Νομιμότητα διαδικτυακής εκμετάλλευσης τυχερών και χρηματικών παιγνίων από την Sportingbet, καθώς και της προώθησης της δραστηριότητας σε κράτος - μέλος
Δικαστήριο ΕΕ: Διαδικασία πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας - Έννοια “τεχνικού κανόνα”
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 22-10-2020 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι εθνική νομοθεσία η οποία ορίζει ότι το δικαίωμα εκμετάλλευσης των τυχερών παιγνίων ανήκει αποκλειστικά στο κράτος και μπορεί να ασκηθεί μόνον από επιχειρήσεις συσταθείσες υπό μορφή ανωνύμων εταιριών με τις οποίες το οικείο κράτος μέλος συνάπτει την αντίστοιχη σύμβαση παραχώρησης και η οποία προβλέπει τις προϋποθέσεις και τις ζώνες ασκήσεως της δραστηριότητας αυτής δεν συνιστά «τεχνικό κανόνα» κατά την έννοια της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ [οδηγία για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών].
Επιπλέον, σύμφωνα με το ΔΕΕ, εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ότι η αποκλειστική εκμετάλλευση ορισμένων τυχερών παιγνίων που έχει παραχωρηθεί σε δημόσιο φορέα για όλη την εθνική επικράτεια περιλαμβάνει και την εκμετάλλευση στο Διαδίκτυο συνιστά «τεχνικό κανόνα», κατά την έννοια της οδηγίας 98/34/ΕΚ [οδηγία για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών], και η μη γνωστοποίησή της στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την οδηγία αυτής, συνεπάγεται ότι η εν λόγω νομοθεσία δεν μπορεί να αντιταχθεί στους ιδιώτες.
Σημειώνεται ότι η υπόθεση αφορούσε υποβληθείσα αίτηση προδικαστικής παραπομπής στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των Sportingbet PLC και Internet Opportunity Entertainment Ltd και, αφετέρου, της Santa Casa da Misericórdia de Lisboa σχετικά με τη νομιμότητα της διαδικτυακής εκμετάλλευσης, από τις Sportingbet και IOE, τυχερών και χρηματικών παιγνίων, καθώς και της προωθήσεως της δραστηριότητας αυτής στην Πορτογαλία.
Ιστορικό της υπόθεσης
Η Sportingbet είναι εταιρία που ασχολείται με την εκμετάλλευση, με ηλεκτρονικά μέσα, τυχερών παιγνίων, άλλων συγγενών μεθόδων διεξαγωγής τέτοιων παιγνίων, αμοιβαίων στοιχημάτων και λαχειοφόρων αγορών. Η εταιρία αυτή κατέχει τον ιστότοπο www.sportingbet.com, ο οποίος προσφέρει στους χρήστες τη δυνατότητα συμμετοχής σε τέτοιου είδους παίγνια. Ο ιστότοπος υπάρχει και στην πορτογαλική γλώσσα, η οποία και εμφανίζεται αυτόματα για όλους τους χρήστες που βρίσκονται στην Πορτογαλία.
Η Internet Opportunity Entertainment Ltd (IOE) είναι η επιχείρηση που διαχειρίζεται τον ιστότοπο www.sportingbet.com, προσηκόντως εντεταλμένη από τη Sportingbet.
Η Sportingbet παραχώρησε στην IOE άδεια καταχωρίσεως στο όνομά της και χρήσεως προς όφελός της των ονομάτων τομέα sportingbet.com και sportingbetplc.com, καθώς και των εμπορικών σημάτων Global Sportsbook & Casino sportingbet και sportingbet.
Η Santa Casa da Misericórdia de Lisboa (Santa Casa) είναι νομικό πρόσωπο διοικητικής δημόσιας ωφέλειας, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το οποίο ασκεί δραστηριότητες δημοσίου συμφέροντος. Η Πορτογαλική Δημοκρατία της χορήγησε το αποκλειστικό δικαίωμα να εκμεταλλεύεται πολλαπλά παίγνια και να οργανώνει αμοιβαία στοιχήματα, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα.
Ο Sporting Clube de Braga (SC Braga) είναι αθλητικός σύλλογος που συμμετέχει σε αθλητικούς αγώνες σε διάφορους τομείς, όπως το ποδόσφαιρο.
