logo-print

Μνημονιακές Περικοπές Αποδοχών: Η είσπραξη διεκδικούμενων ποσών δεν συνεπάγεται την κατάργηση της δίκης και για τους αντίστοιχους τόκους

Τόκοι οφείλονται από την επίδοση της αγωγής μέχρι την καταβολή εκάστης δόσης ή, σε περίπτωση, εφάπαξ εξόφλησης, μέχρι την ημερομηνία εξόφλησης

16/04/2020

16/04/2020

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα - 5η έκδοση καλλιτεχνικό

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σύχρονα και κρίσιμα θέματα της συνταγματικής νομολογίας του ελεγκτικού συνεδρίου

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Μνημονιακές Περικοπές Αποδοχών. Η είσπραξη διεκδικούμενων ποσών δεν συνεπάγεται την κατάργηση της δίκης και για τους αντίστοιχους τόκους. Τόκοι οφείλονται από την επίδοση της αγωγής μέχρι την καταβολή εκάστης δόσης ή, σε περίπτωση, εφάπαξ εξόφλησης, μέχρι την ημερομηνία εξόφλησης.

ΔΠΑ 632/2020, 31ο Τμήμα

15. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω και ενόψει του ότι οι επίμαχες αξιώσεις των εναγόντων, όσον αφορά στο κεφάλαιο αυτών, έχουν εξοφληθεί πλήρως, όπως, πάντως, δεν αμφισβητείται από εκείνους, η παρούσα δίκη πρέπει, κατά την κύρια απαίτηση, που αντιστοιχεί στην καταβολή στους ενάγοντες μειωμένων, εν γένει, αποδοχών, ως προς τις μισθοδοτικές περιόδους από 1-8-2012 έως 31-12-2014, να κηρυχθεί καταργημένη, κατ’ άρθρο 142 παρ. 1 περ. α΄ του Κ.Δ.Δ. και, ενόψει τούτου, να αποδοθεί στον δεύτερο των εναγόντων το τέλος δικαστικού ενσήμου που κατέβαλε (βλ. Δ.Εφ.Αθ. 4247/2019), ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 3 του αυτού Κώδικα, σε περίπτωση κατάργησης της δίκης, δεν καταλογίζονται δικαστικά έξοδα. Περαιτέρω, κατά το μέρος που, με την κρινόμενη αγωγή, ζητείται η επιδίκαση τόκων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η δίκη διατηρεί το αντικείμενό της ως προς την παρεπόμενη αυτή αξίωση. Ωστόσο, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέρος των ενδίκων κύριων αξιώσεων αφορούσε σε διαφορές αποδοχών, η καταβολή των οποίων -κατά το ήμισυ- καθορίστηκε να διενεργηθεί, με την 2/88371/ΔΕΠ/14/17-11-2014 Κ.Υ.Α., σε 36 μηνιαίες δόσεις (την 27η ημέρα έκαστου μήνα), εκτεινόμενη έως τις 27-12-2017, κρίνει ότι πρέπει να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει σε καθέναν από τους ενάγοντες τους νόμιμους τόκους που αναλογούν στα οφειλόμενα και, ήδη, αποδοθέντα (βάσει της προαναφερόμενης Κ.Υ.Α.) αιτούμενα ποσά του κεφαλαίου, μόνο καθ’ ο μέρος οι οικείες (κύριες) απαιτήσεις παρέμεναν δικαστικώς επιδιώξιμες κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής (19-5-2015), ήτοι, ως προς την καταβλητέα στις 27-5-2015 δόση και εντεύθεν και, δη, από την επίδοση της αγωγής (κατ’ άρθρο 75 παρ. 2 εδ. α΄ του Κ.Δ.Δ.), η οποία έλαβε χώρα στις 16-6-2015, το μεν έως την καταβολή έκαστης δόσης, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, κατά τα λοιπά δε, σε εκτέλεση της οικ.2/88411/ΔΕΠ/4-12-2018 Κ.Υ.Α., έως τις 13-12-2018, οπότε (όπως συνομολογείται) έλαβε χώρα η εξόφληση του υπολειπόμενου κεφαλαίου. 

