος βάσει της ανακληθείσας θετικής βούλησης της καταγγέλλουσας, να προβεί στην αποανάρτηση των επίμαχων φωτογραφιών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 παρ. 2 ΓΚΠΔ, και να «κλειδώσει»/περιορίσει τις φωτογραφίες στο ιατρικό αρχείο για τον αρχικό/πρωτογενή σκοπό επεξεργασίας της παροχής ιατρικής φροντίδας στην καταγγέλλουσα». Κατά συνέπεια, η δεύτερη ανάρτηση των φωτογραφιών, η οποία συνιστά διακριτή επεξεργασία, τελέστηκε χωρίς νομική βάση, αφού η αρχικώς δοθείσα συγκατάθεση είχε ανακληθεί.

Ως προς την καταγγελλόμενη παραβίαση των δικαιωμάτων που άσκησε η καταγγέλλουσα, η Αρχή έκρινε πως δεν είχε τελεστεί, αφού τα ασκηθέντα δικαιώματα είτε είχαν ικανοποιηθεί, είτε – όπως στην περίπτωση της διαγραφής του ιατρικού φακέλου – δεν θα μπορούσαν να έχουν ικανοποιηθεί.

Καταληκτικώς, η Αρχή στάθηκε και σε ένα ζήτημα που ερεύνησε αυτεπαγγέλτως, αυτό του περιεχομένου της ενημέρωσης που δινόταν προς τους ασθενείς μέσω του ειδικού εντύπου συναίνεσης.

Η Αρχή παρατήρησε πως για την ενημέρωση σχετικά με την ανάρτηση προσωπικών δεδομένων στο διαδίκτυο, το κείμενο ακολουθούσε την εξής διατύπωση: «Εφόσον παρέχετε τη συγκατάθεσή σας, ο ιατρός θα κάνει χρήση των προσωπικών σας δεδομένων για τους ακόλουθους σκοπούς: (…) ανάρτηση στο διαδίκτυο των φωτογραφιών σας με μέριμνα ώστε να μην αποκαλύπτεται άμεσα ή έμμεσα η ταυτότητά σας».

Ωστόσο, όπως ορθά επεσήμανε η Αρχή, η υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου περιλαμβάνει υποχρεωτικά και τον συγκεκριμένο σκοπό της επεξεργασίας, ενώ το επίμαχο κείμενο περιέγραφε το μέσο για την επίτευξη του σκοπού και όχι τον σκοπό καθεαυτόν. Κατά συνέπεια, η Αρχή διαπίστωσε ότι η παρασχεθείσα ενημέρωση δεν πληρούσε τις απαιτήσεις περί διαφανούς ενημέρωσης για τον ειδικότερο κατά τα ανωτέρω σκοπό επεξεργασίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1 στοιχ. α΄ και β΄ και 13 παρ. 1 στοιχ. γ΄ ΓΚΠΔ.

Η απόφαση της Αρχής

Με βάση τα ανωτέρω, η Αρχή έδωσε εντολή στον καταγγελλόμενο γιατρό αφενός «να τηρεί επίκαιρα αρχεία των σχετικών συγκαταθέσεων, ως και τυχόν ανακλήσεών τους, για επιμέρους πράξεις επεξεργασίας στο πλαίσιο της παροχής ιατρικής φροντίδας στους ασθενείς του», αφετέρου «να αναμορφώσει το σχετικό χωρίο στο «έντυπο ενημέρωσης & δήλωσης συναίνεσης αναφορικά με τα προσωπικά δεδομένα» που χρησιμοποιεί και με το οποίο ενημερώνει τους πελάτες – ασθενείς του για την διακριτή επεξεργασία που πραγματοποιεί μέσω της ανάρτησης των φωτογραφιών τους κατά τρόπο ώστε να διατυπώνεται ξεκάθαρα ο σκοπός επεξεργασίας που επιδιώκεται με τον τρόπο που περιγράφει».

Παράλληλα, η Αρχή προσκάλεσε τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο «να ενημερώσει τους κατά τόπους Ιατρικούς Συλλόγους της χώρας, ώστε οι ιατροί – μέλη τους να αναμορφώσουν το έντυπο ενημέρωσης & δήλωσης συναίνεσης αναφορικά με τα προσωπικά δεδομένα, στο μέτρο που περιλαμβάνεται αντίστοιχο με αυτό στην εξεταζόμενη καταγγελία χωρίο, προσδιορίζοντας τον σκοπό επεξεργασίας που επιδιώκεται μέσω της ανάρτησης φωτογραφιών των ασθενών στο διαδίκτυο».

Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο της Αρχής.

Ζητήματα πολυπρόσωπης λογοδοσίας στον Αστικό Κώδικα, 2024
Εργατικό Ποινικό Δίκαιο
send