Απαιτείται διενέργεια εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για έργο αστικής ανάπτυξης σε περιοχή που έχει χαρακτηριστεί από την UNESCO Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς; (προτάσεις γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ)
Διενέργεια εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για ορισμένα δημόσια και ιδιωτικά έργα – Εθνική νομοθετική ρύθμιση η οποία εξαρτά τη διενέργεια εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη συμπλήρωση κατώτατων ορίων όσον αφορά την επιφάνεια χρήσης γης και τη μικτή επιφάνεια κτισμάτων
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τις δημοσιευθείσες στις 24-11-2022 προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Anthony Collins κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μπορεί να απαιτηθεί Εκτίμηση Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, όταν ένα σχεδιαζόμενο έργο αστικής ανάπτυξης βρίσκεται σε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Ιστορικό της υποθέσεως
Η Βιέννη είναι μια πόλη με πλούσια ιστορική, πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά. Αρχικά, στη θέση αυτή βρισκόταν η κελτική πόλη Vindobona, η οποία μετεξελίχθηκε σε μια ρωμαϊκή πόλη-φρούριο στρατηγικής σημασίας. Το 1857 κατεδαφίστηκαν τα τείχη και οι λοιπές οχυρώσεις που είχαν ανεγερθεί περιμετρικά της πόλης κατά τον δέκατο τρίτο αιώνα και αντικαταστάθηκαν από τη Ringstraße (περιφερειακή οδό), η οποία εγκαινιάστηκε το 1865 και κατά μήκος της οποίας ανεγέρθηκαν πολλά μεγάλα δημόσια κτίρια, με μια εκλεκτικιστική, ιστορικιστική τεχνοτροπία, η οποία ενίοτε αποκαλείται Ringstraßenstil, χρησιμοποιώντας στοιχεία κλασικής, γοτθικής, αναγεννησιακής και μπαρόκ αρχιτεκτονικής. Η UNESCO έχει χαρακτηρίσει το ιστορικό κέντρο της Βιέννης, συμπεριλαμβανομένης της Ringstraße, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Μια ιδιωτική εταιρία σκοπεύει να υλοποιήσει το έργο «ICV Heumarkt Neu – Neubau Hotel InterContinental, Wiener Eislaufverein WEV» (ICV Heumarkt Neu – εκ νέου ανοικοδόμηση του ξενοδοχείου InterContinental και του αθλητικού ομίλου παγοδρομιών Βιέννης) σε απόσταση περίπου 250 μέτρων από το τμήμα της Ringstraße που ονομάζεται Schubertring. Συγκεκριμένα, η οδός Am Heumarkt αποτελεί το νοτιοανατολικό όριο της τοποθεσίας του έργου. και θωρείται μία από τις παλαιότερες οδούς της Βιέννης. Το έργο Heumarkt Neu περιλαμβάνει την κατεδάφιση του υφιστάμενου ξενοδοχείου InterContinental και την αντικατάστασή του με διάφορες νέες κατασκευές, συμπεριλαμβανομένου ενός ουρανοξύστη 19 ορόφων, για ξενοδοχειακές, εμπορικές, συνεδριακές, οικιστικές και γραφειακές χρήσεις, με υπόγειο παγοδρόμιο, αθλητική αίθουσα, πισίνα και χώρο στάθμευσης 275 θέσεων. Το έργο Heumarkt Neu θα εκτείνεται σε περίπου 1,55 εκτάρια και θα διαθέτει μικτή επιφάνεια κτισμάτων περίπου 89.000 τ.μ.
Το έργο έχει προκαλέσει διχογνωμία λόγω της γειτνίασής του με το κέντρο της Βιέννης, το οποίο αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, και λόγω του προβαλλόμενου αντίκτυπου που μπορεί να έχει το ύψος του προτεινόμενου ουρανοξύστη στον αστικό ορίζοντα. Με την υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, το Verwaltungsgericht Wien (διοικητικό πρωτοδικείο Βιέννης, Αυστρία) ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν κράτος μέλος το οποίο έχει επιλέξει να κρίνεται η ανάγκη διενέργειας εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων βάσει κατώτατων ορίων ή κριτηρίων τα οποία το ίδιο έχει θεσπίσει, μπορεί να υποχρεωθεί να πραγματοποιήσει την εν λόγω κρίση κατόπιν ατομικής εξέτασης ενός έργου, σε περίπτωση που δεν έχουν μεν συμπληρωθεί τα προβλεπόμενα αυτά κατώτατα όρια ή δεν πληρούνται τα εν λόγω κριτήρια, αλλά το έργο αυτό ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Προτάσεις γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ
Με τις δημοσιευθείσες προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Anthony Collins καταλήγει ότι το άρθρο 4, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2011/92/ΕΕ [οδηγίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον] σε συνδυασμό με το παράρτημα ΙΙ, σημείο 10, στοιχείο b, και το παράρτημα ΙΙΙ, σημείο 2, στοιχείο c, περίπτωση viii, αντιτίθεται σε εθνική νομοθετική ρύθμιση η οποία ορίζει ότι τα έργα αστικής ανάπτυξης υποβάλλονται σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων μόνον εφόσον εκτείνονται σε τουλάχιστον 15 εκτάρια και έχουν μικτή επιφάνεια κτισμάτων άνω των 150.000 τ.μ., χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η θέση τους, αποκλείοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την κατά περίπτωση εξέταση της ανάγκης διενέργειας εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τα έργα αστικής ανάπτυξης που βρίσκονται σε τοποθεσίες ιστορικής, πολιτιστικής ή αρχαιολογικής σημασίας, όπως σε Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Επιπλέον, κατά τον γεν. εισαγγελέα, το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2011/92/ΕΕ, σε συνδυασμό με το παράρτημα III της οδηγίας αυτής, αντιτίθεται σε εθνική νομοθετική ρύθμιση βάσει της οποίας, κατά την εξέταση της ανάγκης διενέργειας εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων λόγω των σωρευτικών επιπτώσεων που έχει έργο αστικής ανάπτυξης από κοινού με άλλα έργα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνον τα παρόμοια έργα αστικής ανάπτυξης, εξαιρουμένων των υφιστάμενων έργων και υπό την προϋπόθεση ότι στο σχεδιαζόμενο έργο αστικής ανάπτυξης αναλογεί τουλάχιστον το 25% του προβλεπόμενου κατώτατου ορίου. Εφόσον δεν υφίσταται εκκρεμής διοικητική ή δικαστική διαδικασία, η εν λόγω οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εξαιρούν από την εξέταση αυτή τα έργα για τα οποία δεν έχουν αρχίσει εργασίες και τα οποία δεν είναι πιθανόν να υλοποιηθούν λόγω του χρονικού διαστήματος που έχει παρέλθει από την τελική έγκρισή τους. Η πάροδος πενταετίας είναι, κατ’ αρχήν, επαρκής για να διασφαλιστεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές.
Τέλος, ο γεν. εισαγγελέας διαπιστώνει ότι οι αρχές κράτους μέλους, σε περίπτωση υπέρβασης εκ μέρους τους του περιθωρίου εκτιμήσεως που τους καταλείπουν οι ανωτέρω διατάξεις, οφείλουν να εξετάζουν κατά περίπτωση την ανάγκη διενέργειας εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των κριτηρίων του παραρτήματος ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας.
Γίνεται υπόμνηση ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.
Υπενθυμίζεται ακόμα ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο των προτάσεων είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο CURIA