ΔΠΑ 1274/2020, 25ο Τμήμα

12. Επειδή, για το εναπομείναν χρονικό διάστημα από την 1.1.2015 μέχρι και τις 31.7.2016, που διεκδικείται με την κρινόμενη αγωγή, έχουν καταβληθεί σχετικά ποσά στους ενάγοντες, όπως προβάλλει το εναγόμενο, αλλά συνομολογούν και οι ίδιοι, στο .. υπόμνημά τους. Συνεπώς, η καταβολή των ποσών αυτών, με βάση το προεκτεθέν άρθρο 12 του ν. 4575/2018, επιφέρει την κατάργηση της δίκης, ελλείψει αντικειμένου, κατά το άρθρο 142 παρ. 1 περ. α΄ ΚΔΔ, για τα κονδύλια που αφορούν το ένδικο αυτό διάστημα. Ωστόσο, η είσπραξη από τους ενάγοντες, έστω και χωρίς επιφύλαξη, των ποσών που τους αναγνώρισε η από 4.12.2018 ΚΥΑ, σύμφωνα και με τη διατύπωση του άρθρου 3 αυτής, δεν συνεπάγεται την κατάργηση της παρούσας δίκης και για τους αντίστοιχους τόκους, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τον χρόνο της από 25.7.2016 επιδόσεως της αγωγής τους. Συνεπώς, κατά το μέρος αυτό, η δίκη δεν στερείται του αντικειμένου της, οπότε στους ενάγοντες πρέπει να επιδικασθούν οι νόμιμοι τόκοι, κατά μερική αποδοχή του σχετικού τους αιτήματος (πρβλ. ΣτΕ 3835/2010, 2998/2006). Ειδικότερα, τόκοι οφείλονται από τις 25.7.2016, οπότε και επεδόθη η αγωγή, μέχρι και τις 27.1.2019, ημερομηνία που καθορίζεται για την καταβολή των αποδοχών του επίμαχου χρονικού διαστήματος, με βάση το άρθρο 1 παρ. 1 της από 4.12.2018 ΚΥΑ. Περαιτέρω, με δεδομένη την καταληκτική αυτή ημερομηνία, οι επιδικαζόμενοι τόκοι υπολογίζονται, σε κάθε περίπτωση, κατά το άρθρο 7 παρ. 2 του ν.δ/τος 496/1974 (Α΄ 204), για το λογιστικό των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δηλαδή σε ποσοστό 6%, κατ’ έτος, ενώ βάση για τον υπολογισμό τους αποτελούν τα κονδύλια για τις μισθολογικές περικοπές του χρονικού διαστήματος από 1.1.2015 μέχρι και την κατάθεση της αγωγής, στις 22.7.2016. Ωστόσο, με εξαίρεση τους 1η, 7η, 8ο και 10η των εναγόντων, για τους οποίους ο υπολογισμός του σχετικού κονδυλίου ταυτίζεται με αυτόν του εναγόμενου, από τον πίνακα του Πανεπιστημίου προκύπτουν μεγαλύτερα ποσά για τους 2ο, 3ο, 5η, 6ο, 9ο, 12ο, 13η και 15η εξ αυτών, που, όμως, πρέπει να περιορισθούν στο αντίστοιχο ύψος του αρχικού αγωγικού τους αιτήματος. Αντίθετα, ως προς την 4η, 11η και 14η ενάγουσα, για τις οποίες προκύπτει μικρότερο από το αιτούμενο ποσό, ως βάση υπολογισμού πρέπει να χρησιμοποιηθεί η ορθή, κατά τους υπολογισμούς του Πανεπιστημίου.

 

Πηγή: adjustice.gr
Η προσημείωση υποθήκης Μετά τους ν. 4842/2021 και 4871/2021

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΉ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

Η αναγκαστική ομοδικία στην πολιτική δίκη, 2η έκδ.,
send