Η Sporting Clube de Braga – Futebol SAD (SC Braga SAD) είναι εταιρία συσταθείσα για τη διαχείριση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου του SC Braga, η ομάδα του οποίου συμμετείχε, κατά την περίοδο 2006/2007, στο πρωτάθλημα της πρώτης κατηγορίας επαγγελματικού ποδοσφαίρου της Πορτογαλίας.
Η IOE και η SC Braga SAD συνήψαν σύμβαση χορηγίας για τις αγωνιστικές περιόδους 2006/2007 και 2007/2008, με αντικείμενο τη διαφήμιση και την προώθηση της δραστηριότητας της Sportingbet. Η διαφημιστική αυτή εκστρατεία, την οποία πραγματοποίησαν ο SC Braga και η SC Braga SAD, προέβλεπε τη δημοσίευση του λογότυπου της Sportingbet, καθώς και μιας εικόνας όπου αναγραφόταν «www.sportingbet.com». Οι εικόνες αυτές αναρτήθηκαν στον ιστότοπο του SC Braga, μαζί με έναν άμεσο σύνδεσμο προς τον ιστότοπο της Sportingbet. Επιπλέον, η ομάδα επαγγελματικού ποδοσφαίρου του SC Braga έφερε τον λογότυπο της Sportingbet στον εξοπλισμό της σε έναν φιλικό αγώνα.
Η Santa Casa άσκησε αγωγή κατά των SC Braga, SC Braga SAD, Sportingbet και IOE, με την οποία ζήτησε, μεταξύ άλλων, να κηρυχθεί άκυρη η εν λόγω σύμβαση χορηγίας, να κηρυχθεί παράνομη η δραστηριότητα της Sportingbet στην Πορτογαλία, καθώς και η διαφήμιση της δραστηριότητας αυτής, να υποχρεωθεί η εταιρία αυτή να απέχει από την εκμετάλλευση των λαχειοφόρων αγορών και αμοιβαίων στοιχημάτων στην Πορτογαλία, να απαγορευθεί στους εναγόμενους κάθε διαφήμιση ή προώθηση του ιστοτόπου www.sportingbet.com και να υποχρεωθούν αυτοί να της καταβάλουν αποζημίωση για τις ζημίες που της προξένησαν οι παράνομες δραστηριότητές τους.
Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή της Santa Casa. Συναφώς, αποφασίστηκε, μεταξύ άλλων, να γίνουν δεκτά στο σύνολό τους τα ως άνω τρία πρώτα αιτήματα της Santa Casa, να γίνει δεκτό το ανωτέρω τέταρτο αίτημα της Santa Casa, αλλά μόνο σε σχέση με τη Sportingbet και την IOE, και να μη γίνει δεκτό το αίτημα αποζημιώσεως της ενάγουσας.
Η Sportingbet και η IOE άσκησαν έφεση κατά της πρωτόδικης αποφάσεως ενώπιον του Tribunal da Relação de Guimarães (εφετείου Guimarães, Πορτογαλία). Με απόφαση της 7ης Απριλίου 2016, το ως άνω δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση.
Ως εκ τούτου, η Sportingbet και η IOE άσκησαν αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ζητώντας την αναίρεση της αποφάσεως αυτής. Η IOE ζήτησε επίσης από το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο, Πορτογαλία) να υποβάλει στο Δικαστήριο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.
Με απόφαση της 16ης Μαρτίου 2017, το αιτούν δικαστήριο αποφάσισε να υποβάλει στο Δικαστήριο δέκα προδικαστικά ερωτήματα. Με το όγδοο, το ένατο και το δέκατο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζήτησε, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν οι τεχνικοί κανόνες τους οποίους προβλέπει η κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως εν προκειμένω οι πορτογαλικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου 422/89 και 282/2003, και τους οποίους το εν λόγω κράτος μέλος δεν γνωστοποίησε στην Επιτροπή, έχουν εφαρμογή στους ιδιώτες.
Με διάταξη της 19ης Οκτωβρίου 2017, Sportingbet και Internet Opportunity Entertainment (C‑166/17, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:790), το Δικαστήριο έκρινε προδήλως απαράδεκτα το όγδοο, το ένατο και το δέκατο ερώτημα, με το σκεπτικό ότι δεν ήταν σε θέση να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά, δεδομένου ότι δεν διέθετε τα απαραίτητα στοιχεία για τη ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης.
