logo-print

Έγκυρη η απαγόρευση παροχής νομικών συμβουλών προς τη Ρωσία (ΓΔΕΕ Τ-797/22, Τ-798/22, Τ-828/22)

Το Γενικό Δικαστήριο κρίνει πως η επίμαχη απαγόρευση δεν θίγει το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας

04/10/2024

04/10/2024

Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία, 2024
Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση

Αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου στις υποθέσεις T-797/22 | Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles κ.λπ. κατά Συμβουλίου, T-798/22 | Ordre des avocats à la cour de Paris και Couturier κατά Συμβουλίου και T-828/22| ACE κατά Συμβουλίου

Το 2022, ως απάντηση στην κλιμάκωση της ρωσικής επίθεσης κατά της Ουκρανίας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έλαβε σειρά περιοριστικών μέτρων με σκοπό να ασκηθεί πίεση στη Ρωσία προκειμένου αυτή να τερματίσει τον επιθετικό πόλεμο που διεξάγει. Μεταξύ των μέτρων καταλέγεται η απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών.[1]

Υπό την επιφύλαξη ορισμένων εξαιρέσεων και απαλλαγών, οι εν λόγω πράξεις απαγορεύουν σε κάθε πρόσωπο το οποίο δύναται να παρέχει υπηρεσίες νομικών συμβουλών (και το οποίο ασκεί το επάγγελμα, ιδίως, εντός της Ένωσης) να παρέχει τέτοιες υπηρεσίες στη Ρωσική Κυβέρνηση και στα νομικά πρόσωπα, στις οντότητες ή στους φορείς που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία. Η απαγόρευση έχει ως σκοπό να εντείνει περαιτέρω την πίεση που ασκείται στη Ρωσία.

Βελγικοί δικηγορικοί σύλλογοι, μεταξύ των οποίων ο Ordre néerlandais des avocats du barreau de Bruxelles [Ολλανδόφωνος Δικηγορικός Σύλλογος Βρυξελλών], Βέλγοι Δικηγόροι, ο Ordre des avocats à la cour de Paris [Δικηγορικός Σύλλογος Παρισίων] και ένα εκ των μελών του, καθώς και η ένωση Avocats Ensemble (ACE), προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητώντας την ακύρωση της συγκεκριμένης απαγόρευσης. Κατά τους προσφεύγοντες, η απαγόρευση στερείται αιτιολογίας και προσβάλλει τα θεμελιώδη δικαιώματα που διασφαλίζουν την πρόσβαση στις παρεχόμενες από δικηγόρο νομικές συμβουλές, το επαγγελματικό απόρρητο του δικηγόρου, το καθήκον ανεξαρτησίας του δικηγόρου και τις αξίες του κράτους δικαίου, ενώ επίσης παραβιάζει τις αρχές τις αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου.

Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τις τρεις προσφυγές.

Υπενθυμίζει ότι κάθε πρόσωπο έχει το, αναγνωρισμένο από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμά του να συμβουλεύεται δικηγόρο και να του αναθέτει την εκπροσώπησή του στο πλαίσιο ενεστώσας ή μελλοντικής ένδικης διαφοράς. Tο δικαίωμα αυτό δεν θίγεται από την επίμαχη απαγόρευση.

Το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει συναφώς ότι η γενική απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών προς τη Ρωσική Κυβέρνηση και προς νομικά πρόσωπα, οντότητες και φορείς που εδρεύουν στη Ρωσία δεν αφορά τις υπηρεσίες νομικών συμβουλών που παρέχονται σε σχέση με δικαστική ή διοικητική διαδικασία ή με διαδικασία διαιτησίας. Ως εκ τούτου, η απαγόρευση ισχύει μόνον για την παροχή νομικών συμβουλών που δεν συνδέονται με ένδικη διαδικασία. Το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι οι νομικές συμβουλές που παρέχονται σε φυσικά πρόσωπα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης.

Όσον αφορά τις παρεκκλίσεις[2] από την απαγόρευση, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι δεν συνεπάγονται, αφ’ εαυτών, επέμβαση στην προστασία του επαγγελματικού απορρήτου του δικηγόρου. Διευκρινίζει, πάντως, ότι τα κράτη μέλη οφείλουν, κατά τον καθορισμό των όρων εφαρμογής των διαδικασιών εξαιρέσεως, να μεριμνούν για την τήρηση του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Υπενθυμίζοντας παράλληλα τη σημασία της ανεξαρτησίας του δικηγόρου για τη διασφάλιση του δικαιώματος των πολιτών σε πραγματική προσφυγή, εντός πλαισίου συνδεόμενου με ένδικη διαδικασία, το Γενικό Δικαστήριο τονίζει ότι η επίμαχη απαγόρευση δεν έχει εφαρμογή στις παρεχόμενες από δικηγόρο υπηρεσίες νομικών συμβουλών οι οποίες συνδέονται με ένδικη διαδικασία και δεν συνεπάγεται, επομένως, καμία επέμβαση στην ανεξαρτησία του δικηγόρου.

Το Γενικό Δικαστήριο προσθέτει ότι η θεμελιώδης αποστολή του δικηγόρου για τον σεβασμό και την προάσπιση του κράτους δικαίου μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς. Πράγματι, η αποστολή αυτή μπορεί να αποτελεί αντικείμενο περιορισμών δικαιολογούμενων από σκοπούς γενικού συμφέροντος τους οποίους επιδιώκει η Ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι οι περιορισμοί αυτοί δεν συνιστούν, σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, δυσανάλογη και ανεπίτρεπτη επέμβαση η οποία θίγει την ίδια την ουσία της αποστολής που ανατίθεται στους δικηγόρους υπό κράτος δικαίου.

Κατά το Γενικό Δικαστήριο, η επίμαχη απαγόρευση, όπως οριοθετείται από τις διατάξεις περί εξαιρέσεων και απαλλαγών, επιδιώκει σαφώς σκοπούς γενικού συμφέροντος, χωρίς να θίγει την ουσία της θεμελιώδους αποστολής των δικηγόρων εντός μιας δημοκρατικής κοινωνίας.

Από το ανακοινωθέν τύπου του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 

[1] Το Συμβούλιο επέβαλε τη συγκεκριμένη απαγόρευση με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/1904 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2022, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 833/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία, με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/2474 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2022, για την τροποποίηση του κανονισμού 833/2014, και τέλος με τον κανονισμό (ΕΕ) 2023/427 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 2023, για την τροποποίηση του κανονισμού 833/2014.  

[2] Πρόκειται για διατάξεις περί εξαιρέσεως οι οποίες επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να αίρουν την απαγόρευση σε επακριβώς καθορισμένες περιπτώσεις. Οι εν λόγω αρχές διαθέτουν περιθώριο εκτιμήσεως ως προς τους όρους βάσει των οποίων μπορεί να διατυπωθεί, να υποβληθεί και να εξετασθεί μια αίτηση εξαιρέσεως.

Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως ΙΙΙ/α Β έκδοση
Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία, 2024
send