Η IOE ζήτησε να υποβληθούν εκ νέου στο Δικαστήριο το όγδοο, το ένατο και το δέκατο ερώτημα που υποβλήθηκαν στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω διάταξη, περιλαμβάνοντας όμως, αυτή τη φορά, τα στοιχεία που έλειπαν από την προηγούμενη αίτηση προδικαστικής αποφάσεως. Η Santa Casa ζήτησε την απόρριψη της νέας αυτής αιτήσεως.
Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι τα εν λόγω ερωτήματα εξακολουθούν να είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης και ότι η απάντηση σε αυτά παραμένει αβέβαιη.
Συγκεκριμένα, κατά το αιτούν δικαστήριο, εξακολουθεί να υφίσταται το ζήτημα αν το άρθρο 1, σημείο 11, της οδηγίας 98/34/ΕΚ έχει την έννοια ότι εθνική ρύθμιση κατά την οποία το αποκλειστικό δικαίωμα οργάνωσης και εκμετάλλευσης λαχειοφόρων αγορών καθώς και αμοιβαίων στοιχημάτων σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια καλύπτει και όλα τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, ιδίως το Διαδίκτυο, αποτελεί «τεχνικό κανόνα» κατά την έννοια της διάταξης αυτής. Το δικαστήριο αυτό, όπως και οι αναιρεσείουσες της κύριας δίκης, εκτιμά ότι, δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 98/34/ΕΚ, από την καταφατική απάντηση στο ερώτημα αυτό προκύπτει υποχρέωση του οικείου κράτους μέλους να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή τις σχετικές εθνικές διατάξεις, ως τεχνικούς κανόνες, διότι, διαφορετικά, οι διατάξεις αυτές καθίστανται ανεφάρμοστες έναντι των ιδιωτών.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: «1) Λαμβανομένου υπόψη ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία δεν γνωστοποίησε στην Επιτροπή τους τεχνικούς κανόνες που προβλέπονται στην πράξη νομοθετικού περιεχομένου 442/89, πρέπει οι κανόνες αυτοί, ειδικότερα τα άρθρα της 3 και 9, να θεωρηθούν ανεφάρμοστοι, κατά τρόπον ώστε οι ιδιώτες να μπορούν να επικαλούνται το ανεφάρμοστό τους; Και 2) λαμβανομένου υπόψη ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία δεν γνωστοποίησε στην Επιτροπή τους τεχνικούς κανόνες που προβλέπονται στην πράξη νομοθετικού περιεχομένου 282/2003, πρέπει οι εν λόγω κανόνες, ειδικότερα τα άρθρα της 2 και 3, να μην τύχουν εφαρμογής έναντι των παρεχόντων υπηρεσίες στην Πορτογαλία;».
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο αποφάνθηκε, αφενός, ότι το άρθρο 1, σημείο 5, της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 88/182/ΕΟΚ του Συμβουλίου, έχει την έννοια ότι εθνική νομοθεσία η οποία ορίζει ότι το δικαίωμα εκμετάλλευσης των τυχερών παιγνίων ανήκει αποκλειστικά στο κράτος και μπορεί να ασκηθεί μόνον από επιχειρήσεις συσταθείσες υπό μορφή ανωνύμων εταιριών με τις οποίες το οικείο κράτος μέλος συνάπτει την αντίστοιχη σύμβαση παραχώρησης και η οποία προβλέπει τις προϋποθέσεις και τις ζώνες ασκήσεως της δραστηριότητας αυτής δεν συνιστά «τεχνικό κανόνα» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.
Αφετέρου, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 1, σημείο 11, της οδηγίας 98/34/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/48/EΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, σημείο 5, της οδηγίας αυτής, όπως έχει τροποποιηθεί, έχει την έννοια ότι εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει ότι η αποκλειστική εκμετάλλευση ορισμένων τυχερών παιγνίων που έχει παραχωρηθεί σε δημόσιο φορέα για όλη την εθνική επικράτεια περιλαμβάνει και την εκμετάλλευση στο Διαδίκτυο συνιστά «τεχνικό κανόνα», κατά την έννοια της πρώτης από τις διατάξεις αυτές, και η μη γνωστοποίησή της στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, όπως έχει τροποποιηθεί, συνεπάγεται ότι η εν λόγω νομοθεσία δεν μπορεί να αντιταχθεί στους ιδιώτες.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA